Είναι καιρός τώρα, βλέπω διαλυμένη τη βιβλιοθήκη ενός γιατρού, η σφραγίδα του από την εποχή που οι τηλεφωνικοί αριθμοί στην Αθήνα ήταν εξαψήφιοι· είχε μια ζηλευτή βιβλιοθήκη, δυνητικά φορητή, εκδόσεις minuscole 18ου-19ου αιώνα, αρχαίοι Έλληνες κλασικοί και Γάλλοι, και ένας δίτομος (δυο ελάχιστα τομάκια) Orlando furioso, που μου πόνεσε την ψυχή.
Δεν ρώτησα καν την τιμή. Αλλού, σκόρπια φτηνότερα βιβλία, χωρίς εξεζητημένο δέσιμο, συνήθως λιτά, πρακτικά, πανόδετα—συνάγεται ή επιβεβαιώνεται ότι στις διαλύσεις των βιβλιοθηκών, αλλού πηγαίνουν τα σπανιότερα και ακριβότερα, άλλα γίνονται περιπτεράδικα.
Απόψε λοιπόν ανάμεσα σε διάφορες φτήνιες, βλέπω μεταφρασμένη τη Βενετία του Charles Diehl, ένα βιβλίο του 1947, μετάφραση Σπύρου Διονυσίου Μοτσενίγου. Ήξερα ότι θα ήταν δικό του. Σκεφτόμουν τελευταία, θυμάμαι τελευταία την Ιταλία του Παράσχου στο βιβλίο του Μεσόγειος, που βλέπει αχόρταγα και με οδυνηρή συναίσθηση και ασθμαίνουσα, ότι δεν προλαβαίνει να ζήσει όσα θα ήθελε.
Και τη λέξη βιβλιοέλλην από τη Συναγωγή του Κουμανούδη, για όσους τον 19ο αιώνα ήξεραν την Ελλάδα μέσα από βιβλία, για ένα ίσως πρόσφατο είδος βιβλιοϊταλών, και μια Ιταλία διά των παραθεμάτων. Τον γιατρό της οδού Κεφαλληνίας χάρηκα που τον είδα, με τον Ariosto και τον εκ Κερκύρας Mocenigo του, μου φαίνεται άνθρωπος ζωντανός.