Γράφτηκαν άραγε τόσα κείμενα σε μεγάλα μέσα για τη Λένα Κιτσοπούλου επειδή διέβλεπαν οι συντάκτες και αρχισυντάκτες από πάνω τους ότι θα υπήρχε ζήτηση ή, τελικά, η υπερπροσφορά αυτή των κειμένων τράβηξε περισσότερους αναγνώστες στον χορό «Κιτσοπούλου»; Πιθανώς το διαζευκτικό να μην έχει ιδιαίτερη αξία. Η περίπτωση «Κιτσοπούλου» που απασχόλησε τόσο πολύ τόσο πολλούς την προηγούμενη εβδομάδα και που τα απόνερά της είναι ακόμη διακριτά στον τύπο συνιστά πέρα από την ουσία της υπόθεσης ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς ένα θέμα γίνεται «βάιραλ». Η ίδια μανιέρα με ελάχιστες διαφορές λαμβάνει χώρα κάθε μερικές μέρες στη σφαίρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που λόγω του ακατέργαστου χαρακτήρα του περιεχομένου τους, που φέρνει περισσότερο προς μια οριακά άναρθρη προφορικότητα, λειτουργούν ως πρωτεϊκός θόρυβος. Τα ΜΚΔ δίνουν κάθε φορά το στίγμα πιθανών νέων θεματικών για συζήτηση, πόλωση, κανιβαλισμό και τέλος παίζουν και τον ρόλο κρουνού που τροφοδοτεί και θρέφει το ακόρεστο content whoring μικρών ή μεγαλύτερων ΜΜΕ. Μετά από λίγες ημέρες, ό,τι κι αν έχει συμβεί, το θέμα πνέει τα λοίσθια μέχρι το επόμενο βότσαλο στη λίμνη.
— Διάβασα το «Χατζάκης: Ξεσπάθωσε για την Κιτσοπούλου - “Αυτοί οι σκηνοθέτες είναι ψυχικά ανάπηροι, δειλοί”» (Πρώτο Θέμα, 23/7/23) όπου ο πρώην διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, Σωτήρης Χατζάκης, «κατακεραύνωσε» τη Λένα Κιτσοπούλου. Παραθέτω:
«“Τα μεγάλα έργα στο αρχαίο δράμα, στον Σαίξπηρ, στον “Μολιέρο” και αλλού πάντοτε έχουν μια καταγγελία, που λέει ότι το σύστημα που περιβάλλει τους ανθρώπους δεν είναι αλάνθαστο. Όταν διαβάζεις ένα έργο, πρέπει να το καταλαβαίνεις, να ξέρεις γιατί γράφτηκε, να κάνεις δηλαδή μία σοβαρή μελέτη. Αυτή είναι η πρώτη δουλειά του σκηνοθέτη” είπε στο “Secret” ο Σωτήρης Χατζάκης και πρόσθεσε:
“Αυτοί οι σκηνοθέτες σαν την κυρία Κιτσοπούλου, που έχουν πια πλημμυρίσει τη θεατρική αγορά, δεν μπορούν και δεν θέλουν να καταλάβουν τι λένε τα έργα. Κυρίως δεν μπορούν, γιατί είναι συναισθηματικά και ψυχικά ανάπηροι. Το ψυχικό και το νευρικό τους σύστημα είναι ανεπαρκή και δεν μπορούν να υποδεχτούν τα έργα μέσα στην ψυχοσωματική τους δομή. Έτσι φέρνουν τα έργα στα μέτρα τους, αλλάζοντάς του τα φώτα. Είναι πνευματικά ακρωτηριασμένοι, γιατί είναι δειλοί.”
“Δεν έχουν το θάρρος ούτε να αντέξουν την πραγματικότητα των έργων, ούτε να πουν ότι δεν καταλαβαίνουν ένα έργο. Η απάτη αφορά στο εξής: αντί να πουν “εγώ τώρα θα βγάλω τον οχετό και τα εσώψυχά μου”, αυτό το βαφτίζουν “Σφήκες”. Τους θεωρώ απατεώνες, γιατί μία παραγωγή στην Επίδαυρο κοστίζει ίσως περίπου 200.000 ευρώ. Αυτά τα λεφτά τα δίνει ο φορολογούμενος πολίτης.
