Απαιτείται γνώση τεχνικού σχεδίου για να δεχτεί ή να απορρίψει ο συγγραφέας την επιτυχή ανάπλαση του αρχιτεκτονικού ύφους. Αυτή η άσκηση δεν είναι «μη αγαθή προερχόμενη από ένα στοχαστικό ύφος».
Ο Μίμης Σουλιώτης, λυπάμαι που το γράφω, σηματοδότησε το προσωπικό του ύφος αναγκαστικά ως τεχνίτης του λόγου κι όχι ως λογοτέχνης. Είθισται πάντως, υπακούοντας σε «άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε» να μην κινδυνεύουμε ευτυχώς να ταυτιστούμε με έναν ακαριαίο στοχαστικό λόγο.
Ο Μίμης στάθηκε, μια εποχή δίβουλη, χαρακτηριστικά εξογκωμένη από το πείσμα ενός δεδηλωμένου τεχνίτη. Τότε συνέπεσε δυο φίλοι του ο Μανόλης κι ο Πετεφρής να μοιράσουν τα αγαθά μιας λογοτεχνικής τάσης με αγοραίο ενίοτε ξαφνιαστικό ύφος, αγνοώντας προσώρας την εσωτερική δύναμη μιας αποτελεσματικής πρότασης.
Φυσικά, η ελεύθερη χρήση ενός λογοτεχνικού ύφους θα βρίσκεται παντού μέσα σε ένα συγγραφικό κείμενο καθώς το πάθος της συγγραφής, η τέχνη των ρητορικών επιχειρημάτων, η φήμη ή η ανταύγεια της φήμης των συναδέλφων της συγγραφικής χώρας προβλέπεται να κυριαρχήσει οσημέραι σε μια βολική προς όλους απήχηση του συγγραφικού ύφους.
Η διασκευασμένη μεταφορά μιας ποιητικής ιδέας δεν ανταποκρίνεται συνήθως σε κατοχύρωση ενός λογοτεχνικού ύφους, όσο στη συγγραφική επιμονή κάποιου γνωστού ή άγνωστου φίλου να προσφέρει ανοιξιάτικα φρούτα εποχής στη τράπεζα μιας συντροφικής ευωχίας.