Η Θερμαϊκή ακτή, από την Μίκρα έως το Αγγελοχώρι αφήνει προς βορρά αρκετή θάλασσα που επιτρέπει την αβίαστη θέα των εκβολών του Αξιού και του Αλιάκμονα έως το στεφάνι των βουνών της Βοττιαίας. Δεν έτυχε, τόσα χρόνια στο κουρμπέτι να περάσω από την Αγία Τριάδα. Το καφεδάκι που ήπιαμε δίπλα στην άμμο, με τη Φαραώνα, ήταν χαρακτηριστικό.
Δεν υπήρχε ο συνωστισμός που παρατηρείται στη Περαία και στο Μπαχτσέ! Απεναντίας είδαμε μιά συνεχή άμμο με λίγα καθίσματα κι ακόμα λιγότερους επισκέπτες. Φυσικά, υπήρχε ένα καραβάκι (πολύ μικρότερο από αυτά που ξέραμε πριν πενήντα χρόνια) το οποίο εκτελούσε τη γνωστή διαδρομή ανάμεσα στις σκάλες. Επίσης κάθε τόσο γυρνούσε πάνωθέ μας ένα εμπορικό αεροπλάνο από την Μίκρα.
Την ακτή την κατοικούσαν Βαλκάνιοι γείτονες οικογενειακώς. Αλλά δε σκόπευα να ξοδέψω τη ματιά μου στην επιφάνεια αλλά στο βάθος. Θυμήθηκα ότι στα χρόνια του Πεισίστρατου έξω απ' τη Περαία ανθούσε η πόλη Ραίκηλος εξαιρετικά χρήσιμη για να μαζεύουν οι Αθηναίοι τα ευγενή μέταλλα της Μακεδονίας, ασήμι και χρυσάφι. Από την πόλη λίγα έμειναν αλλά ολόκληρη η κοιλάδα των Βασιλικών είναι γεμάτη λιθοσωρούς που μοιάζουν πολύ με τα αντίστοιχα μεταλλεία του Λαυρίου. Η αρχαιότητα τελειώνει με τη θέση της Αίνειας στο Μεγάλο Καραμπουρνού, ενώ θυμόμαστε την Βεργιά δηλαδή το κάστρο των Βρυών, όπου αποβιβάστηκαν οι Αθηναίοι για να συντρίψουν την Ποτίδαια.
Τα φύλλα της Ιστορίας περνούσαν μπροστά μου καθώς τα έδιωχνε αόρατος άνεμος από έναν παλιό κώδικα που είναι γεμάτος αόρατες πληροφορίες και βέβαια υπάρχουν ακόμη τοποθεσίες φαντάσματα που με κυνηγάνε ασταμάτητα όπως η Κιθρούπολη, ο Αγίος Φαντίνος, η Βουκεφάλεια, η Γάβριανη και καμιά διακοσαριά άλλα τοπωνύμια που εκκρεμούν στη μνήμη μου αδέσποτα.
Είπα να ξεκουραστώ χωρίς μπερδέματα και συγχύσεις αλλά προβλέπω να κρεμάσω τα τσαούλια ψάχνοντας σκιές του τίποτε.