Από τη σελίδα στο Facebook της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας πληροφορήθηκα ότι η λεπτομύτα θεωρείται επισήμως εξαφανισμένη. Ήταν μεταναστευτικό πουλί που αναπαραγόταν στη δυτική Σιβηρία και διαχείμαζε σε υγρότοπους της Μεσογείου. Πρόκειται για την πρώτη επίσημη εξαφάνιση είδους ορνιθοπανίδας από την ηπειρωτική Ευρώπη, τη Βόρεια Αφρική και τη Δυτική Ασία.
Υπήρχε ένα περιβαλλοντικό πρόγραμμα στα τέλη της δεκαετίας του 90, τότε που η επαγγελματική μου απασχόληση είχε σχέση με περιβαλλοντικά προγράμματα. Το θυμήθηκα, έψαξα στο διαδίκτυο και το επιβεβαίωσα μέσα από άρθρο του Γιώργου Χανδρινού στον Οιωνό, την περιοδική έκδοση της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας (Σεπτέμβριος του 1999). Το πρόγραμμα ήταν συγχρηματοδοτούμενο, ευρωπαϊκό στο πλαίσιο του LIFE υπό το συντονισμό της Γενικής Γραμματείας Δασών και Φυσικού Περιβάλλοντος του τότε Υπουργείου Γεωργίας και με εταίρους τέσσερα ευρωπαϊκά ινστιτούτα, την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και το Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων - Υγροτόπων.
Η λεπτομύτα λοιπόν, η Numenius tenuirostris, ήταν ένα μεσαίου μεγέθους παρυδάτιο πτηνό, ένα τουρλί από τα έξι είδη του γένους παγκοσμίως, το οποίο φώλιαζε στη νοτιοδυτική Σιβηρία. Εκεί, τη δεκαετία του 1920 είχαν καταγραφεί κάποιες λίγες φωλιές. Μετανάστευε για να περάσει το χειμώνα στη βορειοδυτική Αφρική, ενώ μικρός πληθυσμός ξεχειμώνιαζε στα πέριξ του Περσικού Κόλπου. Μέχρι πριν από εκατό χρόνια οι πληθυσμοί της λεπτομύτας ήταν μεγάλοι, σημαντικοί και με πυκνότητα που ξεπερνούσε αυτή συγγενικών ειδών. Η πρώτη καταγραφή λεπτομύτας στην Ελλάδα έγινε στην Κέρκυρα το 1857 με το δέλτα του Έβρου, το Πόρτο Λάγος και το δέλτα του Αξιού να αποτελούν κομβικές τοποθεσίες για την επιβίωση του είδους.
Οι πληθυσμοί της δυστυχώς άρχισαν να φθίνουν ραγδαία πριν έναν αιώνα για λόγο άγνωστο - ή ίσως εξαιτίας συνδυασμού πολλών και γνωστών λόγων. Και τώρα τέλος, πιστοποιημένο και με σφραγίδα.
Σε επιστροφή στην Αθήνα με αεροπλάνο πριν λίγες μέρες, την ώρα που αυτό χαμήλωνε πάνω από το Ευβοϊκό για το αεροδρόμιο, αντίκρισα από το παράθυρο τη μικρή σκιά του αεροσκάφους να γλιστράει στην υδάτινη απλωσιά. Στιγμή που διαπίστωσα το άκυρο της μεγάλης φοβίας μου να συγκρουστεί αεροπλάνο στον αέρα με άλλο που πετάει σε αντίθετη κατεύθυνση. Φοβία που γεννιέται σαν κοιτάζω τις πηγμένες ατμοσφαιρικές διαδρομές σε ψηφιακούς χάρτες, σε οθόνες κινητών με καρικατούρες αεροπλανάκια να πηγαινοέρχονται κατά μήκος. Καθησυχαστική η απεραντοσύνη του ουρανού και των θαλασσών.
Όπως η ελπίδα ήταν ένα μικρό ξεχασμένο πουλάκι στο κουτί της Πανδώρας έτσι, ίσως, μέσα σ' αυτήν την απεραντοσύνη θα υπάρχουν κάποιες λεπτομύτες που θα εξακολουθούν να μεταναστεύουν πετώντας κατά μήκος των αρχαίων, των δικών τους διαδρόμων. Ελάχιστες αλλά ικανές ώστε να βρει κάποια στιγμή η μία την άλλη. Και να κάνουν πάλι παιδάκια σε φωλίτσες εκεί πάνω στη Σιβηρία. Κάτω από το ραντάρ μας, πέρα από κόπτες ανεμογεννητριών και πύργους πετρελαϊκών εξεδρών, ταξιδεύοντας και ξεδιψώντας σε κάποιο φιλόξενο υγρότοπο - ξεχασμένος και άθικτος κι αυτός.
Ελπίδα όπως αυτών που είδαν το 1995 στη νότια Ιταλία ένα μικρό κοπάδι από είκοσι περίπου λεπτομύτες. Όπως εκείνη η τελική σκηνή από το Θαύμα στο Μιλάνο, την ταινία του Βιτόριο Ντε Σίκα, με τους κυνηγημένους από την αστυνομία κατοίκους των παραπηγμάτων να ξεφεύγουν από τα χέρια της αστυνομίας. Να απογειώνονται και να πετούν πάνω σε σκούπες για κάπου αλλού - μακριά.