— Πρώτο ΣΚ του Σεπτεμβρίου και μπαίνω κατευθείαν στο ψητό: ως γνωστόν «η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί να είναι τίμια αλλά πρέπει και να φαίνεται τίμια». Συνεπώς, όταν δεν μπορεί η γυναίκα αυτή να φαίνεται τίμια, δεν έχει απολύτως καμία σημασία αν είναι τίμια. Προς αποσαφήνιση του γνωμικού ας διατυπώσω τις αντιστοιχίες στα καθ’ ημάς. Ο «Καίσαρας», εδώ, είναι η λογοτεχνία, τα βιβλία, και η «γυναίκα του» είμαστε όλοι εμείς που γράφουμε γι’ αυτά. Υπάρχει ένας πολύ απλός κανόνας: όταν δεν γίνεται να φαινόμαστε τίμιοι, δεν έχει απολύτως καμία σημασία αν είμαστε ή όχι, άρα, η λογική υπαγορεύει ότι δεν θα πρέπει να φαινόμαστε καθόλου – δεν θα πρέπει να γράφουμε. Εξηγώ: διάβασα στην Εφ.Συν. (3-4/9/22) το «Γιρλάντα με γυναίκες» του Γιώργου Περαντωνάκη που είναι μια διθυραμβική κριτική για τη συλλογή διηγημάτων της Ευγενίας Μπογιάνου, Αυτές (Πόλις, 2022). Ποιο είναι το πρόβλημα; Στις εκδόσεις «Πόλις» τυγχάνει να έχει βρει στέγη και ένα βιβλίο του κ. Περαντωνάκη (Η μεταπολιτευτική κριτική στον καθρέφτη, 2013). Θα μου πείτε έχουν περάσει πολλά χρόνια και ο κ. Περαντωνάκης, που τώρα γράφει και μυθοπλασία, έχει μετακινηθεί στις εκδόσεις «Καστανιώτης». Και εξάλλου, θα πει κάποιος οξυδερκής, ακόμη κι αν δεν υπήρχε το κωλυμα(τάκι) αυτό, θα έγραφε ο κ. Περαντωνάκης κάτι αρνητικό σε μεγάλο μέσο; Δεν έχει όμως σημασία. Εμμένω στη θέση μου: επειδή το χωριό είναι μικρό και κάθε άλλο παρά τριανταφυλλένιο, θα ήθελα τουλάχιστον να ονειρεύομαι «γυναίκες του Καίσαρα» που όχι μόνο είναι, αλλά και φαίνονται τίμιες.
— Επίσης στην Εφ.Συν. θα σχολιάσω κάτι που θαρρώ θα πρέπει να κάνει κάθε αναγνώστη, με στοιχειώδη ευαισθησία απέναντι σε όσα συνήθως εμφανίζονται σε ένα ένθετο που έχει να κάνει με τις τέχνες και τον πολιτισμό, να νιώθει αποστροφή. Έτσι, διαβάζει κάποιος τη συνέντευξη του Γιώργου Πάντζα στη Νόρα Ράλλη «Εχθρός της δημοκρατίας πάντοτε ήταν ο φασισμός της Δεξιάς» (νησίδες, 3-4/9/22), συνέντευξη στην οποία ο κ. Πάντζας επαναδιατυπώνει πάγιες θέσεις της Εφ.Συν. οι οποίες διανθίζονται και από ένα λαϊκιστικό παλμαρέ: «πάντως μέχρι και σήμερα η Ελλάδα παραμένει στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε.», ή «και για όλα κατ’ αυτούς φταίει η Ρωσία και ο Πούτιν! Όχι, κύριοι! Φταίει ο βάρβαρος, ανθρωποφάγος καπιταλισμός σας, με τον φασισμό ως συστατικό του στοιχείο», όπως και το καταληκτικό διαμάντι «Οι μόνοι που ανέτρεψαν τη δημοκρατία στην πατρίδα μας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν η φασιστική χούντα και έκτοτε, όλες οι κυβερνήσεις της Δεξιάς μέχρι και σήμερα ακροβατούν μεταξύ δημοκρατίας και δικτατορίας». Επιμένω όμως ότι αυτό που κάνει τη συγκεκριμένη συνέντευξη να ξεχωρίζει είναι ότι ο αναγνώστης τη διαβάζει, γυρίζει σελίδα, και διαβάζει ένα εξαιρετικό κείμενο του Αριστοτέλη Σαΐνη, το «Ερμηνεύοντας τον Τζόις με Τζόις». Η αντίστιξη Πάντζα - Τζόις, συνιστά εύρημα από τα λίγα και προκαλεί αβίαστα νευρικό κλαυσίγελο.
