Στις 22 Οκτωβρίου, στη σελίδα της «ΙΑΝΟΣ» στο Φέισμπουκ, εμφανίστηκε μια ανάρτηση στην οποία η υπουργός Πολιτισμού κ. Λίνα Μενδώνη εύχεται στην εταιρεία για τα σαράντα χρόνια λειτουργίας της.
Η κ. Μενδώνη, αφού εξαίρει την προσφορά της εταιρείας «ΙΑΝΟΣ» στον χώρο του πολιτισμού λέει: «Η ίδια αντίληψη διέπει και την πολιτική του Υπουργείου Πολιτισμού για τη στήριξη της ελληνικής βιβλιοπαραγωγής, την ενίσχυση της εξωστρέφειάς της και την ενθάρρυνση της φιλαναγνωσίας». Όπως ίσως είναι προφανές, η κ. Μενδώνη μιλάει με τη θεσμική της ιδιότητα. Γιατί αλήθεια;
Την επομένη, 23 Οκτωβρίου, στο σάιτ της Athens Voice, δημοσιεύτηκε συνέντευξη του Νίκου Καρατζά –ιδρυτή της «ΙΑΝΟΣ»– με τίτλο «Χρόνια Πολλά, Νίκο Καρατζά». Το υπογράφει ο Στέφανος Τσιτσόπουλος. Οι ερωτήσεις –πλην μίας– έχουν απαλειφθεί. Διαβάζουμε έναν εκτενή μονόλογο του κ. Καρατζά για την πορεία της επιχείρησής του. «Συνέντευξη με τον ιδιοκτήτη του ΙΑΝΟΥ για τα 40 χρόνια αδιάλειπτης λειτουργίας της βιβλιοφιλικής αλυσίδας πολιτισμού», διαβάζουμε στον υπότιτλο. Η συνέντευξη αλλά και η εμφάνιση της κ. Μενδώνη στο ευχετήριο βίντεο στη σελίδα της επιχείρησης φωτίζονται διαφορετικά, αποκτούν βαθύτερο νόημα, μόλις διαβάσει κανείς την απάντηση στη μοναδική ερώτηση της συνέντευξης:
«[Ερ.] Και η επόμενη μέρα;
[Απ.] H ερώτηση πονάει, γιατί από την αρχή, όταν τα σχεδίαζα όλα αυτά και ιδιαίτερα τη μετάβασή μας στην Αθήνα, θεωρούσα πως ο γιος μου θα ήταν η επόμενη γενιά που θα συνέχιζε. Βέβαια ο Κωστής, πολύ σωστά και επιτυχημένα όπως αποδείχτηκε, όταν στην Ελλάδα τα πράγματα έφτασαν σε μια οριακή στιγμή, με τη χώρα να μην ξέρει πού θέλει να πάει, στράφηκε στον τουρισμό και τα ξενοδοχεία. Η κίνησή του ήταν σοφή, τον καμαρώνω και τον χαίρομαι, ταυτόχρονα όμως αισθάνομαι μια μοναξιά λόγω του ότι δεν υπάρχει η επόμενη γενιά που θα αναλάβει τον ΙΑΝΟ. Γι’ αυτό και στ’ αλήθεια θα χαιρόμουν πολύ αν κάποιος μου χτυπούσε την πόρτα λέγοντας “Νίκο, εγώ θέλω να είμαι η επόμενη γενιά στον ΙΑΝΟ”. Γιατί αισθάνομαι πως ήρθε η στιγμή να αποστρατευτώ τιμητικά, παραμένοντας ένας απλός σύμβουλος σε ένα τυχόν τέτοιο εγχείρημα.
Βλέπεις, αγαπητέ, δεν μπορώ να συνεχίσω στον ίδιο ρυθμό και για τα επόμενα σαράντα χρόνια. Γιατί υπάρχει ο Όλυμπος, τα ταξίδια που δεν έκανα, τα βιβλία που δεν διάβασα, η ξεγνοιασιά που απεμπόλησα τα περασμένα 40 χρόνια – για να μη σου πω η ξεγνοιασιά που απεμπόλησα τα τελευταία 50 χρόνια, αφού όταν λέμε 40 χρόνια ΙΑΝΟS, αναφερόμαστε στα χρόνια του βιβλιοπωλείου, τη στιγμή που εγώ και ο ΙΑΝΟS προϋπήρξαμε ως ένα πολύ δυναμικό περιοδικό. Να γιατί είμαι αμήχανος με την ερώτησή σου για το μέλλον του ΙΑΝΟΥ και σου εξομολογούμαι το όνειρο-επιθυμία που τρέφω για κάποιον ο οποίος θα χτυπήσει την πόρτα και θα μου πει “και θέλω και μπορώ να συνεχίσω”. Αυτός ο κάποιος πρέπει να είναι γεμάτος αγάπη για τον πολιτισμό και το βιβλίο, γιατί επενδυτικά μια τέτοια κίνηση δεν είναι και ό,τι καλύτερο μπορεί να κάνει κανείς σήμερα. Αλλά για όποιον το αγαπάει, το βιβλίο παραμένει ένας τρόπος να μπορείς να ζεις ωραία και να δουλεύεις κάνοντας το χόμπι σου επάγγελμα».
Ο κ. Καρατζάς αναζητά αγοραστή για την επιχείρησή του. Και καλά κάνει.
— Διάβασα τη συνέντευξη του Κωνσταντίνου Κακανιά «Η κυρία Τεπενδρή είμαστε όλοι» (Καθημερινή, 29/10/24) στη Μάρω Βασιλειάδου.
