– Γιατί, Τοτό, δεν πίνεις
το γάλα σου σαν πάντα εσύ,
μόνο σαν σπάταλος το χύνεις
στη σάλπιγγά σου τη χρυσή;
– Γιατί σαν βράχνιασα μια μέρα
και το λαιμό μου είχα κλειστό,
έτρεξ’ αμέσως η μητέρα
και γάλα μου ’δωκε ζεστό.
Κι η σάλπιγγά μου κρυωμένη,
τρεις μέρες τώρα είναι βραχνή,
και τη φυσώ, κι αυτή σωπαίνει,
σαν να ’χει χάσει τη φωνή.
Κι αφού κρυώνει και βραχνιάζει
με τον λαιμό της τον κλειστό,
για να την κάνω να φωνάζει,
γάλα της έδωκα ζεστό.
Η σάλπιγγα
(από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος πρώτο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)