Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες.
― Γιώργος Σεφέρης
Στη Λευκωσία όπου κατοικώ, οι αθηναϊκές εφημερίδες έρχονται αεροπορικώς και διανέμονται σε επίλεκτα περίπτερα της πόλης. Δεν έρχεται η κυριακάτικη Καθημερινή, γιατί εκδίδεται μια κυπριακή κυριακάτικη Καθημερινή η οποία ενσωματώνει ύλη από το αθηναϊκό φύλλο, και ταυτόχρονα δίνει κάποιες από τις προσφορές που περίσσεψαν από την αθηναϊκή έκδοση της προηγούμενης εβδομάδας. Δοκίμασα να γραφτώ συνδρομητής στην αθηναϊκή έκδοση της κυριακάτικης Καθημερινής, αλλά έφτανε στο σπίτι μου με πέντε μέρες καθυστέρηση. Το ίδιο συνέβαινε όταν ζήτησα από έναν συνεργάτη μου στην Ελλάδα να μου την ταχυδρομεί κάθε Δευτέρα πρωί: την έπαιρνα την Παρασκευή ή την επόμενη Δευτέρα. Έτσι εγκατέλειψα την προσπάθεια.
Το αθηναϊκό Βήμα του Βαγγέλη Μαρινάκη ερχόταν κανονικά τις Κυριακές στην Κύπρο, ώσπου αποφάσισε στρατηγική συνεργασία με τον τοπικό Φιλελεύθερο του Νίκου Παττίχη. Ο Φιλελεύθερος άλλαξε σχήμα και σχεδιασμό για να εξομοιωθεί με το αθηναϊκό πρότυπο, χρησιμοποιώντας μάλιστα τις ίδιες γραμματοσειρές που είχε κατ΄αποκλειστικότητα ως τότε το Βήμα. Κάθε Κυριακή, στην ακριβή του έκδοση, ο Φιλελεύθερος τύπωνε και ενέθετε στη σακούλα το Βήμα. Τώρα αποφάσισε να τυπώνει μόνο μια επιλογή 36 σελίδων με θέματα από το αθηναϊκό φύλλο, οπότε ούτε το Βήμα του Βαγγέλη Μαρινάκη το βρίσκω πλήρες στη Λευκωσία. Άντε μετά να κάνεις συνεκτική ανασκόπηση του ελλαδικού Τύπου, όταν σου λείπουν τα μισά άρθρα.
Σιγά το πρόβλημα, θα μου πείτε. Είναι τέτοιο το επίπεδο της δημοσιογραφίας και της ενημέρωσης στην Ελλάδα που η έλλειψη από τις έντυπες εκδόσεις των μεγάλων εφημερίδων δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία. Οι εφημερίδες λειτουργούν κυρίως ως μοχλός πίεσης ή απόκρυψης, καθώς και ως διακοσμητικές ταπετσαρίες στα περίπτερα. Πρέπει πάντα να τις διαβάζεις υποψιασμένος, αναλογιζόμενος ποιος γράφει, ποιος εκδίδει, και γιατί. Θα προσαρμοστούμε, αναγκαστικά, απλώς δεν είχαμε συνηθίσει να εφαρμόζουμε το ερώτημα Cui bono και στην ενημέρωση. Και αυτό ακριβώς εννοώ λέγοντας «συνεκτική ανασκόπηση».
Τούτων δοθέντων, την περασμένη Κυριακή σημειώθηκε ένα σπάνιο φαινόμενο, μια συζυγία δημοσιογραφικών πλανητών που ήταν ορατή και από την Κύπρο. «Βουλιάζουμε, δεν αλλάζουμε» ήταν ο πρωτοσέλιδος τίτλος του Βήματος του Βαγγέλη Μαρινάκη, σε άρθρο που υπέγραφε ο Ι.Κ. Πρετεντέρης. «Ή θα σοβαρευτούμε ή θα βουλιάξουμε» ήταν ο τίτλος που είχε το άρθρο του Αλέξη Παπαχελά στην Καθημερινή (το φαινόμενο το παρατήρησε και ο Στέλιος Κούλογλου στο TVXS). Αμφότεροι παρέπεμπαν στο σύνθημα που είχε λανσάρει ο Γ.Α. Παπανδρέου το 2009: «Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε».
