Skip to main content
Πέμπτη 27 Μαρτίου 2025
Η καρδιά μου βούλιαξε

— «Ένας 50άρης, που δεν έχει κάνει οικογένεια, δεν μπορεί να μην έχει κάποιο πρόβλημα».

Τάδε έφη Μαρία Σολωμού. Η δήλωση στέκει υποστηρικτικά προς το «Κάνε κάνα παιδί» του Δημήτρη Κυριαζίδη προς τη Ζωή Κωνσταντοπούλου. Όποιος βρίσκει εύλογο το σχόλιο προς την κ. Κωνσταντοπούλου οφείλει να βρίσκει εύλογο και το σχόλιο της κ. Σολωμού. Μέσα στον παραλογισμό τους, μόνο έτσι δύναται να σταθούν τα σχόλια. Όποιος όμως βλέπει δίκιο στον κ. Κυριαζίδη και άδικο στην κ. Σολωμού μάλλον νοσεί από ελαφριά ασυνέπεια.  

 

— Διάβασα το «Η Τουίγκι και η τοξική αρρενωπότητα των 60s» (Τα Νέα, 10/3/25) της Διονυσίας Μαρίνου. Η κ. Μαρίνου υποτίθεται ότι μεταφράζει ένα άρθρο από την Guardian. Γιατί λέω υποτίθεται;

Παραθέτω: 

«Με αφορμή την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ “Twiggy” που κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες σε σκηνοθεσία Σάντι Φροντ με θέμα τη ζωή της, Η Τουίγκι Λόσον όπως είναι το όνομά της, μίλησε στην εφημερίδα “Guardian” [...]. [...] Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που θυμήθηκε από το πρώτο ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν ο Γούντι Άλεν έβαλε στόχο να την εκθέσει. Με το πρόσχημα της συνέντευξης, άρχισε να τις (sic) κάνει ερωτήσεις που ήξερε ότι δεν μπορούσε να απαντήσει όπως για τους αγαπημένους της φιλοσόφους. “Προσπαθούσε να με κάνει να φαίνομαι ηλίθια. Η καρδιά μου βούλιαξε. Θυμάμαι ότι τον κοίταζα και τον παρακαλούσα με τα μάτια να σταματήσει”» (δική μου υπογράμμιση).

Εκτός από τον αγγλισμό που έχω επισημάνει το θέμα, εδώ, είναι ότι το όνομά της δεν είναι Τουίγκι Λόσον αλλά Λέσλι Χόρνμπι.  

Δεν είναι όμως μόνο αυτό:

«Ο Σπέκτορ αφού της επισήμανε επανειλημμένα ότι δεν θα την αποκαλούσε Τουίγκι, άρχισε να κουνάει ένα όπλο. “Δεν είχα ξαναδεί αληθινό. Μόνο στην τηλεόραση. Τα πόδια μου έφυγαν. Ο Μάικλ με έβγαλε από εκεί”, είπε με τρόμο στον δημοσιογράφο» (δική μου υπογράμμιση).  

Το Google translate είναι ένα εργαλείο γι’ αυτές τις περιπτώσεις, με την προϋπόθεση βέβαια ότι κάποιος έχει τη διάθεση να κάνει και στοιχειώδη επιμέλεια. 

— Η αναφορά στο Google translate έχει όμως να κάνει και με μια ανάρτηση που έκανε ο μεταφραστής Αλέξανδρος Κυπριώτης στις 9/3, για την κριτική του Θανάση Μήνα «Η αμφιθυμία της επανένωσης» (Αναγνώστης, 8/3/25) για το Καιρός της Τζένι Έρπενμπεκ (μτφρ.: Α. Κυπριώτης, Καστανιώτης 2024).

Παραθέτω από την ανάρτηση του κ. Κυπριώτη:

«Το παρακάτω απόσπασμα που δημοσιεύεται σε κριτική του Θανάση Μήνα για το μυθιστόρημα της Τζέννυ Έρπενμπεκ “Καιρός” (μτφρ. Αλέξανδρος Κυπριώτης, Εκδόσεις Καστανιώτη) ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Τζέννυ Έρπενμπεκ, αν και όσες και όσοι έχετε διαβάσει κάποιο βιβλίο της θα το έχετε ήδη καταλάβει.

