Το '79 άκουγα στο κρατικό ραδιόφωνο την εβδομαδιαία διαφημιστική εκπομπή της ΕΜΙ. Τη μονοπωλούσε τότε το the Wall των Floyd. Δίσκος που ξεθώριασε γρήγορα μέσα μου. Γνώριζα ήδη ποιο ήταν το αγαπημένο μου δικό τους άλμπουμ (προγενέστερο του “Φεγγαριού”) κι έτσι, κουρασμένος από τη φλύαρη και υπερδραματική φιλοδοξία του “Τοίχου”, αυτό που κατάφερε ήταν να μου αφήσει κάποια λίγα αγαπημένα κομμάτια που αρέσκομαι ν' ακούω, μεμονωμένα. Κυρίως όταν οδηγώ. Τότε λοιπόν, στην ίδια εκπομπή, προωθούσαν το Journey through the Secret Life of Plants του Stevie Wonder. Αλλά ο θόρυβος του the Wall σε συνδυασμό με τη χαμηλών τόνων ιδιαιτερότητά του ...Secret Life... έγιναν η αιτία να μη δώσω στο δεύτερο την πρέπουσα σημασία - κάτι που είναι μοίρα εξάλλου όσων δεν σηκώνουν κατηγοριοποίηση.
Με το η Μυστική Ζωή των Φυτών εξοικειώθηκα αργότερα, ακούγοντάς το σε γνωστούς. Η αγάπη μου γι' αυτό μεγάλωσε σιγά σιγά και κλιμακώθηκε σαν άρχισα να ασχολούμαι με τον κήπο. Είναι έργο το οποίο γράφτηκε για να ντύσει μουσικά ένα ντοκιμαντέρ για τα φυτά βασισμένο σε βιβλίο που παρουσίαζε κάτι αμφιλεγόμενες θεωρίες. Αλλά αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία. Σημασία έχει ότι πρόκειται για έργο ενός εκ γενετής τυφλού που κλήθηκε να ντύσει με μουσική την αντίληψή του για τα φυτά. Ο Wonder το συνέθεσε έχοντας τους συντελεστές του εγχειρήματος να του περιγράφουν με λεπτομέρεια τις εικόνες, τη μία μετά την άλλη. Αυτό με εντυπωσιάζει. Αλλά δεν νομίζω ότι αυτό αρκούσε, σίγουρα θα χρησιμοποίησε και την αφή του - το “ψάχνω” που έχει μεγάλη σχέση με το “νιώθω”, αγγίζοντας με τα δάχτυλα. Πρωταρχική αίσθηση η αφή για τα έμβια όντα. Και θωρώ ότι της αγάπης μας για το φως προηγείται η ασφάλεια που δίνει η ζεστασιά, η θαλπωρή. Αυτή η ασφάλεια είναι διαίσθηση. Η στιγμή που κλείνουμε τα μάτια ξαπλωμένοι, με παραίτηση αντικριστά στον ήλιο του χειμώνα και τον αφήνουμε να μας αγγίξει το μάγουλο.
Προσπαθώ λοιπόν να αισθανθώ αυτό που ο τυφλός συνθέτης ένιωσε και πώς το κατάφερε να αποτυπώσει με ήχο. Μα ελάχιστα τα καταφέρνω, εξαρτώμενος από απολλώνια υπεραναλυτική HD όραση και χάνομαι.
Μπερδεύομαι. Υπάρχει ένας είδος κάκτου, που είναι γεμάτο αγκάθια πολλά και λεπτά, όπως τρίχωμα, τα οποία κόντρα στον ήλιο διαθλούν το φως και δίνουν την εντύπωση απαλού φωτοστεφάνου που θέλεις να αγγίξεις και να χαϊδέψεις. Καλό είναι να μην το κάνεις.
Αλλά πάλι, κάποτε, γνώρισα σε κλαμπ έναν και αφού συνεννοηθήκαμε με τα μάτια και σταματήσαμε να χορεύουμε, για να τον κεράσω κάτι, συνειδητοποίησα ότι ήταν κωφός. Στην απορία μου για το χορό και το ρυθμό του, μου είπε ότι τη μουσική την ένιωθε στην κοιλιά. Πήρε το χέρι μου και με άφησε να την αγγίξω.
Δίχως σκέψη, η μουσική αγγίζει του αυτιού τις μεμβράνες.
When I play on my fiddle in Dooney,
Folk dance like a wave of the sea;
...And the merry love to dance...
...And dance like a wave of the sea.
...έγραψε ο Yeats στο the Wind among the Reeds.
...με κλειστά τα μάτια, θα προσθέσω.