Το σύνθημα αυτό ήταν τόσο πετυχημένο (ως και τίτλος επιθεώρησης έγινε, και το χρησιμοποίησε και ο Αλέξης Τσίπρας!) ώστε ουδείς εκ των εγκρίτων δημοσιογράφων δεν θεώρησε σκόπιμο να αναφέρει την πηγή της έμπνευσής του, είναι πλέον κοινός τόπος, meme. Το σύνθημα αυτό ήταν τόσο καταλυτικό ώστε ουδείς σκέφτηκε να κάνει τη σύνδεση με το σεφερικό στίχο «Βουλιάζει όποιος σηκώνει τις μεγάλες πέτρες». Αλλά δεν έχει σημασία, ο Σεφέρης ήταν αυτός που είχε γράψει επίσης πως «Η πρωτοτυπία είναι μια νεανική διασκέδαση που πρέπει κάποτε να μείνει πίσω». Και ουδείς θα κατηγορήσει τους δημοσιογράφους και πολιτικούς της χώρας για υπερβολική πρωτοτυπία. Αλλά ας δούμε το φαινόμενο λίγο προσεκτικότερα.
Αρχικά, πρέπει να πιστώσουμε το σύνθημα στον δημιουργό του. Αυτός δεν ήταν ο Γ.Α. Παπανδρέου, ήταν απλώς ο άνθρωπος που το έκανε διάσημο. Εμπνευστής του συνθήματος «Αλλάζουμε ή Βουλιάζουμε» ήταν ο στοχαστής και μεταρρυθμιστής υπουργός του Πασόκ Γιάννης Ραγκούσης, ο οποίος στη συνέχεια περιπλανήθηκε για να ενταχθεί τέλος στον Σύριζα με φοβερό πολιτικό τάιμινγκ, ακριβώς όταν έγινε σαφές ότι ο Σύριζα θα χάσει τις εκλογές. Περιέργως ο κ. Ραγκούσης αρκείται στα καθήκοντα του τομεάρχη και δεν διεκδίκησε την προεδρία του Σύριζα, αλλά τον φαντάζομαι να μουρμουρίζει μελαγχολικά «Ανθ΄ημών, Κασσελάκης». Θα ήταν πάντως πειστικός και ως υποψήφιος δήμαρχος ― άλλωστε από τη δημαρχία της Πάρου ξεκίνησε την καριέρα του.
Στη συνέχεια, πρέπει να λύσουμε το γρίφο του άρθρου με τους δύο τίτλους. Αν προσέξουμε το πρωτοσέλιδο του Βήματος του Βαγγέλη Μαρινάκη, το άρθρο του Ι.Κ. Πρετεντέρη έχει άλλο τίτλο από αυτόν του κυρίου άρθρου (που είναι το ίδιο!), και λέγεται «Όρος Επιβίωσης». Υπάρχει ένα γενικότερο θέμα με τους τίτλους στο Βήμα του Βαγγέλη Μαρινάκη, τίτλους κειμένων και τίτλους προσώπων. Στην ταυτότητα της εφημερίδας, ας πούμε, δεν εμφανίζεται πρώτος ο Εκδότης, ως είθιστο, αλλά «Ιδιοκτησία», που είναι η ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε. Ακολουθεί ο «Κύριος Μέτοχος» (της ΑΕ, φαντάζομαι) που είναι ο Ευάγγελος Μαρινάκης. Αυτόν ακολουθεί ο «Νόμιμος Εκπρόσωπος», που είναι ο Ιωάννης Βρέντζος. Τότε και μόνο τότε κάνει την εμφάνισή του ο «Εκδότης», που είναι ο... Ι.Κ. Πρετεντέρης.