— Συνεχίζω με κάτι πιο ανάλαφρο, πάλι από την Εφ.Συν., όπου όπως μου επισημάνθηκε από τακτικό αναγνώστη της στήλης εντοπίζεται ένα χαριτωμένο ολίσθημα στο «Η απάντηση είναι στον άνεμο» της Κυριακής Μπεϊόγλου. Η κ. Μπεϊόγλου, που γράφει για το τελευταίο μυθιστόρημα του Λεονάρδο Παδούρα «Σαν σκόνη στον άνεμο» (μτφρ, Κ. Αθανασίου, Καστανιώτης 2022), κλείνει το κείμενό της με τους στίχους από το τραγούδι των Kansas «Dust in the wind» «[...] από το οποίο ο συγγραφέας δανείστηκε τον τίτλο: ‘Ακόμη κι αν αρνιόμαστε να το δούμε, σκόνη στον άνεμο, δεν είμαστε παρά σκόνη στον άνεμο’». Και το χαρακτηρίζω «χαριτωμένο ολίσθημα» αυτό που έχει συμβεί εδώ γιατί ο τίτλος του κειμένου εμπλέκει φυσικά το τραγούδι του Bob Dylan «Blowin’ in the Wind» όπου ακούγεται ο στίχος «The answer is blowin’ in the wind». Το συγκεκριμένο βιβλίο όμως, που αυτό το ΣΚ είχε (πάλι) την τιμητική του, “ταλαιπώρησε” και τον κ. Βιστωνίτη στο «Ο άνεμος της εξορίας» (Το Βήμα, 4/9/22). Καταλήγει ο συντάκτης: «Το τέλος δεν είναι σωστό να το αποκαλύψω, αλλά θα πω μόνο πού παραπέμπει ο τίτλος του μυθιστορήματος. Πρώτα απ’ όλα στο εξαίσιο «Dust in the Wind» (1977) του συγκροτήματος Kansas. Κατόπιν στον Εκκλησιαστή και τέλος σε ένα ποίημα των Ινδιάνων». Αυτή η πρόταση του τέλους μάς βάζει σε υποψίες και έτσι στον προσφιλή μας Google, αναζητώντας το λήμμα «Dust in the Wind», βρίσκουμε τις απαντήσεις: «The title of the song is a Bible reference, paraphrasing Ecclesiastes [...] and from a book of Native American poetry, which includes the line "for all we are is dust in the wind».
— Διάβασα στο βιβλιοδρόμιο (Τα Νέα, 3-4/9/22) το «Ο Μεγάλος Πόλεμος στις αποικίες», την κριτική του Μιχάλη Μοδινού για το Άλλες Ζωές (μτφρ. Κ. Σχινά, Ψυχογιός 2022) τού Αμπντούλραζάκ Γκούρνα που τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2021. Ο κ. Μοδινός, και αυτό με εξέπληξε θετικά, δεν αρκέστηκε μόνο σε μια περιγραφή της υπόθεσης του βιβλίου και μερικές καλές κουβέντες, αλλά διατυπώνει και κάποιες αντιρρήσεις αναφορικά με τη σιωπή του συγγραφέα όσον αφορά το αραβικό δουλεμπόριο: «Οι πολιτικές εμμονές περί του ευρωπαϊκού μονοπωλίου στο υπερωκεάνιο δουλεμπόριο φαίνεται πως πρέπει να συντηρηθούν αν πρόκειται να είσαι στη σωστή μεριά του άξονα της πολιτικής ορθότητας, που καθοδηγεί τις σημερινές βραβεύσεις». Επίσης, ο κ. Μοδινός αναφέρει την προκατάληψη του συγγραφέα «[...] οι Βρετανοί να αθωώνονται με μεγάλη προθυμία σε σχέση με τους κακούς Γερμανούς. Η βρετανική αποικιακή περίοδος μοιάζει καλή, «αναπτυξιακή» και εκσυγχρονιστική μέχρι τον αντιαποικιακό αγώνα και την ανεξαρτησία του 1961. [...] Εύλογο ίσως για έναν συγγραφέα που φιλοξενήθηκε πλουσιοπάροχα από τους Βρετανούς πρώην αποικιοκράτες και έκανε άνετη καριέρα ως καθηγητής του Πανεπιστημίου του Κεντ. Μάλιστα αν και μέλος της άρχουσας τάξης της Ζανζιβάρης που έστελνε μαζικά τα παιδιά της για σπουδές στην αποικιοκρατική μητέρα Αγγλία, κατατάχθηκε πρόθυμα στους «πρόσφυγες», και το επιχείρημα αυτό τον ακολουθεί ως σήμερα στο σκεπτικό της επιτροπής Νόμπελ και σε όλα τα βιογραφικά του». Ο συντάκτης κλείνει το κριτικό του σημείωμα όχι μόνο με τη στάση αναμονής που τηρεί μέχρι να μεταφραστούν και άλλα βιβλία του Γκούρνα στα ελληνικά αλλά και με το εξής σχόλιο, που ίσως και να φαντάζει κάπως υπερβολικό: «Αν η μητρική σου γλώσσα είναι η αγγλική, αν ανήκεις στις πρώην αποικίες, αν μπορείς να υποστηρίξεις τον ρόλο του αυτόχθονα και κυρίως του πρόσφυγα ή αν μπορείς να επικαλεστείς τη μαγική λέξη «τραύμα» είσαι ήδη σε καλό δρόμο, αν όχι στον μοναδικό στις μέρες μας», για να σε προσέξει η Σουηδική Ακαδημία.
— Θα κλείσω με ένα υπέροχο σχόλιο από την ενότητα «η αβάσταχτη ελαφρότητα των συνεντεύξεων». Στο ένθετο «Πρόσωπα» (Τα Νέα, 3-4/9/22), η ευρωβουλευτής Ελίζα Βόζεμπεργκ λέει στον Θανάση Νιάρχο ότι «[τ]α βιβλία είναι ένα παράθυρο στον κόσμο, είναι η ζωή μας και οι αναμνήσεις μας. Μας συντροφεύουν, μας ψυχαγωγούν και μας ταξιδεύουν. Ως λάτρης της ποίησης και δη της ελληνικής, θεωρώ δεν θα πρέπει να λείπουν από μια βιβλιοθήκη τα Άπαντα των Ελλήνων ποιητών. Στη δύσκολη επιλογή να αναφέρω μόνο ένα, θα επιλέξω τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου» του Κωστή Παλαμά. Από τον χώρο της πεζογραφίας θα επέλεγα τη «Φόνισσα» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, που το θεωρώ ένα από τα κορυφαία έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Όμως θα μπορούσα κάλλιστα να φιλοξενήσω σε μια βιβλιοθήκη έναν Χωμενίδη δίπλα στον Παπαδιαμάντη».