Skip to main content
Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024
I know what you did last week (30/5-5/6/23)

Quote της εβδομάδας: «Ένας δημοσιογράφος χωρίς δόντια που τα λέει έξω από τα δόντια», του Κώστα Γιαννακίδη (Protagon, «Γεωργίου speaking…», 5/6/23). 

— Επίσης, δεν γίνεται να μην σας μεταφέρω το  «Ή είμαι ψώνιο ή έχω πραγματικά πιάσει άλλο επίπεδο, όπως και να έχει, θεραπεύομαι», του Άρη Ρέτσου από τη συνέντευξη που παραχώρησε στον Χρήστο Παρίδη, «Αν η καλλιτεχνική μου στάση δεν είναι κατεξοχήν πολιτική, τι άλλο είναι;» (Lifo, 5/6/23). Παρά τις όποιες αντιρρήσεις μου η συνέντευξη έχει καλά σημεία.

— Επίσης δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να παραθέσω από το «Από τις πίστες, στο… Instagram» (Καθημερινή, 3-4/5/23) της Γιώτας Συκκά: «Σήμερα, ο θαυμασμός στον καλλιτέχνη, και στην πραγματικότητα ο αυτοθαυμασμός, δηλώνεται μέσω της αυτοπαρουσίασης του χρήστη στα σόσιαλ μίντια, το “ποστάρισμα”. “Είναι ένα είδος αυτοσελεμπριτοποίησης” όπως είχε πει εύστοχα ο Φοίβος Δεληβοριάς». Όταν είσαι σελέμπριτι, έχεις, εικάζω, και ένα κάποιο ακαταλόγιστο όσον αφορά αυτά που μπορείς να ξεστομίσεις.    

— Διάβασα τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Ντίνος Σιώτης στον Γιάννη Πανταζόπουλου, «Είμαστε από τους πιο ανήθικους λαούς διεθνώς» (Lifo, 5/6/23), με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου, Τετράδια Αμερικής (Καστανιώτης: 2023), που συγκεντρώνει κείμενά του για την Αμερική από το 1973 μέχρι το 2022. Ο κ. Σιώτης λέει πολλά και πολύ ενδιαφέροντα τόσο για τα χρόνια που έζησε στην Αμερική όσο και για τα χρόνια που μοιράζει τον χρόνο του σε Αθήνα και Τήνο. Παραθέτω:  

«— Πώς είναι η καθημερινότητά σας στην Τήνο;

Σχεδόν μαγική, σίγουρα τριφασική. Ζω στην εξοχή, στη φύση, στην πλαγιά ενός βουνού. Διαβάζω, γράφω ποιήματα, διηγήματα, κριτικές, στίχους-πολιτικά σχόλια, μεταφράζω, φτιάχνω κολάζ, ετοιμάζω δύο ετήσια διεθνή λογοτεχνικά φεστιβάλ, ένα στην Τήνο κι ένα στην Αθήνα, εκδίδω δύο λογοτεχνικά περιοδικά, ένα εξαμηνιαίο κι ένα τριμηνιαίο. Παράλληλα διευθύνω έναν μικρό μη κερδοσκοπικό εκδοτικό οίκο και ηγούμαι του Κύκλου Ποιητών, ενώ βρίσκω χρόνο για βόλτες στα χωριά, περιπάτους στις παραλίες, σκαψίματα στα παλιά λημέρια, στα σοκάκια της Χώρας.

Φροντίζω κάτι αμπέλια που φύτεψα και απολαμβάνω τη θέα του Αιγαίου – από εκεί που είναι το κτήμα βλέπω πολλά νησιά και πολλά βαπόρια ανά πάσα στιγμή, ενώ ακούγονται γάιδαροι, πρόβατα, κατσίκες, γλάροι, κοράκια, γάτες και καμιά αγελάδα. Ο θόρυβος των αυτοκινήτων δεν φτάνει ως εκεί που μένω. Η καθημερινότητα στην Τήνο είναι αρκετά ευχάριστη και αρκούντως υποφερτή, παρά τις ελλείψεις και τα μειονεκτήματα ενός μικρού νησιού».

