— Διάβασα το «Ο Μόμπι Ντικ στη σύγχρονη Αμερική» (Τα Νέα, 8/3/25) του Δημήτρη Δουλγερίδη για την παραγωγή «στη σκηνή της Μητροπολιτικής Όπερας» του γνωστού μυθιστορήματος του Χέρμαν Μέλβιλ. Ο κ. Δουλγερίδης κάνει έναν παραλληλισμό ανάμεσα στον καπετάνιο Αχαάβ και τον πρόεδρο Trump.
Παραθέτω:
«Τι βλέπουν τελικά οι Αμερικάνοι στη Μητροπολιτική Όπερα; Δεν γνωρίζουμε καν αν ο λιμπρετίστας έχει συμπεριλάβει την τελική εκτίμηση του Ισμαήλ για το πλήρωμα τη δεύτερη μέρα του κυνηγιού: “Όποιους αόριστους φόβους, όποια κακά προαισθήματα κι αν είχαν νιώσει πρωτύτερα μερικοί από δαύτους, όλα αυτά όχι μόνο κρύβονταν από δέος μπροστά στον Αχαάβ… αλλά διαλύονταν εντελώς – τρέπονταν σε φυγή δεξιά κι αριστερά, σαν τους φοβιτσιάρηδες λαγούς στα λιβάδια, που σκορπούν μόλις δουν τον βίσωνα να σκιρτάει”. Ναι η σαγήνη του ανορθολογισμού – η οποία μπορεί να εξάγεται από τις αμερικάνικες μεσοδυτικές Πολιτείες στα αστικά κέντρα των ευρωπαϊκών μητροπόλεων – είναι συνήθως ανίκητη».
— Ας πιαστούμε από αυτή τη «σαγήνη του ανορθολογισμού», που αναφέρει ο κ. Δουλγερίδης, για να περάσουμε στη «Σαγήνη του Αλλόκοτου», την έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης που από χθες έχει γίνει πρωτοσέλιδο, μετά τον βανδαλισμό από τον βουλευτή της «Νίκης» Νίκο Παπαδόπουλο.
Παραθέτω όμως πρώτα, από τη σημερινή ειδησεογραφία, τις δηλώσεις του ίδιου του κ. Παπαδόπουλου:
«"Ξεκρέμασα τέσσερις εικόνες, τέσσερις εικόνες, βέβηλες εικόνες και δύο από αυτές μου ξέφυγαν μόλις πήγα να γυρίσω κι έσπασε το τζαμάκι τους. Τίποτα άλλο […] Θα σας πω μόνο τα λόγια του Μακρυγιάννη εμένα και να με βρίσουν την οικογένειά μου και να τη βρίσουν δεν θα κάνω τίποτα, αλλά όταν βρίσουν τον Χριστό μου και την Ελλάδα μου θα αντιδράσω, θα μιλήσω και ό,τι θέλουν ας μου κάνουμε" δήλωσε ο βουλευτής» (TheToc, 11/3/25, δική μου υπογράμμιση).
Το ενδιαφέρον στον χθεσινό βανδαλισμό στην Εθνική Πινακοθήκη δεν είναι ότι συνέβη αλλά ότι άργησε τόσο πολύ. Ναι, υπάρχει το στοιχείο ότι εμείς είχαμε το προνόμιο να βιώσουμε βανδαλισμό από μέλος του κοινοβουλίου, ενώ οι βανδαλισμοί σε μουσεία και πινακοθήκες του εξωτερικού έχουν ως δράστες κυρίως νεαρούς ακτιβιστές του κλίματος (sic). Το κλίμα στην Ελλάδα είναι όμως πρωτίστως χριστιανορθόδοξο και δευτερευόντως οικολογικό, άρα η διαφορά μας δεν εντοπίζεται σε επίπεδο συντακτικού.
Ξεχωρίζω την απάντηση του Υπουργείου Πολιτισμού σε ερώτηση που είχε απευθύνει ο βουλευτής προς την υπουργό:
«Το Υπουργείο Πολιτισμού, δρώντας πάντοτε με γνώμονα την προστασία της εν γένει πολιτιστικής και καλλιτεχνικής κληρονομιάς της χώρας, ουδέποτε προβαίνει σε ενέργειες λογοκρισίας».
Θα ήταν ευχής έργον να ήμασταν πεπεισμένοι ότι η απάντηση θα ήταν ίδια, αν αντί του βουλευτή είχε εκφράσει αντιρρήσεις για τα εκθέματα η Εκκλησία της Ελλάδος. Δεν είμαστε όμως και τόσο σίγουροι. Επισημαίνω ότι τα περίφημα άρθρα 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα, για κακόβουλη βλασφημία και καθύβριση θρησκευμάτων, καταργήθηκαν μόλις το 2019 «[...] ως κύκνειο άσμα της απερχόμενης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ (μια απόπειρα επαναφοράς των άρθρων από τη διάδοχη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς απέτυχε παταγωδώς)» (Πέτρος Τατσόπουλος, Το παιδί του διαβόλου, Μεταίχμιο 2024, σ. 106).
Ανάμεσα στα πολλά που μπορεί κανείς να θυμηθεί και να μάθει από το τελευταίο βιβλίο του κ. Τατσόπουλου είναι και η περίπτωση του Φίλιππου Λοΐζου, πιο γνωστού ως «Γέροντα Παστίτσιου», που το 2014 καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε «δέκα μήνες με τριετή αναστολή» (ό.π.).
