Skip to main content
Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024
I know what you did last week (13-19/6/23)

Quote της εβδομάδας: «Η Ελλάδα του Instagram αποχαιρέτησε μια καλτ περσόνα. Όσοι τον πρόλαβαν στις πίστες, έναν εκκεντρικό λαϊκό καλλιτέχνη, έναν Πόντιο Bowie με στολές, μπαλέτα, γκλίτερ. Όσοι τον ήξεραν από κοντά, έναν καλό οικογενειάρχη, σεμνό και καλό παιδί [...]» Δημήτρης Ν. Μανιάτης, «Η περσόνα μιας καλτ μυθολογίας» (Τα Νέα, 17-18/6/23).

— Διάβασα το πρώτο από τα δέκα καλοκαιρινά διηγήματα της στήλης «Υπό σκιάν» από την ενότητα βιβλίου, επιμέλειας Μισέλ Φάις, της Εφημερίδας των Συντακτών (17/6/23). Η συγκεκριμένη στήλη θα παρουσιάσει διηγήματα πρωτοεμφανιζόμενων πεζογράφων. Το πρώτο, με τιτλο «Σωσίβιες λέμβοι», ανήκει στον Βασίλη Τσιμπούκη και είναι ό,τι καλύτερο διάβασα στον τύπο της εβδομάδας. Σε λιγότερες από επτακόσιες λέξεις ο συγγραφέας κατασκευάζει ένα πλήρες νουάρ αφήγημα με έντονες καταστασιακές αποχρώσεις που φέρνουν στον νου το ύφος του Jean-Patrick Manchette. «Δεν έψαχνε τρόπους να καταλάβει πώς λειτουργούσαν ή συμπεριφέρονταν οι άνθρωποι αλλά πώς ο ίδιος απομακρυνόταν για την ασφάλειά του. Είχε να κάνει με την αίσθηση πως κινδύνευε όσο μεγάλωνε. Πως αυτό που γινόταν επέβαλλε μέσα του έναν κώδικα αυτοπροστασίας». Δώστε σημασία στην πορεία του σακιδίου που κουβαλάει ο ανώνυμος ήρωας. Προσπαθήστε να φανταστείτε γιατί σε ένα τόσο σύντομο διήγημα διαβάζει κανείς τη φαινομενικά ασύνδετη φράση: «[...] φάνηκε το κεφάλι του γκριζομάλλη και λίγο από το λεπτό καλοκαιρινό σακάκι του, ένα γαλάζιο που του θύμισε το χρώμα στα πλακάκια της πισίνας. Η εικόνα με το κεφάλι του κάτω από το νερό κάθε φορά που βουτούσε απλώνοντας τεντωμένο τον δεξιό του βραχίονα απέσπασε την προσοχή του». Υπαινίσσεται άραγε ο συγγραφέας κάτι για τον τρόπο διαφυγής του ήρωα; Και τελικά, σε τι ακριβώς αναφέρονται οι «Σωσίβιες λέμβοι» του τίτλου που εμφανίζονται στο σώμα του κειμένου μέσα από μια αντίστιξη: «Τα χέρια του πάνω στον ξύλινο πάγκο στον διάδρομο του καταστρώματος απέναντι από τις σωσίβιες λέμβους. Ακύμαντη η θάλασσα. Μια γραμμή στεριάς τελείωνε και ξανάρχιζε με ένα κενό από στομωμένο ορίζοντα σαν βρεγμένο κομμάτι βαμβάκι ανάμεσα» (δική μου έμφαση).

— «Για μια εβδομάδα έμαθα από τους ανθρώπους αυτούς τι σημαίνει αλληλεγγύη, τι σημαίνει ανθρωπιά και τι σημαίνει ενσυναίσθηση, κι ας μην έχουν social ΜΕΣΑ για να ποστάρουν.

Έμαθα τι σημαίνει να μοιράζεσαι το χαρτί τουαλέτας και την τηλεκάρτα σου. Έμαθα ακόμη τι σημαίνει να μοιράζεσαι το τελευταίο τσιγάρο σου με έναν άγνωστο και κάποιες φορές και το τελευταίο σπίρτο σου. Πάνω απ’ όλα όμως, έμαθα τι σημαίνει μπέσα.