Ακόμη και αν κάποιος δυσκολεύεται να καταλάβει ποιες ακριβώς είναι οι τρεις φάσεις της «τριφασική[ς]» καθημερινότητας, δεν μπορεί να μην αγαλλιάσει στα λόγια του κ. Σιώτη που έχει την τύχη να περνάει κάποια διαστήματα σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Έτσι, και αφού έχει διαβάσει ο αναγνώστης όλα τα περί Αμερικής με τις γνωριμίες, τις ιστορίες και έχει σχηματίσει μια εικόνα για τον συνεντευξιαζόμενο που τον σκιαγραφεί ως κοσμοπολίτη και έμπλεο εμπειριών, συναπαντιέται με το ακόλουθο:

«— Τι είναι για σας ευτυχία;

Να δώσεις το ένα σου νεφρό σε κάποιον που το έχει ανάγκη, να σηκώσεις κάποιον που έχει πέσει, να πιστεύεις πως ο αγνοούμενος θα επιστρέψει κι ας έχεις πάει στην κηδεία του (δηλαδή να ελπίζεις και να είσαι αισιόδοξος), να δώσεις από εκείνο που δεν έχεις, να είσαι δοτικός και ευγενής όταν οι πάντες γύρω σου αναλώνονται στο μίσος, την αλαζονεία, την εγωπάθεια και τον ναρκισσισμό. Γενικά, να προσφέρεις όταν κανείς δεν σε βλέπει».

Τώρα, στα σοβαρά, πώς να το διαβάσει κανείς αυτό από κάποιον με τις εμπειρίες του κ. Σιώτη; «Να δώσεις το ένα σου νεφρό σε κάποιον που το έχει ανάγκη»; Αυτό θα σε κάνει ευτυχισμένο; Μετά παραπονιέμαι ότι οι νέοι συγγραφείς ρέπουν στο μελόδραμα όταν καταξιωμένος ποιητής και συγγραφέας, που μάλιστα έχει μόλις μεταφέρει μια μεστή εικόνα ευτυχίας με το παράδειγμα της ζωής που διάγει στην Τήνο, καταφεύγει σε αμετροέπειες και κοινοτοπίες που δοκιμάζουν την ανοχή κάθε ανθρώπου με στοιχειώδεις ευαισθησίες. Θα επαναλάβω για ακόμη μια φορά ότι είναι η λογική που μας κάνει επιρρεπείς στο συναίσθημα και όχι η ευαισθησία που μας σπρώχνει στο έλλογο. Ναι, ποιητική αδεία –«ο αγνοούμενος θα επιστρέψει κι ας έχεις πάει στην κηδεία του»– αλλά κάπου θα περίμενε κανείς από έναν Σιώτη περισσότερη σοβαρότητα. Ας φροντίσουμε πρώτα να γίνουμε δωρητές οργάνων κι ας παραπέμψουμε τις μελοδραματικές εν ζωή εκχωρήσεις τους στις καλένδες.

— Διάβασα και το «Η Ελλάδα του ’50 από τον φακό του ΜακΚέιμπ» (Καθημερινή, 3-4/5/23) . Μια παρουσίαση/συνέντευξη για τη «[...] φωτογραφική έκθεση του Ρόμπερτ ΜακΚέιμπ στο συνεδριακό κέντρο του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών (ΕΠΚεΔ), η οποία εγκαινιάζεται στις 10 Ιουνίου». Το κείμενο υπογράφει η Μάρω Βασιλειάδου. Παραθέτω ένα σημείο από τη στιχομυθία με τον φωτογράφο γιατί αξίζει: «“Σκεφτείτε πως όταν έφθασα στην Ελλάδα στη δεκαετία του 1950, είχε μόνον 180.000 ξένους ετησίως, συμπεριλαμβανομένων των διπλωματών, των επαγγελματιών και των τουριστών. Ήταν πολύ συχνό φθάνοντας στα νησιά να μη συναντάμε άλλους ξένους επισκέπτες εκτός από εμάς. Ακόμη και στην αρχή της δεκαετίας του ’60, θυμάμαι ότι ο αδελφός μου, πηγαίνοντας στην Ίο, μου έγραψε ότι ανακάλυψε άλλο ένα παρθένο νησί. Πήγαμε εκεί με τον γιατρό μας από τη Νέα Υόρκη, που την τελευταία στιγμή ακύρωσε όλα τα ραντεβού του για να έρθει στην Ελλάδα. Κι ανακαλύψαμε ότι υπήρχαν πέντε Γάλλοι τουρίστες. Ο αδελφός μου αναστατώθηκε τόσο με την “πολυκοσμία” που ήθελε να φύγουμε αμέσως”».