Skip to main content
Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024
Εμφατικά ναι

«Έτσι, σε επιστολή του στις 23 Ιουλίου 1961, ο Γκέντελ απαντά στο ερώτημα της μητέρας του αναφορικά με το "Wiedersehen", που σημαίνει "θα ξανασυναντηθούμε". Πουθενά δεν αναφέρονται γενικές, αόριστες έννοιες όπως "αθανασία" ή "μετά θάνατον ζωή", αλλά κάτι πολύ συγκεκριμένο: Αν μπορούμε να ξανασυναντήσουμε τους αγαπημένους μας μετά το βιολογικό τέλος μας.

Η απάντηση του γιου είναι ένα εμφατικό "ναι". Το σκεπτικό του είναι ότι, εφόσον ο κόσμος μας είναι τόσο λογικά οργανωμένος, τότε θα ξανασυναντηθούμε. "Διότι τι νόημα θα είχε να έρθει στη ζωή ένα πλάσμα (ο άνθρωπος) με τόσο ευρεία κλίμακα δυνατοτήτων προσωπικής ανάπτυξης και σχέσεων με τους άλλους μόνο και μόνο για να επιτύχει το ένα τοις χιλίοις αυτού"»; («Θα ξανασυναντηθούμε μετά θάνατον;» Ηλίας Μαγκλίνης, Καθημερινή, 18/1/24).

«Στο ερώτημα “αν υπάρχει πιθανότητα να ξανασυναντηθούμε μετά θάνατον;” της μητέρας του κορυφαίου φιλοσόφου της Λογικής και των Μαθηματικών Kurt Friedrich Goedel (1906-1978), στο οποίο τόσο παραστατικά αναφέρεται ο Ηλίας Μαγκλίνης σε δύο πρόσφατα συνεχόμενα κείμενά του στην Καθημερινή, η απάντησή του είναι ένα “εμφατικό ναι”!» (Τα Νέα, 10-11/2/24)

Έτσι ανοίγει το κείμενο με τίτλο «Από τον φιλόσοφο Goedel στον θεολόγο Ζηζιούλα» ο Δημήτρης Λινός. 

Συνεχίζει ο κ. Λινός: «Σίγουρα αυτή η απάντηση του διάσημου καθηγητή του Πρίνστον και στενού φίλου του Αϊνστάιν εντυπωσιάζει και μάλιστα όταν αναφέρεται στη βιβλική αναφορά (Α’ Κορ.15, 33-49) “ότι οι ζωές μας και τα σώματά μας σε αυτή τη ζωή είναι μόνο σπόροι, που περιμένουν την καταστροφή τους, μετά την οποία θα αναπτυχθούν στο τελικό στάδιο της ύπαρξής μας”! Την απάντησή του προς αυτούς που αντιδρούν στη βεβαιότητά του για τη μετά θάνατον ανάσταση και αιώνια ζωή σημειώνει σε υστερόγραφο της τελευταίας επιστολής του προς τη μητέρα του: “Το τρέχον περιεχόμενο σπουδών στη Φιλοσοφία δεν βοηθάει πολύ στην κατανόηση τέτοιων ερωτήσεων, διότι το 90% των σύγχρονων φιλοσόφων βλέπουν ως κύριο αντικείμενό τους να κλοτσάνε τη θρησκεία έξω από το κεφάλι των ανθρώπων, κάνοντας το ίδιο όπως οι κακές συμπεριφορές της Εκκλησίας”».

Ο Γκέντελ μπορεί να ήταν μαθηματικός, που με τα θεωρήματα της μη πληρότητας και τις φιλοσοφικές προεκτάσεις τους, άσκησε πίεση, πρωτίστως, στις θέσεις των μαθηματικών της εποχής του αλλά και στις αντιλήψεις των φιλοσόφων, αλλά, εδώ, στα παραθέματα που χρησιμοποιεί ο κ. Λινός, γράφει στη μητέρα του, που ζει στην Αυστρία, από το Πρίνστον στο New Jersey. Ο Γκέντελ, εμφανώς, υπερβάλλει για το «90% των σύγχρονων φιλοσόφων» που «βλέπουν ως κύριο αντικείμενό τους να κλοτσάνε τη θρησκεία έξω από το κεφάλι των ανθρώπων». Το ορθότερο, και εντελώς διαφορετικό, θα ήταν να πει κανείς ότι το 90% των σύγχρονων φιλοσόφων της εποχής δεν αισθάνονταν την ανάγκη να επικαλεστούν κάπου την παρουσία του Θεού για να προχωρήσουν κάποιο συλλογισμό ή επιχείρημά τους. Ο κ. Λινός, από την άλλη, που όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του στο τέλος του κειμένου είναι «καθηγητής Χειρουργικής στο ΕΚΠΑ και Lecturer στην Ιατρική Σχολή του Harvard και εθελοντής ιερέας», αισθάνεται την ανάγκη, όντας “επιστήμονας” (η ιατρική δεν είναι ακριβώς επιστήμη), να επικαλεστεί από το λαμπρό έργο ενός μαθηματικού τις φιλοσοφικές ανησυχίες του. Φιλοσοφικές ανησυχίες, τις οποίες εκφράζει, κατασκευάζοντας και ένα επιχείρημα, στη μητέρα του στην προσωπική του αλληλογραφία. Αξίζει να διαβάσει κανείς το εξαιρετικό δοκίμιο We'll meet again του Alexander Englert, από το οποίο αφορμώνται ο Ηλίας Μαγκλίνης και ο Δημήτρης Λινός. O Englert τυγχάνει ερευνητής, στη φιλοσοφία, στο ίδιο Institute for Advanced Study στο Πρίνστον του New Jersey, που εργάστηκε και ο Γκέντελ.          

