Φιλοξένησα για κάποιες μέρες έναν παλιό συνάδερφο και φίλο από το εξωτερικό, δουλεύαμε μαζί πριν τριάντα χρόνια. Έκτοτε τον συνάντησα τρεις φορές, η τρίτη ήταν η πρόσφατη. Συνταξιοδοτήθηκε και ταξιδεύει για κάποιους μήνες στη νότια Ευρώπη. Πλην της Αθήνας τον πήγα και σε μέρη πέριξ της Αττικής ώστε να του δείξω τοποθεσίες της ζωής μου εδώ που αγαπώ.
Παράξενη η επαναφορά της οικειότητας που ακολουθεί την επανασύνδεση (μετά τη σύντομη αρχική αμηχανία) στη σχέση με αγαπημένα πρόσωπα τα οποία ζουν πλέον μακριά. Μετά την αποκατάσταση υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι θα παραμείνει το προσφιλές πρόσωπο μέρος της καθημερινότητάς σου και της συνέχειας του χρόνου σου. Φέρνει πλάνη το προσωρινό δεδομένο ενός καφέ και μιας κουβέντας.
Ανέκκλητο στο σταθμό των υπεραστικών λεωφορείων το μετά της μορφής του σαν με χαιρετούσε πίσω από το τζάμι φεύγοντας για τα Γιάννενα. Λίγες μέρες εκεί, και μετά τα σύνορα για την Αλβανία.
Αποφάσισε να μετακομίσει στην Τασμανία ώστε να περάσει στα μέρη που γεννήθηκε και ενηλικιώθηκε το υπόλοιπο της ζωής του, είναι παιδί αγροτικής οικογένειας. Τριάντα χρόνια δια του τρία σε μια γη που είναι λες και διαστέλλεται καθώς ο χρόνος στενεύει.
Eίμαστε αναλογικές υπάρξεις φτιαγμένες από κύτταρα και όχι bytes. Φιλικό το γυαλί της οθόνης ενός κινητού σε μια συνομιλία μέσω WhatsApp, αλλά είναι η μορφή πίσω από το τζάμι του λεωφορείου που αναχωρεί την οποία θυμόμαστε.