Αυτά που ένιωσα ΜΕΣΑ δεν θυμάμαι πότε κι εάν τα έχω ξανανιώσει ποτέ ΕΞΩ. Μακάρι να μπορούσαμε όλοι να περάσουμε έστω και για λίγο από εκεί ΜΕΣΑ, για να μπορέσουμε να τα καταλάβουμε όλα αυτά, πιο πολύ όμως να τα κατανοήσουμε.

Μακάρι να μπορούσαμε να μπούμε έστω και για λίγο, για να εκτιμήσουμε το Δώρο της Ελευθερίας μας.

Ποτέ μην κάνεις το λάθος να ξεχάσεις ότι έχεις την Προσωπική σου Ελευθερία, όπου κι αν διαβάζεις το βιβλίο αυτό. Αν είσαι στη θάλασσα, μπορείς να βρέξεις τα πόδια σου αν είσαι στην πόλη, μπορείς να πας σούπερ μάρκετ για σουλάτσο, κι ας σου φαίνεται χαζό˙ αν είσαι στο βουνό, μπορείς να μυρίσεις το πουρνάρι και να ξαπλώσεις κάτω από τα πεύκα.

Τα θεωρούσα κι εγώ τόσο δεδομένα, μέχρι που τα στερήθηκα.

Όπως θεωρούσα δεδομένη την Προσωπική μου Ελευθερία, μέχρι που κατάλαβα ότι δεν ήταν».

Μόλις διαβάσατε ένα απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Στέφανου Ξενάκη, 8 μέρες μέσα. «Μακάρι να μπορούσαμε να μπούμε έστω και για λίγο, για να εκτιμήσουμε το Δώρο της Ελευθερίας μας» γράφει ο συγγραφέας. Αναλογιστείτε ότι το απόσπασμα προσφέρεται στη σελίδα του εκδότη ως κράχτης για το πολυδιαφημισμένο βιβλίο. Δηλαδή θα πληρώσει κανείς χρήματα για να του πει κάποιος ότι «εύχομαι να κάνεις φυλακή για να εκτιμήσεις το «Δώρο της Ελευθερίας». Το «Δώρο» βέβαια είναι και το προηγούμενο μεγάλο μπεστ σέλερ του κ. Ξενάκη. Τίποτα καλύτερα από λίγο priming για τους αναγνώστες με ανησυχίες. Παραθέτω όμως και το κείμενο που συναντά κανείς στο οπισθόφυλλο, στο «Δώρο»:  

«Κάθε μέρα είναι ένα Δώρο. Να το ανοίγεις. Μην το πετάς. Η Ζωή η ίδια είναι Δώρο. Να τη ζεις. Μην την προσπερνάς. TO ΔΩΡΟ εκτυλίσσεται μέσα από μια σειρά καθημερινών ιστοριών, μια σειρά θαυμάτων που συμβαίνουν σε όλους μας. Αυτά που συχνά τα προσπερνάμε. Διαβάζοντας τη μία ιστορία μετά την άλλη, αργά αλλά σταθερά, θα βυθιστείς στον εσωτερικό σου κόσμο, θα αναμετρηθείς με τις αποφάσεις που έχεις πάρει, με τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεσαι, με τον τρόπο με τον οποίο ζεις. Και δεν θα ξεχάσεις ούτε στιγμή ότι η ζωή η ίδια είναι Δώρο».

Παρ' ολ' αυτά, και παρά το γεγονός ότι προς επίρρωση του «Δώρου» ακολούθησε το «Δώρο 2», ο συγγραφέας, αδαής για το «Δώρο» που είχε στα χέρια του βρέθηκε στη φυλακή. Τώρα όμως, καλοί μου άνθρωποι, καλούμαστε να πιστέψουμε ότι ανακάλυψε το «Δώρο της Ελευθερίας».  