Όλα όσα παρουσιάζει ο κ. Τατσόπουλος στο βιβλίο του, ενώ εκ πρώτης κάνουν τον αναγνώστη να διερωτάται τι ακριβώς διαβάζει, με την έννοια ότι δεν διαβάζει μυθοπλασία αλλά μια αυτοβιογραφική αφήγηση, οδηγούν στη συνειδητοποίηση ότι η μανιέρα των ψεμάτων που πολλές φορές προτάσσονται από ρασοφόρους είναι τόσο καλοδουλεμένη και τόσο εκτενής, που η πραγματικότητα τείνει να αναδεικνύεται σε τέχνη. Η ελληνική πραγματικότητα στα εκκλησιαστικά μιμείται δηλαδή την τέχνη περισσότερο από ό,τι η τέχνη την πραγματικότητα.
Κάθε άλλο, επομένως, παρά αυτό το «τίποτα άλλο» που δήλωσε ο κ. Παπαδόπουλος σημαίνουν κινήσεις σαν τη χθεσινή, κι ας μοιάζει το συμβάν με κοινότοπο ακροδεξιό ακτιβισμό.
Παραθέτω από την ερώτηση του κ. Παπαδόπουλου:
«Την ώρα λοιπόν που ακόμη και άθεοι άνθρωποι, μπροστά σε αξεπέραστες ανθρώπινες δυσκολίες εκλιπαρούν τη βοήθεια της Μητέρας Παναγιάς μας, στην έκθεση αυτή παρουσιάζεται παραμορφωμένο “εικόνισμα η Παναγία με τον Χριστό αγκαλιά (άτιτλο)” ενώ σε άλλο έργο του ίδιου καλλιτέχνη ο Άγιος Γεώργιος εμφανίζεται ως “O Χασάπης της Λεωφόρου”».
Ας αναλογιστούμε λίγο το άλμα ανάμεσα στην απλή απεύθυνση στα θεία, που δύναται να πει κανείς, ακόμη και άθεος, στη ροή του λόγου του και στο έρεισμα που επικαλείται ο κ. Παπαδόπουλος για την οργή και πράξη του. Ας αναλογιστούμε τον χαρακτήρα και την ιδιοσυγκρασία του ανθρώπου που εν έτει 2025 εκλαμβάνει έργο τέχνης ως προσωπική προσβολή στην πίστη του. Δυσκολεύομαι πραγματικά να κατανοήσω, για παράδειγμα, την πράξη του κ. Παπαδόπουλου, βουλευτή, θωρακοχειρούργου και πατέρα έξι παιδιών, που σηκώθηκε χθες το πρωί και σκέφτηκε «σήμερα θα πάω στην πινακοθήκη να δώσω τέλος σε αυτή την κατάσταση». Ας αναλογιστούμε όμως και τη χρονική στιγμή που έλαβε χώρα το περιστατικό. Πόσο ξεκομμένοι είμαστε από όσα συμβαίνουν στην Αμερική του Trump; Και πόσο σίγουροι είμαστε ότι ο Χριστόφορος Κατσαδιώτης, έργα του οποίου στοχοποίησε ο κ. Παπαδόπουλος χθες, δεν θα είχε βρεθεί κατηγορούμενος μαζί με τους υπόλοιπους καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση, με τον ίδιο τρόπο που είχε βρεθεί ο «Γέρων Παστίτσιος», αν δεν είχαν καταργηθεί τα άρθρα 198 και 199 του ΠΚ.
Η πραγματική σαγήνη του ανορθολογικού και του αλλόκοτου καθίσταται διακριτή όταν κοιτάξει κανείς τα γεγονότα από κάποια απόσταση. Συνιστά πολύ μεγαλύτερη προσβολή στα θεία το συχνό, συχνότατο, προσκύνημα σε άγιες παντόφλες, ιερά, βρασμένα κάστανα και δήθεν λείψανα, παρά κάποιο από τα έργα που εκτίθενται στην Εθνική Πινακοθήκη. Έργα, παρεμπιπτόντως, που συνομιλούν με άλλη έκθεση συναφούς θεματολογίας.
Παραθέτω από την ιστοσελίδα της Εθνικής Πινακοθήκης:
«Με κινητήριο μοχλό τις σειρές των χαρακτικών έργων του Goya στην Εθνική Πινακοθήκη και συνεπείς στην πρόθεση να ανανεώσουμε τα εργαλεία ανάγνωσης των ιστορικών συλλογών με το πρόγραμμα δράσεων του Ενδιάμεσου Χώρου, παρουσιάζουμε παράλληλα με την έκθεση των 80 χαρακτικών της σειράς Los Caprichos, ένα θεματικό αφιέρωμα στην ελληνική τέχνη με τίτλο Η Σαγήνη του Αλλόκοτου. Στην ομαδική έκθεση περιλαμβάνονται έργα δέκα καλλιτεχνών που από διαφορετικές αφετηρίες εναγκαλίζονται και εικονίζουν το αλλόκοτο, το υβριδικό, και το γκροτέσκο».
Για να μην κρυβόμαστε όμως πίσω από το δάχτυλό μας η σαγήνη του αλλόκοτου, πέρα από τίτλος έκθεσης και απόπειρα σκιαγράφησης του συναισθήματος που γεννάνε διάφορες καλλιτεχνικές/εικονοποιητικές αποτυπώσεις, αναφέρεται και στην ίδια την έννοια και λειτουργία της πίστης, που είναι το κατ’ εξοχήν αλλόκοτο, όχι μόνο της εποχής μας αλλά και κάθε εποχής. Πάντα βέβαια από τη σκοπιά του κοσμικού αγνωστικιστή ή άθεου, που παρακολουθεί το φαινόμενο εκτός νυμφώνος.