Το τελευταίο νησί πριν την ίδια την Ιαπωνία που κατακτήθηκε από τους Αμερικανούς ήταν η Ιβοζίμα, μακρόστενο, με κεντρικό και νότιο αεροδιάδρομο, όπου επιχειρήθηκε απόβαση των πεζοναυτών με εκατοντάδες πολεμικά πλοία που κανονιοβόλησαν το νησί, πριν αποβιβαστούν.
Είχε προηγηθεί η δημιουργία ενός τερατικού βομβαρδιστικού, του Β-29 για το οποίο πίστευαν οι επιτελείς ότι θα ακύρωνε την ανάγκη απόβασης, χάρη στην συντριπτική του ισχύ, αλλά όταν οι Ιάπωνες κατάφεραν να καταστρέψουν καμιά εικοσαριά, η Ιβοζίμα φάνταζε μονόδρομος: με την κατάληψη του νησιού, η Ιαπωνία θα ήταν η επόμενη βάση προς την νίκη. Αυτή η φρεναπάτη, αποδείχτηκε λάθος, κι ας κόστισε τεράστιες απώλειες και τάραξε τους επιτελείς της Αμερικής.
Ήταν ένα μακρόστενο νησί με αμμόλοφους που ο βορράς του οξύνονταν στον λόφο Σουριμπάσι και το κρατούσαν 100 χιλιάδες Ιάπωνες υπό τον διοικητή Κουριμπαγιάσι. Οι αμερικανοί έκαναν κάτι μπατάλικες εκτιμήσεις, μετρώντας εκτάσεις νησιών του καταλήφθηκαν και μετρώντας απώλειες αντιπάλων. Πίστευαν πως με 30 χιλιάδες πεζοναύτες και ισχυρή δύναμη πυρός, θα κέρδιζαν την Ιβοζίμα.
Προηγήθηκε εντατικός και βαρύς βομβαρδισμός των ακτών του νησιού και απόβαση των πεζοναυτών. Οι σχεδιασμοί και οι προβλέψεις του Φόρεσταλ και του Κέρτις Μαίη, όταν η απόβαση ολοκληρώθηκε, δεν βρήκε Ιάπωνες μήτε για δείγμα, παρά αμμόλοφους που ήταν άδειοι και έκθετοι στην γιαπωνέζικη άμυνα. Ο Κουριγιαμπάσι είχε τρυπήσει με δίκτυο στοών το Σουριμπάσι και οι απώλειες που προκαλούσε στους εισβολείς ήταν φρικτές.
Η κοινή γνώμη στη Νέα Ήπειρο σάστισε και οι ιθύνοντες φοβήθηκαν απάθεια ή μείωση του ηθικού. Όχι στον στρατό, αλλά στους πολίτες που αγόραζαν αφειδώς πολεμικά ομόλογα, τα οποία κάλυπταν το 50% των πολεμικών δαπανών.
Οι πεζοναύτες, κυρίως με φλογοβόλα, κατάφεραν να καταλάβουν το Σουριμπάσι και να υποστούν μια τελική αντεπίθεση καμικάζι. Στο μεταξύ, και ανεξάρτητα από τον σχεδιασμό για την Ιβοζίμα, τα Β-29 κατά εκατοντάδες, αφάνισαν το Τόκιο, προκαλώντας εκατό χιλιάδες νεκρούς, περισσότερους από της Χιροσίμα. Η αιματοχυσία κράτησε έναν μήνα και μία εβδομάδα του 1945, και οι θυσίες της Ιβοζίμα, αποδείχτηκαν τζίφος.
Ο επιτελικός σχεδιασμός οδήγησε σκηνοθέτες (ακόμη και τώρα) να περιγράψουν σε ταινίες την μάχη, με κορύφωση την ανάρτηση μιας σημαίας στον λόφο, που έγινε βάιραλ και επαναλήφθηκε και προβαρίστηκε αφειδώς. Οι πεζοναύτες που την έστησαν έως το 2019, αναζητούνταν ανάμεσα στους παλαίμαχους. Έγιναν και ταινίες, φυσικά. Έξι, συνολικά, μία με τον Τζων Γουαίην και δύο σε σκηνοθεσία Ήστγουντ με θέμα την ύψωση της σημαίας. Τα παιδιά αυτά περιόδευαν τη χώρα τους και πουλούσαν πολεμικά ομόλογα.
Η άσκοπη αυτή αιματοχυσία του 1945 γνώρισε έντονη επίκριση, αλλά η κοινή γνώμη νίκησε και δεν κρίθηκαν οι πρωταίτιοι του αίματος, πάρεξ κάτι δάκρυα του Ρούσβελτ που χύθηκαν μέρες πριν την απόβαση.
Ιβοζίμα