Όταν ήμουνα παιδί μου, δύο ήταν τα περιοδικά που αγόραζε η μητέρα μου. Τα Επίκαιρα και τη Γυναίκα (ο πατέρας μου έφερνε ανελλιπώς την εφημερίδα, καθημερινά). Τα Επίκαιρα, με τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες του κόσμου που μάγευαν, μου άρεσαν περισσότερο. Τη Γυναίκα τη βαριόμουνα αν και είχε δύο πράγματα που με γοήτευαν. Τη μυρωδιά - έχωνα τη μύτη μου στο τσάκισμα των σελίδων για να φτιαχτώ από τη μυρωδιά του χαρτιού. Και πάντα μία μικρή ιστορία, ένα διήγημα.
Θυμάμαι λοιπόν ένα διήγημα, πρέπει να ήταν του John Steinbeck, αρκετά πριν διαβάσω έφηβος Τα Σταφύλια της Οργής (είμαι σίγουρος ότι ήταν του Steinbeck, αλλά...). Η ιστορία έλεγε για μια γυναίκα που έβγαλε δύο μικρά εξογκώματα στην πλάτη, κάτω από τους ώμους, τα είδε ο σύζυγος και οι γείτονες και φώναξαν και το γιατρό. Σιγά-σιγά αυτά μεγάλωσαν όπως οφθαλμοί σε φυτό, φύτρωσε πάνω τους κάτι σαν χνούδι και τελικά έγιναν φτερά όπως αγγέλου και η γυναίκα πέταξε μακριά. Δεν θυμάμαι αν επέστρεψε.
Το διήγημα μου είχε αρέσει. Θα μπορούσα να το γκουγλάρω να το βρω στο ίντερνετ, είμαι καλός να ψάχνω στο ίντερνετ, να βρίσκω όταν θέλω κάτι. Αλλά σ' αυτήν την περίπτωση δεν θα το κάνω, δεν το επιθυμώ, αν το ξαναδιαβάσω ίσως η αρχική δυνατή εντύπωση της πρώτης ανάγνωσης αμβλυνθεί και ξεθωριάσει περισσότερο. Το αφήνω στη μνήμη.
Σήμερα η μητέρα μου, η οποία έκλεισε τα 91 στα τέλη του Ιουλίου, γιορτάζει. Αγγελική το όνομά της.