Αυτοί οι πειραματιστές σκηνοθέτες αυτά τα έργα δεν τα κάνουν με δικά τους χρήματα, αυτό είναι πρωτοφανές. Παίρνουν τα χρήματα και του Εθνικού και του ΚΒΘΕ, άρα ευθύνονται οι διευθυντές και των δύο θεάτρων, ο κ. Μόσχος και ο κ. Πελτέκης, και βέβαια η κα Ευαγγελάτου, η διευθύντρια του Φεστιβάλ Αθηνών. Μην επικεντρώνεστε στην κα Κιτσοπούλου, αυτή είναι μία ακρωτηριασμένη περίπτωση” συνέχισε.
“Ούτε βέβαια φταίνε οι ηθοποιοί, που προπηλακίζονται και τρώνε όλη την αποδοκιμασία. […] Όλη αυτή η αισθητική της σαχλαμάρας εκπορεύεται από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, διοχετεύεται στα κρατικά θέατρα και δημιουργούν την εντύπωση στον κόσμο ότι αυτό είναι το κυρίαρχο ρεύμα. Δεν είναι όμως αυτό” είπε τέλος, ο Σωτήρης Χατζάκης».
Έχω υπογραμμίσει τα σημεία από τα οποία κάθε εχέφρων αναγνώστης θα πρέπει να μπορεί να διακρίνει ότι ο κ. Χατζάκης τελεί σε σύγχυση καθώς βρίσκεται στο έλεος του θυμικού του. Ο πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού, επομένως, εμφανίζεται εδώ ο ίδιος με διάφορες πιθανές «συναισθηματικές και ψυχικές αναπηρίες» και σε περίπτωση που θα μπορούσε να έχει κάπου δίκιο –αν και δεν το βλέπω–, με αυτά που διατυπώνει, το έχει απωλέσει. Ακόμη και αυτό που αναφέρει για το κόστος όπου χαρακτηρίζει την κ. Κιτσοπούλου «απατεώνα» δεν στέκει καθώς κάλλιστα ενδέχεται η συγκεκριμένη παράσταση να αποδειχθεί η πιο πετυχημένη εισπρακτικά της σεζόν. Η ουσία βέβαια βρίσκεται αλλού και, συνήθως, όπου ακούει κανείς τη φράση «τα λεφτά τα δίνει ο φορολογούμενος πολίτης» μπορεί να είναι σίγουρος ότι ο ομιλητής λαϊκίζει. Ο κ. Χατζάκης συμπεριφέρεται σαν να μην γνωρίζει ότι μια παράσταση στο Εθνικό δεν ανεβαίνει με γνώμονα τα εισιτήρια που θα κόψει.
— Από όλα τα “ρεπορτάζ” με αναγνωστικές προτάσεις για το καλοκαίρι που έχω διαβάσει μέχρι στιγμής ξεχώρισα το «Βιβλία για το καλοκαίρι» (Inside Story, 18/7/23) σε επιμέλεια Μαργαρίτας Μιχελάκου. Γιατί ξεχωρίζει; Καταρχάς περιέχει πληθώρα συνδέσμων με τις αναγνωστικές προτάσεις μεγάλων μέσων του εξωτερικού. Επίσης, έχει ζητηθεί από κάθε συντάκτη να γράψει ένα σύντομο κείμενο για ένα βιβλίο της αρεσκείας του. Πώς γνωρίζουμε ότι είναι της αρεσκείας του; Οι προτάσεις δεν περιορίζονται σε βιβλία που κυκλοφορούν από εκδότες στην Ελλάδα. Στη συνέχεια, με την ελευθερία της επιλογής προκύπτει και μια ενδιαφέρουσα αναλογία καθώς μόνο πέντε στις είκοσι προτάσεις αφορούν βιβλία Ελλήνων συγγραφέων – η μία από αυτές τις πέντε αφορά τον Ανήφορο του Ν. Καζαντζάκη. Το πρόβλημα βέβαια, ακόμη και με ένα προσεγμένο ρεπορτάζ του είδους είναι ότι τελικά δεν καταφέρνουν να σε πείσουν όλοι οι συντάκτες ότι πραγματικά διάβασαν το βιβλίο επιλογής τους. Αναφέρω την περίπτωση της Κατερίνας Γιοσμά, με το κείμενό της για τον Ανήφορο και παραθέτω το κείμενο της Ελίζας Τριανταφύλλου για το Επιχείρηση Νόστος: Ένα χρυσό στεφάνι και μια κόρη για τον Αλέξη Καρρά του Νικόλα Ζηργάνου (Τόπος: 2023):