Ο κ. Λινός, επίσης, αισθάνεται την ανάγκη να αυξήσει το κύρος του Γκέντελ στα μάτια των αναγνωστών της εφημερίδας, που πιθανόν να μην γνωρίζουν ποιος είναι. Παρατηρήστε ότι ο συντάκτης δεν παραλείπει να τον συσχετίσει με τον Αϊνστάιν, τον αποκαλεί «κορυφαίο φιλόσοφο της Λογικής και των Μαθηματικών», αλλά και «διάσημο καθηγητή του Πρίνστον», χωρίς βέβαια να υπεισέρχεται πουθενά στην ουσία του επιχειρήματός του, που αναλύεται στο δοκίμιο του Englert, γιατί η απάντηση είναι ένα «εμφατικό ναι» στο αν θα συναντηθεί ξανά με τη μητέρα του μετά θάνατον.   

«Ο Ένγκλερτ σχολιάζει ότι είναι σαν να διαβάζεις έναν πλατωνικό διάλογο από τον οποίο λείπει η μία πλευρά κι έχουν απομείνει μονάχα οι αράδες που αποδίδονται στον Σωκράτη. “Μολονότι μας λείπουν οι δικές της λέξεις”, γράφει, “της χρωστούμε ευγνωμοσύνη διότι δίχως τη δική της περιέργεια και το ανεξάρτητο πνεύμα της δεν θα είχαμε μια επιπλέον ευκαιρία να κατανοήσουμε τη φιλοσοφία του διάσημου γιου της”» (Καθημερινή, 18/1/24) γράφει ο Ηλίας Μαγκλίνης.

Ο κ. Λινός, στη συνέχεια του κειμένου, συνδέει την πεποίθηση του Γκέντελ ότι θα ξανασυναντηθεί με τη μητέρα του μετά θάνατον με τις θέσεις του «Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα (1931-2023) που “κοιμήθηκε” πριν από έναν ακριβώς χρόνο». 

«Επειδή πολλοί μιλούν τελευταία για την Εκκλησία και τον ρόλο της σήμερα, η δική του θεολογική άποψη είναι κρίσιμη. “Η Εκκλησία την αληθινή υπόστασή της την αντλεί όχι από το παρελθόν της ιστορίας της, όσο και να είναι πλούσια και ένδοξη η ιστορία αυτή, ούτε από το παρόν της δράσεως και του λόγου της, όσο και αν αυτά είναι πλούσια και εντυπωσιακά, αλλά από το μέλλον, από το δράμα ενός κόσμου, όχι όπως ήταν ή όπως είναι, αλλά όπως θα είναι στο τέλος της ιστορίας”».

Ο κ. Λινός συνεχίζει με ένα απόσπασμα από το Remembering the Future (Ενθυμούμενοι το μέλλον) του Ζηζιούλα: «Η ανάσταση είναι η αποκατάσταση της κοινωνίας, όχι απλά να επανέλθει η ζωή στο σώμα. Χάνουμε τη σημασία της παντελώς αν θεωρήσουμε την ανάσταση των ατόμων ως αυτόνομων οντοτήτων. Ο θάνατος δεν διαλύει τις σχέσεις που αποτελούν την υπόστασή μας για πάντα, αλλά μόνο προσωρινά, σαν έναν ύπνο (κοίμηση) και ότι η σημερινή κατάσταση της ιστορικής μας ύπαρξης κρατιέται ζωντανή με αυτούς που έχουν φύγει μέσω του Αγίου Πνεύματος”. Με άλλα λόγια ο Ιωάννης Ζηζιούλας συμφωνεί με τον Kurt Geodel ότι θα έρθει στιγμή που όλοι θα αναστηθούμε και εκείνος θα ξανασυναντηθεί με τη μητέρα του και εμείς με αυτούς που αγαπήσαμε σε αυτή την προσωρινή ζωή μας».  

Χωρίς να είμαι αρμόδιος να κρίνω, έχω την εντύπωση ότι ο κ. Λινός αδικεί τον Ιωάννη Ζηζιούλα, όταν παραλληλίζει τις σκέψεις του με αυτά που έγραφε ο Γκέντελ στη μητέρα του, όσο κι αν οι σκέψεις του Γκέντελ φαντάζουν σχετικές.      

Και όλα αυτά είναι πολύ όμορφα. Δεν βλάπτουν κανέναν. Υπάρχει, όμως, και καλύτερη λογοτεχνία.