Ακολουθεί το απόσπασμα στο περιοδικό για το βιβλίο και τις τέχνες ο αναγνώστης:

“η ελευθερία της κατανάλωσης τής φαίνεται (της Καταρίνα) σαν ένας Τείχος από καουτσούκ της Ινδίας, που χωρίζει τους ανθρώπους από κάθε λαχτάρα που μπορεί να υπερβαίνει τις προσωπικές και στιγμιαίες επιθυμίες τους. Πρόκειται να γίνει άλλος πελάτης;»

Ακολουθεί το πρωτότυπο της συγγραφέως στα γερμανικά:

“die Freiheit des Konsums erscheint ihr wie eine Gummiwand, die die Menschen von den Sehnsüchten abtrennt, die jenseits ihrer persönlichen Bedürfnisse liegen. Ist womöglich auch sie bald nur noch Kundschaft?” (S. 339)

Και η μετάφρασή του από την ελληνική έκδοση:

“η ελευθερία της κατανάλωσης της φαίνεται σαν λαστιχένιος τοίχος που χωρίζει τους ανθρώπους απ’ τις λαχτάρες τους, που βρίσκονται στην άλλη πλευρά των προσωπικών αναγκών τους. Είναι άραγε πιθανό να ’ναι κι αυτή σε λίγο απλώς πελάτισσα;” (σελ. 358)

Υ.Γ. Το απόσπασμα που δημοσιεύεται στο περιοδικό για το βιβλίο και τις τέχνες ο αναγνώστης είναι αυτόματη μετάφραση από το Google Translate της αγγλικής μετάφρασης του μυθιστορήματος, το εξώφυλλο της οποίας κοσμεί τη δημοσίευση, αναφέροντας όμως τα στοιχεία της ελληνικής έκδοσης.

Απόσπασμα στην αγγλική μετάφραση: “the freedom to consume seems like an India rubber wall to her, separating people from any yearnings that might transcend their personal and momentary wishes. Is she about to be another customer?”

Βέβαια κάποιος επιμελήθηκε την αυτόματη μετάφραση, τονίζοντας λανθασμένα το “τής”, προσθέτοντας σε παρένθεση το “(της Καταρίνα)” και αλλάζοντας το “ένας τοίχος” σε “ένας Τείχος”».

Το αξιοπερίεργο είναι ότι μέχρι τη στιγμή που γράφτηκε η παρούσα στήλη το απόσπασμα δεν είχε ακόμη διορθωθεί. 


— Διάβασα το «Δεν γίνεται ζωή χωρίς ρίσκο» (Το Βήμα, 16/3/25) τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Γιάννης Πάσχος στον Γρηγόρη Μπέκο, με αφορμή το πρώτο του μυθιστόρημα Παραδείσια πουλιά (Περισπωμένη, 2024). 

Παραθέτω: 

«“Ανδρική φιλία σημαίνει, για μένα, να είσαι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή και έτοιμος να δώσεις ακόμα και το τομάρι σου για τον άλλο, αν χρειαστεί. Είναι μια σχέση πυρηνική, περιλαμβάνει ακόμα και το ερωτικό στοιχείο που όμως δεν γίνεται ποτέ σώμα. Ανδρική φιλία σημαίνει, για μένα, να παίζεις μπουνιές με τον άλλο και αμέσως μετά να αγκαλιάζεστε δακρυσμένοι, συντετριμμένοι από τη συγχώρεση” εκτίμησε ο συγγραφέας.