— Διάβασα το «Θα σε δω στη λαϊκή της Καλλιδρομίου! (Lifo, 18/6/23) της Μίνας Καλογερά. Στο άρθρο συναντάμε κουβέντες τόσο των πωλητών όσο και των πελατών της γνωστής λαϊκής των Εξαρχείων. Έτσι διαβάζουμε, για παράδειγμα τον Γιώργο Κατανίδη να λέει: «Είμαι ο Γιώργος, είμαι 17 και βοηθάω στον πάγκο με τα λουλούδια που διατηρούμε με την οικογένεια. Το στυλ μου εδώ όσο πιο απλό γίνεται. Όταν βγαίνω έξω είναι σίγουρα πιο προσεγμένο. Η μόδα μού αρέσει. Τα ρούχα που φοράω εδώ με βάζουν σε mood εργασίας. Το item που λατρεύω είναι ένα Gucci καπέλο. Τα παπούτσια μου είναι Millenium (€180) της Nike, η βερμούδα Nike και νομίζω ότι κοστίζει περίπου 40 ευρώ και η μπλούζα μου είναι από συναυλία του ΛΕΞ το 2018 (€10). Μετά από δω θα βγω εννοείται, είναι Σάββατο».  

Ο Γιάννης Αγγελής πάντως χαρακτηρίζεται από ακόμα «πιο απλό στυλ»: «Είμαι ο Γιάννης και πουλάω ντομάτες, πιπεριές, καρότα και ό,τι θες για τη σαλάτα σου! Η σχέση μου με τη μόδα περιορίζεται στον τρόπο που κουρεύομαι. Η ζωή μου είναι τα μαλλιά μου. Το στυλ μου θα το χαρακτήριζα επιμελώς ατημέλητο. Το μόνο που με νοιάζει είναι αυτά που φοράω να με κάνουν να νιώθω άνετος. Φοράω μπλουζάκι που κοστίζει 3 ευρώ, βερμούδα κόκκινη που κοστίζει ένα ταλιράκι, κάλτσες (δεν θυμάμαι την τιμή), και το παπουτσάκι είναι δώρο». 

Από την πλευρά των πελατών ξεχωρίζω τη φοιτήτρια Δέσποινα Ριζοπούλου: «Με λένε Δέσποινα και είμαι φοιτήτρια στο τμήμα Κινηματογράφου στο Oberlin College. Γενικά ψωνίζω second hand και βίνταζ. Θέλω ό,τι φοράω να με αντιπροσωπεύει. Από τη λαϊκή μόλις αγόρασα αγγουράκια και έχω σκοπό να πάρω διαφορετικά λαχανικά και φρούτα για την εβδομάδα, π.χ. κολοκυθάκια, ντομάτες πιπεριές, βερίκοκα και κεράσια. Τώρα φοράω τα γυαλιά της γιαγιάς μου από το 1980, την μπλούζα του παππού μου από το ελληνικό εστιατόριο στο οποίο εργάζεται στις Μπαχάμες, το σορτσάκι είναι Adidas και κοστίζει περίπου 20 ευρώ και τα Birkenstock 80. Τώρα πάω στο σπίτι να φτιάξω κερασόπιτα!» Επίσης το μοντέλο Kyndall Tida μας λέει: «Το όνομά μου είναι Kyndall. Εργάζομαι ως μοντέλο, είμαι από τις ΗΠΑ και μια και βρέθηκα εδώ θα πάρω λίγα φρούτα και λαχανικά. Το φόρεμα που φοράω είναι Brandy Melville, τις μπότες τις θρίφταρα στη Νέα Υόρκη, το κόσμημα το πήρα σε thrift store στο Άινταχο. Ολόκληρο το outfit κόστισε περίπου 90 ευρώ. Μετά από δω θα πάω σε ένα κάστινγκ για μια εταιρεία με φορέματα!»

Παρατηρούμε ίσως εδώ κάποιο content anxiety; Το άρθρο προκαλεί αμηχανία στον αναγνώστη που καθώς το διαβάζει δεν μπορεί να μην διερωτάται για το τι ακριβώς διαβάζει. Επισημαίνω απλώς το ρήμα «θριφτάρω» που μου είχε διαφύγει αλλά και το «Τώρα φοράω τα γυαλιά της γιαγιάς μου από το 1980, την μπλούζα του παππού μου από το ελληνικό εστιατόριο στο οποίο εργάζεται στις Μπαχάμες» που είναι ότι κοντινότερο έχω ακούσει σε Hunter Thompson εδώ και καιρό.