Διαβάζοντας ένα κείμενο που το βρίσκεις ενδιαφέρον και καλογραμμένο, δοκίμασε να το αντιγράψεις με το χέρι, να το πληκτρολογήσεις. Βάλε bold σε εκφράσεις ή λέξεις που θεωρείς ακαταμάχητες και πρόβαλέ τις σε μέγεθος πάνω από 20. Αυτά που δεν αντέχεις, πληκτρολόγησέ τα με 8άρια. Αν υπάρχει κάτι που δεν καταλαβαίνεις, μετάτρεψέ το σε χοντρά greeklish. Στο τέλος, θα εμφανιστεί ένα γραφιστικό έκτρωμα, που ωστόσο θα γνωρίζεις καλά και δεν θα σου κρύβει μυστικά. To είδες καλά; το χάρηκες; λοιπόν, αυτό το ποθητό κείμενο εκφράζει, στην νέα του μορφή, την αναγνωστική σου επάρκεια. Επειδή φέρθηκες ως αναγνώστης, όχι ως συγγραφέας. Πάρε όλα τα εικοσάρια, κάντους ένα copy+paste σε μιά λευκή σελίδα. Χτίσε εκατό δικές σου λέξεις πάνω στα «έγκυρα» και επιλεγμένα από σένα τον ίδιο στοιχεία. Στο τέλος, το δικό σου κείμενο, θα έχει μερικά αδιόρατα στοιχεία του αρχικού, αλλά θα είναι μιά άνοστη σούπα, πράγμα καλό, αφού αποξένωσες λαμπρά υλικά από το τελικό ύφος. Και ο τελικός σου στόχος πρέπει να είναι η απόκτηση ιδίου ύφους. Αφού τελειώσεις κι από αυτό, δοκίμασε τον καμβά. Πάρε το αρχικό κείμενο και δούλεψέ το ανάποδα. Κράτα μόνον τα άρθρα και αντίστρεψέ τα όλα: όπου γράφει «θέλω» , αντικατάστησε με το «δεν θέλω», αν γράφει «ήπιος», αντικατάστησε με το «ταραγμένος». Αν το κείμενο είναι επαρκές, τότε η ανάποδη επεξεργασία του θα βγάλει επίσης ένα επαρκές αποτέλεσμα. Αν όχι, ο συγγραφέας που βρήκες το κείμενό του ενδιαφέρον και καλογραμμένο, έχει ρητορικές καταβολές, προσέχει μόνον την καλή και όχι την ανάποδη του λόγου του, πράγμα εφήμερο.
Παράδειγμα: με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι. Αντίστροφη επεξεργασία: Στην τελευταία πέτρα του βουνού, γεννιέται ο χειμώνας. Ομόλογο, αλλά του λείπει το ύφος, αφού ο Ελύτης διαμορφώθηκε από τους αναγνώστες του κι εσύ είσαι για την ώρα ικανός να ανακαλύπτεις τι έχει μέσα στο κουτί, δεν έμαθες να γράφεις. Η γνώση του εσωτερικού μιάς κατασκευής σε κάνει ένοικό της, όχι αρχιτέκτονά της.
Μαθαίνοντας την ψύχα ενός κειμένου με άκρως εξωστρεφή κριτήρια, γλυτώνεις μια και καλή την ψευδαίσθηση ότι ο δημιουργικός λόγος έχει να κάνει με τα νοήματα που του φορτώνουμε. Πιές τώρα μιά μπιρίτσα και συνεχίζουμε άλλη φορά.