Skip to main content
Κυριακή 05 Ιανουαρίου 2025
η σπίθα και η μνήμη
(Νοσταλγία)
(Νοσταλγία)

Χθες τη νύχτα περασμένες 11 πριν την αλλαγή του χρόνου, γωνία Μιχαήλ Βόδα και Ηπείρου και παντού στους γύρω δρόμους, Νοτιοασιάτες. Ίσως είχαν κινήσει για κάποιο από τα πάρτι σε πάρκο ή πλατεία που είχα δει σε διαφήμιση. Ελάχιστες γυναίκες ανάμεσά τους, μπορεί καμία. Τη μονοτονία έσπασε μία παρέα νέων Γερμανών, αγόρια κορίτσια, που περπατούσαν με νεύρο, μάλλον για το Novotel στην αρχή της Μιχαήλ Βόδα στη Λιοσίων. Στον κρύο αέρα έντονη η αιθαλομίχλη όπως τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Φαντάστηκα τζάκια σε πάνω ορόφους, σε εσοχές και μεγάλα ρετιρέ, έτοιμα για τα πυροτεχνήματα και την Ακρόπολη. Δεν θέλησα να χαλάσω την εορταστική διάθεση με αρνητικότητα νου. 

Ο πρώτος δίσκος που έβαλα σήμερα το πρωί ήταν η Αθανασία. Σκόπιμη η αναφορά μου σε δίσκο, σε παρωχημένο τρόπο ακρόασης μουσικής, αλλά αυτός είναι ο ορθός τρόπος να αναφέρεσαι σε άκουσμα μουσικής, το σωστό είναι το Spotify σε λούπα. Είναι η αυτοτέλεια που δίνει συνοχή στο έργο, η αρχή και το τέλος. Έτσι να είναι και τα χρόνια μας, να μη νιώθουμε ότι μας τραβά η ροή από τον ένα χρόνο στον άλλον. Η ζωή να είναι φτιαγμένη από κρίκους δεμένους σε αλυσίδα, μικρούς και πολλούς κύκλους εποχών και να θυμόμαστε ορόσημα - το καλοκαίρι του '95 ήμουν εκεί, το χειμώνα του '04 έκανα αυτό, πέρσι το Πάσχα γιόρτασα εκεί μαζί με αυτούς. Μόνο έτσι γίνονται οι άνθρωποι δικοί μας άνθρωποι, μέρος των δικών μας κρίκων, έστω και περαστικά. Μόνο έτσι οι στιγμές δένουν στους κρίκους, στην αλυσίδα.

Στο αυτί μου έκατσε ο στίχος του Γκάτσου “να δω ποια σπίθα σώθηκε κι ανάβει”. Τον ακούω ξανά και ξανά από παιδί, από εκεί έψαξα και έμαθα ποιος ήταν ο Ρεμπώ. Αλλά ήταν η πρώτη φορά που το συγκεκριμένο τραγούδι μου έφερε στο νου τη Νοσταλγία, την ταινία εκείνη με αυτόν τον εμμονικό που προχωρούσε στα λουτρά με αναμμένο κερί για να φτάσει από τη μία άκρη της δεξαμενής στην άλλη, προσπαθώντας να κρατήσει τη φλόγα.

Εύχομαι κι ελπίζω για το 2025, όποια σπίθα επιβίωσε από τα πυροτεχνήματα της περασμένης νύχτας, έστω και μία για τον καθένα μας, να γίνει μνήμη άφθαρτη στους κρίκους μιας γερής αλυσίδας, μία για τον καθένα μας. Όχι πυρκαγιά, μνήμη. Άσχημα μας έχουν μάθει στη σειρά τα περασμένα χρόνια και παρατάμε όποια ελπίδα είχαμε για το χρόνο που ζούμε μεσοκαλόκαιρα. Όχι άλλα abort και αφασία, αλλά μνήμες – πολλές και καλές από αυτές που γράφουν.