Δύο φορές έτυχε και αντίκρισα το ίδιο στιγμιότυπο. Διαφορετικά πρόσωπα κάθε φορά, ίδιοι οι ρόλοι. Πατέρας με κόρη, η κόρη με στολή αεροσυνοδού να σέρνει μικρή κομψή χειραποσκευή. Το μαλλί της σε κότσο για να δίνει κάτι απροσδιόριστο στην ηλικία, μια εικόνα ωριμότητας που κρύβει το όποιο ψήγμα νεανικής ανεμελιάς.
Η πρώτη φορά ήταν βράδυ λίγο πριν τα μεσάνυχτα, επέστρεφα με τον προαστιακό από το αεροδρόμιο. Ο πατέρας περίμενε την κόρη του στο τέλος του διαδρόμου που φέρνει από τις πλατφόρμες στο κτίριο του σταθμού. Η δεύτερη ήταν σε στάση λεωφορείου που κάνει τη διαδρομή Αθήνα - αεροδρόμιο, ήμουν επιβάτης. Ο πατέρας περίμενε μαζί με την κόρη του πριν αυτή επιβιβαστεί - να πάει στο καλό, στη δουλειά της.
Και τις δύο φορές ήρεμο το πρόσωπο του πατέρα, δίχως φόρτιση που να προδίδει χαρά με την επιστροφή της κόρης ή άγχος αποχωρισμού από αυτή. Ήρεμο και στις δύο περιπτώσεις και το βλέμμα της κόρης. Εκπαιδευμένες οι νέες ώστε να εκπέμπουν γαλήνη και σιγουριά όταν, χτύπα ξύλο, τις κοιτάξει επιβάτης με αγωνία παιδιού σε κάποια κακή στιγμή την ώρα της πτήσης.
Πατρικά αρχέτυπα που μάθαμε να αγαπάμε. Τα πρόσωπά τους αμίλητα, να μεταγγίζουν δύναμη και κουράγιο, να καθησυχάζουν τα παιδιά τους. Πειθαρχημένα σε αυτοκυριαρχία πρόσωπα.
Αρχέτυπα που εν δυνάμει κρύβουν απελπισία και θλίψη, τη μεγαλύτερη θλίψη και μέσα στην απελπισία αβάσταχτος ο πόνος, όταν η ζωή τα φέρνει και τους χαρίζει τη χείριστη στιγμή, αυτή της απώλειας ενός παιδιού.
Το ένα αρχέτυπο του Αιγέα, το δεύτερο του Κρόνου. Σήμερα γιορτάσαμε το πρώτο.