Παραθέτω:
«Η πλούσια Ελληνίδα χήρα είναι ένας από τους πιο διάσημους χαρακτήρες που έχει σχεδιάσει ο Κωνσταντίνος Κακανιάς και λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο ως ένας δεύτερος εαυτός του, που ο καλλιτέχνης εμπνέεται από διάφορους Ευρωπαίους αριστοκράτες και αστέρες του ιταλικού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’60. Η κυρία Τεπενδρή, συλλέκτρια έργων τέχνης και πάντα ντυμένη με δημιουργίες υψηλής ραπτικής, επιδίδεται σε μια σειρά από τρελές περιπέτειες ανά τον κόσμο».
Το απόσπασμα είναι αντιγραφή από το άρθρο «Still Life with Chickens» (27/10/11) του David Netto στην Wall Street Journal. Μετέφρασε η κ. Βασιλειάδου απόσπασμα του άρθρου; Όχι. Το πήρε έτοιμο από τη σελίδα του Κωνσταντίνου Κακανιά στο σάιτ «The Sotiris Felios Collection».
Η συνέντευξη, δυστυχώς, γελοιοποιεί τον καλλιτέχνη. Σε αυτό συνεισφέρουν τόσο η κ. Βασιλειάδου όσο και ο ίδιος ο κ. Κακανιάς.
Παραθέτω:
«Ο Κωνσταντίνος Κακανιάς διαθέτει πολλές προσωπικότητες, κάπως άναρχα βαλμένες στο ίδιο άτομο. Και πολλές καλλιτεχνικές όψεις, που συνδέονται μεταξύ τους μποέμικα και με χάρη ανάλογη προς τη χαριτωμένη κίνηση που κάνει με το χέρι του ανακατεύοντας τη φράντζα των μαλλιών του».
«[Ερ.] Δεν είναι τρομακτική η αυτοκτονία;
[Απ.] Αναλόγως των συνθηκών. Μερικές φορές είναι λυτρωτική. Αυτή είναι η σχέση μας με τον θάνατο. [...] [Ερ] Είναι σκοτεινή ή φωτεινή η έκθεσή σας, απαισιόδοξη ή αισιόδοξη; [Απ.] Και τα δύο. Όχι πως το φωτεινό δεν είναι και σκοτεινό στο μυαλό μου. [...] [Ερ.] Η πιο ωραία ανάμνηση από το 2024; [Απ.] Μικρός ήμουν εθισμένος στο διάβασμα. Τώρα πια ακούω audiobooks. Έτσι άκουσα και 7 μέρη του “Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο” του Προυστ. Άλλαξε η ζωή μου, μετά ήμουν πλούσιος».
Όχι, λοιπόν. Η κυρία Τεπενδρή δεν είμαστε όλοι. Συνέντευξη για λοβοτομημένους.
— Διάβασα το «Φέρνουν αναγνώστες τα λογοτεχνικά βραβεία;» (Το Βήμα, 27/10/25) όπου καλούνται να σχολιάσουν οι Αγγελική Κορρέ, Έρση Σωτηροπούλου και Ευριπίδης Γαραντούδης.
Παραθέτω από το σχόλιο του κ. Γαραντούδη: «Ενταγμένα στη μεγάλη κλίμακα της λογοτεχνικής ιστορίας και κρινόμενα με βάση τα δικά της, κατασταλαγμένα αξιολογικά κριτήρια, τα βραβεία δεν τιμούν μόνο τους τιμώμενους, αλλά και, λιγότερο ή περισσότερο, αυτούς που τα απονέμουν. Με άλλα λόγια, η αξία τους κρίνεται από το κύρος αυτών που βραβεύουν και από τη διαφάνεια και την αξιοπιστία των διαδικασιών βράβευσης».
Όλα αυτά θα ήταν δόκιμα και πολύ κατατοπιστικά αν δεν γνωρίζαμε ότι ο κ. Γαραντούδης είναι και πρόεδρος της Επιτροπής Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων. Αν δηλαδή είχε τουλάχιστον το τακτ να μην ευλογεί τα γένια του.
Το αφιέρωμα στις «Νέες Εποχές» συνοδεύεται όμως, όπως πάντα, και από μια λίστα αναγνωστικών προτάσεων, συναφών με τη θεματική της συζήτησης. Ξεχωρίζω ανάμεσα στις εμπορικές προτάσεις το εξαιρετικό Τα βραβεία μου του Τόμας Μπέρνχαρντ (μτφρ. Σπύρος Μοσκόβου, Εστία 2010).
— Θα κλείσω με μια προσωπική αναφορά. Στη σελίδα της «βιβλιονέτ», που δημοσιεύει τους συνδέσμους για τις κριτικές που γράφω κάθε εβδομάδα, παρατήρησα ότι απουσιάζει η κριτική «Τσαλάκωμα ολκής» (Ιστός, 28/9/24) για το βιβλίο του Δημήτρη Αγγελή Σκίτσα δρόμων κι έναστρης νύχτας (Πόλις 2024). Θα περίμενα ότι θα είχαν διαμαρτυρηθεί τόσο ο συγγραφέας όσο και ο εκδότης για την παράλειψη της συγκεκριμένης κριτικής, για τον πολύ απλό λόγο ότι δεν έχει παραλειφθεί ούτε μία από τις εκατόν σαράντα δύο (142) κριτικές μου που έχουν δημοσιευθεί στον Ιστό. Στη φωτογραφία μπορεί κανείς να διακρίνει, από τη χρονική αλληλουχία των δημοσιεύσεων, το "κενό" ανάμεσα στις 21/9/24 (αύξων αριθμός «150») και 5/10/24 («151»).