Πρέπει επειγόντως να μιλήσουμε για τις λέξεις και τις έννοιες στην Ελλάδα σήμερα, και όχι μόνο στην πολιτική, πριν αρχίσουν να αυτοκτονούν οι φιλόλογοι. Τι σημαίνει πλέον «Εκδότης» εφημερίδας; Είναι αυτός που χαράσσει την πολιτική γραμμή; Είναι αυτός που χαράσσει την εκδοτική πολιτική; Είναι αυτός που χρηματοδοτεί την έκδοση; Είναι αυτός που εκδίδει τις επιταγές; Είναι αυτός που συντάσσει το κύριο άρθρο; Ή είναι κάτι άλλο που μας διαφεύγει, γιατί αλλάξαμε δίχως να το αντιληφθούμε και βρισκόμαστε «πολλές οργιές κάτω απ’ την επιφάνεια του Αιγαίου», για να θυμηθούμε τον Σεφέρη; Κάθε προσφορά δεκτή, ο λεξικογράφος του μέλλοντος θα μας ευγνωμονεί.
(Στην περίπτωση της Καθημερινής, τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα. Μπορεί ο Αλέξης Παπαχελάς να συμπεριφέρεται ενίοτε ως εκδότης, αλλά τύποις έχει τον τίτλο του «Διευθυντή», τουλάχιστον όσο διαρκεί η παρούσα ιδιοκτησία της εφημερίδας. Μετά, βλέπουμε.)
Στον θαυμαστό χώρο των media του Βαγγέλη Μαρινάκη, πληροφορηθήκαμε την περασμένη εβδομάδα ότι η εταιρεία Alter Ego Media ίδρυσε νέα θυγατρική, τη More Media. Στο Δελτίο Τύπου διαβάζουμε την εκπληκτική περιγραφική παράγραφο «Στον πυρήνα της νέας εταιρείας θα βρίσκεται ποιοτικό περιεχόμενο που καλύπτει όλους τους τομείς της αγοράς: γαστρονομία, ταξίδι, βιωσιμότητα αλλά και ομορφιά, ευεξία και υγεία, καθώς και θέματα που ενδιαφέρουν τον άνδρα και τη γυναίκα. Η όλη ανάπτυξη της MORE MEDIA γίνεται με ολιστική 360° λογική και άξονα την omni-channel στρατηγική σε online / offline / TV / BTL επίπεδο», που μόνον ένας Εκδότης θα μπορούσε να γράψει. Αλλά η ουσία βρίσκεται στην τελευταία πρόταση του Δελτίου: «Τη συνολική ευθύνη για τη στρατηγική ανάπτυξη της MORE MEDIA έχει ο Αντώνης Λυμπέρης».
Ο Αντώνης Λυμπέρης υπήρξε Εκδότης. Ανελίχθη θεαματικά, αλλά όπως και άλλοι συνάδελφοί του δεν κατάφερε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες («Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε», anyone?) και έκλεισε την εταιρεία του το 2012, άρα είναι ένας πρώην εκδότης. Ο ίδιος πάντως, όταν έκανε πρόσφατα ένα διαφημιστικό για κουζίνες πολυτελείας (μα το Θεό!), δήλωσε «Εκδότης» σκέτο, ενώ η σύζυγός του Έλενα Μακρή, πιο ρεαλιστικά ίσως, δήλωσε «Εκδότρια, Συγγραφέας και εσχάτως Σχεδιάστρια Ρούχων». Καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή, φυσικά, και όταν τοποθετείς τον Αντώνη Λυμπέρη επικεφαλής της στρατηγικής ανάπτυξης μιας εκδοτικής εταιρείας έχεις εγγυημένη επιτυχία, τουλάχιστον όση έχει και η τοποθέτηση του Βασίλη Κικίλια στο Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας.
Υστερόγραφο: Τον τίτλο «Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» τον είδαμε και σε άρθρο του Πρώτου Θέματος την Κυριακή. Όμως δεν ήταν άρθρο γνώμης αλλά ενημέρωσης, και ο συντάκτης του Γιώργος Καραγιάννης δεν είναι ούτε Εκδότης ούτε Διευθυντής, οπότε πέρασε μάλλον απαρατήρητο. Πάντως και αυτό δείχνει τη δύναμη του συνθήματος.