Skip to main content
Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024
Μια βραδιά στο «Λίντο»

Θα πρέπει να ήταν το φθινόπωρο του 1986, όταν είχα ξεκινήσει να δουλεύω στο Βήμα και δοκιμαζόμουν από πάσης απόψεως, κάνοντας ατελείωτες μεταφράσεις και υφιστάμενος ποικίλα καψόνια ως ανεψιός του αφεντικού. Αναζήτησα μια δημιουργική διέξοδο και τη βρήκα στον Ταχυδρόμο, όπου βρήκα κανονικούς ανθρώπους με τους οποίους μπορούσα να συνεννοηθώ και να μιλήσω ελεύθερα, ιδιαίτερα τη Ρούλα Μητροπούλου (διευθύντρια) και τον Μπάμπη Λιάπη (αρχισυντάκτη). Συζητήσαμε για θέματα και στήλες (ανώνυμες ή ψευδώνυμες), και συμφωνήσαμε στη συνεργασία. Σύντομα είπα στη Ρούλα ότι καλό θα ήταν να κάνουμε μια συνέντευξη σε έναν περιθωριακό τραγουδιστή που είχε αρχίσει να κάνει όνομα στη νύχτα. Λεγόταν Λευτέρης Πανταζής. 

Εκείνη την εποχή ήμουν τακτικός πελάτης στα μουσικά κέντρα, ακολουθώντας τον Τάσο Φαληρέα και την παρέα του. Τον Πανταζή τον είχα δει παλιότερα στο «Χρυσό Βαρέλι» στο Φάληρο ως τρίτο όνομα, και τον είχα προσπεράσει ως άλλον έναν Tolis impersonator. Τώρα όμως είχε βγάλει δίσκους με καλά τραγούδια και είχε κάνει σουξέ, ήταν πρώτο όνομα στο «Λίντο» στη Ζωοδόχου Πηγής (μαζί με Μόνικα Δούκα και Ηλία Κλωναρίδη), και μάζευε όλη τη χαρτούρα της νύχτας. Το κέντρο έμενε ανοιχτό ως το πρωί, όσο υπήρχαν πελάτες. Και οι πελάτες, εκτός από τους συνήθεις μπουζουκόβιους, ερωτύλους και αλκοολικούς, ήταν κάθε καρυδιάς καρύδι, από γνωστούς επιχειρηματίες της εποχής που πήγαιναν για την πλάκα του πράγματος, έως περιθωριακά φρικιά που πήγαιναν για να ακούσουν δυνατά μουσική, οποιαδήποτε μουσική, μετά τις 2 το πρωί.

Η Ρούλα ήταν διστακτική, το περιοδικό ήταν και ήθελε να παραμείνει mainstream, ο Πανταζής ανήκε σε άλλο κόσμο. Εγώ επέμεινα ότι οι άνθρωποι και οι κόσμοι αλλάζουν. Συμφωνήσαμε να πάμε ένα βράδυ στο κέντρο να δει το φαινόμενο Πανταζή ιδίοις όμμασιν, και οργανώσαμε μια δημοσιογραφική παρέα για μια έξοδο στα μπουζούκια δίκην ρεπορτάζ. Ο Πανταζής δεν μας απογοήτευσε, και η Ρούλα συμφώνησε για τη συνέντευξη, που δημοσιεύτηκε στον Ταχυδρόμο με τον τίτλο «Ποιος είναι ο Λευτέρης Πανταζής και τι θέλει από εμάς». (O Δημήτρης Αρβανίτης, τότε γραφίστας του περιοδικού, ήταν ο μόνος που έπιασε την έμμεση αναφορά στην ταινία Who is Harry Kellerman and Why is He Saying Those Terrible Things About Me?).

Στην επόμενη σύσκεψη της Ρούλας με τον Λαμπράκη, ο εκδότης αναφέρθηκε στη συνέντευξη με ελαφρά απορία. Ίσως κάποιοι καλοθελητές του Βήματος να του είχαν πει «Κοίτα τι δημοσιεύει η Ρούλα, κοίτα τι υπογράφει ο μικρός», ίσως όχι. Πάντως η Ρούλα δεν είχε κανένα πρόβλημα να υπερασπιστεί το δημοσίευμα. «Έχετε δει τον Πανταζή;» ρώτησε ευθέως τον Λαμπράκη. «Γιατί εγώ πήγα και τον είδα, κι έκρινα ότι άξιζε». Εκεί τελείωσε η ιστορία. Ή μάλλον είχε μια ουρά: μετά από λίγο καιρό, όταν ο Πανταζής είχε μετακομίσει στο «Diogenis Palace», ο Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη έκοψε την πίτα του στο κέντρο του Πανταζή.

Ήταν ωραίος άνθρωπος η Ρούλα, συγκροτημένος, δίκαιος, ευγενικός, πλακατζής, και πολύ δυνατός. Κατάφερε όχι απλώς να επιβιώσει σε ένα εχθρικό για τις γυναίκες περιβάλλον, αλλά και να δημιουργήσει και να ανοίξει δρόμους, δίχως να κάνει καμία έκπτωση στις αξίες της και στα πιστεύω της, και για τη δημοσιογραφία, και για το φεμινισμό και για την Αριστερά (ήταν οργανωμένη στο ΚΚΕ). Ήταν παντρεμένη με τον φωτογράφο Άγγελο Δημητριάδη, πάντα χαμογελαστοί κι ερωτευμένοι και ευτυχείς με τον γιο τους Γιάννη. Έτσι θέλω να τους θυμάμαι, κι αν κάθομαι και γράφω τόσην ώρα διαδικαστικές σαχλαμάρες είναι για να μην τους νεκρολογήσω, γιατί σίγουρα θα τους αδικήσω.

 

Υστερόγραφο, με κάτι ελαφρό: Εκείνη τη βραδιά στο «Λίντο», στην παρέα μας ήταν και κάποιοι συνάδελφοι που βρισκόντουσαν σε διαδικασία διαζυγίου, και είχαν έρθει με τα καινούργια τους αμόρε. Όταν εμφανίστηκε ο φωτογράφος του κέντρου, όλοι χαμογελάσαμε στο φακό, εκτός από τα δύο έκνομα ζευγάρια που έσπευσαν να κρύψουν τα πρόσωπά τους μην τυχόν και δημοσιευτούν οι φωτογραφίες. Η Ρούλα κι εγώ σκάσαμε στα γέλια, και για μέρες ―εβδομάδες!― όταν συναντιόμασταν στο διάδρομο κάναμε ότι κρυβόμαστε από έναν νοερό φακό, γελώντας με τα ανθρώπινα πάθη.

Τώρα ξέρω πώς θα χαιρετηθούμε όταν ξαναβρεθούμε.

 

Σημείωση: η φωτογραφία είναι από το facebook του Γιάννη Δημητριάδη, επιχρωματισμένη με ΑΙ. Δεν έχω ξαναδεί τη Ρούλα τόσο όμορφη, και είμαι σίγουρος ότι τη φωτογραφία την τράβηξε ο Άγγελος. Μόνον οι ερωτευμένοι βλέπουν τέτοιες εικόνες. Ευχαριστώ, Γιάννη.