Το μεγάλο ενδιαφέρον του μυθιστορήματός του, που διαδραματίζεται στην Αθήνα, έγκειται ακριβώς στη σχεδόν  φυσική συνύπαρξη (ουσιαστικά ή φαινομενικά) αντιθετικών κόσμων, έτσι κινούνται οι ήρωες του Πάσχου, έτσι ξεδιπλώνουν τις περιπέτειές τους. Από τη μια μεριά, η παστρική κοινωνία, ο ακαδημαϊκός  χώρος, τα πανεπιστήμια. Από την άλλη μεριά, οι οίκοι ανοχής, τα μπουρδέλα με τα κορίτσια τους, υπόκοσμος, το περιθώριο. “[...] Κατά τη γνώμη μου, γενικά, αυτό είναι ο άνθρωπος. Όλα συνυπάρχουν μέσα του, όλα. Είχα μια φίλη που δούλευε λουλουδού σε σκυλάδικα και συγχρόνως ήταν μανιώδης αναγνώστρια ποίησης. Δεν υφίσταται φανερή, κραυγαλέα σύνδεση, κι όμως αυτά τα δύο συνδέονταν βαθιά μέσα της”. [...] Άνθρωπος που δεν έχει φάει απόρριψη στη ζωή είναι πολύ φλώρος τελικά. Η απόρριψη εμένα με έκανε ανθεκτικό, με βοήθησε πολύ. Η απόρριψη, από αυτή την άποψη, ενέχει, ένα προσωπικό μεγαλείο προς ανακάλυψη. Κοιτάξτε, νομίζω, τα πράγματα είναι από τη φύση τους απλά. Τα περιπλέκουν οι άμυνες και οι στόχοι των ανθρώπων. Τα δώρα που μας δίνει η ζωή είναι τα εμπόδια”».

Αναγνωρίζω ότι ο συγγραφέας προάγει ένα εφηβικό hardboiled ύφος. Τίποτα όμως δεν είναι «από τη φύση του απλό». Το πρόβλημα, εδώ, είναι ότι ο κ. Πάσχος μοιάζει περισσότερο με ταξιτζή που μεταλαμπαδεύει τη σοφία του, παρά με συγγραφέα που επιθυμεί να συζητήσει, έστω και χαλαρά, για το βιβλίο του. Είναι η δεύτερη φορά που σχολιάζω το συγκεκριμένο. Η πρώτη ήταν με μια “κριτική” του Φίλιππου Φιλίππου που, παρότι θετική, δεν νομίζω ότι λειτουργεί και τόσο υποστηρικτικά προς το βιβλίο. Επιμένω με τον τρόπο που προωθείται το βιβλίο, γιατί, ενώ ο εκδότης αποπνέει σοβαρότητα, στη συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να προσπεράσει κανείς το βιβλίο. 

— Παρακολουθώντας τις κριτικές που παρουσιάζονται στη σελίδα Bookpress δεν γίνεται να μην διακρίνει κανείς την παραγωγικότητα ορισμένων συντακτών. Ναι, ο Διονύσης Μαρίνος ως έμμισθος συνεργάτης οφείλει, εικάζω, να παραδίδει όσα κείμενα απαιτούνται για να συντηρεί η σελίδα τη ροή διαφημίσεων που αποτελεί και τη βασική πηγή εσόδων της. Έτσι, σε διάστημα εβδομάδας (10-17/3) αναρτήθηκαν πέντε “κριτικές” που φέρουν την υπογραφή του. Σε διάστημα μιας εβδομάδας ο κ. Μαρίνος διάβασε 1) το δοκίμιο Διονύσης Σαββόπουλος (Μεταίχμιο 2003) του Δημήτρη Καράμπελα, 2) το δοκίμιο Η ήττα της Δύσης (μτφρ.: Σοφία Σφυρόερα, Πεδίο 2025) του Εμανουέλ Τοντ, 3) τη συλλογή διηγημάτων Από το τοπικό στο παγκόσμιο (επιμ.: Γ. Περαντωνάκης, Διόπτρα 2025), 4) το “δοκίμιο” Εσύ είσαι το Placebo (μτφρ.: Χρήστος Καψάλης, Key Books 2025) του Joe Dispenza, 5) Τη συλλογή δοκιμίων Ο δρόμος του Σαν Τζοβάνι (μτφρ.: Δήμητρα Δότση, Καστανιώτης 2025) του Ίταλο Καλβίνο. Διάβασε δηλαδή συνολικά περίπου 1650 σελίδες και συνέταξε και τα κείμενα. Ναι, την προηγούμενη εβδομάδα είχε παρουσιάσει “μόνο” δύο “κριτικές” αλλά και πάλι, αυτά δεν φαντάζουν απλώς κωμικά αλλά λειτουργούν και αρνητικά για τα βιβλία, τους συγγραφείς και τους εκδότες. Ο κ. Μαρίνος τη δουλειά του κάνει, οι πελάτες πληρώνουν, το κοινό διαβάζει.