«“Μία από τις μεγαλύτερες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας, που έχουν απασχολήσει τις διωκτικές αρχές της χώρας μας και με διεθνείς μάλιστα προεκτάσεις, βρίσκεται υπό διερεύνηση τις τελευταίες ημέρες. Έπειτα από εφόδους της αστυνομίας σε σπίτι στο Ψυχικό και σε βίλα στη Σχοινούσα –ιδιοκτησίας Ελληνίδας αιγυπτιώτικης καταγωγής, μέλους εφοπλιστικής οικογένειας– βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δεκάδες αντικείμενα αρχαιολογικής αξίας, των οποίων η καταγραφή βρισκόταν σε εξέλιξη μέχρι αργά χθες. Στη Σχοινούσα μετέβη κλιμάκιο αρχαιολόγων του υπουργείου Πολιτισμού, που αναμένεται σήμερα να ολοκληρώσει την εξέταση και αξιολόγηση των ευρημάτων, μεταξύ των οποίων και τμήματα ναού. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η υπόθεση μπορεί να λάβει απρόβλεπτες διαστάσεις, καθώς τα ευρήματα συνδέονται πιθανότατα με τη συλλογή των εμπόρων αρχαιοτήτων Σάιμς-Μιχαηλίδη, τα ονόματα των οποίων συσχετίσθηκαν πρόσφατα με το σκάνδαλο των συλλογών του μουσείου Γκετί και την εμπλοκή της πρώην εφόρου του μουσείου, Μάριον Τρου, με διεθνή κυκλώματα αρχαιοκαπηλίας”, έγραφε στις 14 Απριλίου 2006 η Καθημερινή.
“Η υπόθεση ερευνάται εάν σχετίζεται με το σκάνδαλο του μουσείου Γκετί που αποκάλυψε τον περασμένο Οκτώβριο η Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, καθώς οι κατασχέσεις των αρχαίων έγιναν στις κατοικίες που ανήκουν στην αδελφή εφοπλιστή, ο οποίος σκοτώθηκε σε τροχαίο το 1999 στην Ιταλία. Το πρόσωπο αυτό φερόταν ως προμηθευτής αρχαίων στο διάσημο μουσείο του Λος Άντζελες και ως συνεταίρος του Αμερικανού εμπόρου αρχαιοτήτων, Ρόμπιν Σάιμς”, διαβάζουμε την ίδια ημέρα στην Ελευθεροτυπία.
Την αποκάλυψη μίας από τις μεγαλύτερες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας διεθνώς την οφείλουμε στην επίμονη έρευνά του δημοσιογράφου Νικόλα Ζηργάνου και τα δημοσιεύματά του στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. Δεκαεπτά χρόνια μετά, ο καλός συνάδελφος, “ο επίμονος κυνηγός των αρχαιοκάπηλων”, όπως τον ονόμασαν σε πρόσφατη συνέντευξή του, επιστρέφει στον “τόπο του εγκλήματος” με ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, το πρώτο του, με κεντρικό χαρακτήρα τον δημοσιογράφο “Αλέξη Καρρά”. Η Επιχείρηση “Νόστος” είναι ένα μυθιστόρημα “για την αρχαιοκαπηλία, τη σκοτεινή πλευρά της Ασφάλειας, τη διαπλοκή των λαμπερών μίντια και το ημίφως των μπαρ της Αθήνας”. «Ό,τι γράφουμε συνέβη. Τίποτα δεν συνέβη όπως το γράφουμε” γράφει στις πρώτες σελίδες αυτού του συναρπαστικού βιβλίου που ακροβατεί αριστοτεχνικά ανάμεσα στη μυθοπλασία και το ρεπορτάζ».
Τα συμπεράσματα δικά σας. Αφήνω πάντως και έναν σύνδεσμο με μια κριτική του βιβλίου.