Skip to main content
Δευτέρα 28 Απριλίου 2025
Να ένα βιβλίο-θαύμα, ένα βιβλίο-κόσμημα

Ελλάδα, 1996. Φωτ.: Νίκος Οικονομόπουλος/Magnum

— «Μία από τις πιο αγαπημένες φωτογραφίες μου δείχνει έναν σκύλο που κρύβεται πίσω από ένα αυτοκόλλητο στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. Έχω βγάλει και φωτογραφία με τον σκύλο στο κέντρο του κάδρου, αλλά αυτή με τον κρυμμένο είναι απείρως καλύτερη, γιατί δεν είναι το αναμενόμενο. Αυτό είναι που σου προκαλεί το ενδιαφέρον ουσιαστικά. Μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η φωτογραφία επειδή έχει λάθος, λάθος σύνθεσης. Βέβαια, αυτό πρέπει να το αποφασίσεις τη στιγμή που την κάνεις, δεν μπορείς να πας με δεδομένο ότι εγώ θα κάνω φωτογραφίες που έχουν λάθη για να τις κάνω πιο ενδιαφέρουσες», λέει ο Νίκος Οικονομόπουλος στη συνέντευξη που παραχώρησε στον M. Hulot: «“Οι μοδάτοι φωτογραφίζουν σήμερα με φιλμ· αλλά η ψηφιακή είναι μακράν ανώτερη φωτογραφία”» (Lifo, 7/4/25).

«You've got to work with your mistakes until they look intended. Understand?”, γράφει ο Raymond Carver στο κλασικό «Cathedral» του 1981.

— Την προηγούμενη Τρίτη (1/4/25) δημοσιεύτηκε στο Πρώτο Θέμα μια παρουσίαση/δελτίο τύπου ενός μυθιστορήματος. Το εκτενές κείμενο είναι ανυπόγραφο και φέρει τίτλο: «Βασίλης Σπηλιωτόπουλος: Κυκλοφορεί το ιστορικό μυθιστόρημα “Λαθρεπιβάτης μιας ζωής”». 

Παραθέτω: 

«Επισημαίνεται ότι τα ιστορικά γεγονότα τα οποία αναφέρονται είναι εξ ολοκλήρου πραγματικά, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας του συγγραφέα. Το κύριο μέρος των εσόδων από τις πωλήσεις του βιβλίου θα διατεθούν υπέρ του “ΕΛΠΙΔΑ” Σύλλογος Φίλων παιδιών με Καρκίνο. Το μυθιστόρημα ο συγγραφέας το αφιερώνει σε όλους τους καρκινοπαθείς και όσους έχουν δώσει μάχη ή μάχονται ακόμη για τη ζωή. Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει προσβληθεί τρεις φορές με πρωτογενείς καρκίνους» (δική μου υπογράμμιση).

Το μυθιστόρημα κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική, είναι 892 σελίδες και πωλείται 35 ευρώ. 

Στις 6/4/25 ο συγγραφέας παραχώρησε τη συνέντευξη «“Αναζητώ τον παράδεισο γύρω μου”» στην Κατερίνα Δαφέρμου, στο Mononews.

Παραθέτω: 

«Αξίζει να σημειωθεί ότι όλα τα έσοδα από το βιβλίο, ο Βασίλης Σπηλιωτόπουλος θα τα διαθέσει για την υποστήριξη του σωματείου Ελπίδα, Σύλλογος φίλων παιδιών με καρκίνο. Απηχεί τη δική του αναμέτρηση με τη νόσο. Ο πόνος μετουσιώθηκε σε λέξεις καίριες, ψηφίδες νοητού μωσαϊκού, μνήμες αρχαίας ευτυχίας και οδύνης, φωνές ραγισμένες, λάμψεις τρυφερότητας» (δική μου υπογράμμιση).

Παραθέτω και μία ερωταπάντηση:

«[Ερ.] Ο Ντοστογιέφσκι θεωρείται μαιτρ της ρωσικής ψυχής, της γεμάτης πάθη και πόθους. Όμως, και στο δικό σας βιβλίο η επιλογή για σκηνικό αυτής της ταραχώδους στιγμής, της Ρωσικής Επανάστασης, αναδεικνύει τις εσωτερικές καταπακτές της ανθρώπινης ύπαρξης, τα μυστήρια και τις άπειρες δυνατότητες της. Αληθεύει για εσάς αυτή η τοποθέτηση;

[Απ.] Καταρχάς θα έλεγα ότι ο Ντοστογιέφσκι σκιαγραφεί μοναδικά και αξεπέραστα -με το πάθος και το βάθος της ρωσικής ιδιοσυγκρασίας- το ανθρώπινο με όλες τις διαψεύσεις και αρετές του.

Θα ήταν τουλάχιστο επηρμένο από μέρους μου να θελήσω να μοιραστώ έστω και το ελάχιστο με έναν μεγαλοφυή όπως ο μεγάλος Ρώσος. [...]».

Παραθέτω τις λεπτομέρειες της παρουσίασης: 

«Η παρουσίαση του βιβλίου θα γίνει την Τρίτη 8 Απριλίου στις 19:30 στο Μουσείο Μπενάκη, Κουμπάρη 1, Κολωνάκι. Για το βιβλίο θα μιλήσουν ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Παύλος Γερουλάνος, ο ιστορικός και υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων του Μουσείου Μπενάκη Τάσος Σακελλαρόπουλος, ο ζωγράφος και καθηγητής σχεδίου στην Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ  Δημήτρης Σεβαστάκης. Την εκδήλωση θα συντονίσει η δημοσιογράφος Ξένια Κουναλάκη».

Υποθέτω ότι κάπου θα διευκρινιστεί αν είναι τελικά «κύριο μέρος των εσόδων» ή «όλα τα έσοδα» από τις πωλήσεις του βιβλίου, που θα διατεθούν στο σωματείο Ελπίδα. 

— Συνεχίζεται και αυτή την εβδομάδα ο καταιγισμός απόψεων για την προσφορά της επιλογής «Studio Ghibli» σε πολλές πλατφόρμες AI. Δεν θα μπω στη συγκεκριμένη διαμάχη, η οποία εξάλλου συνιστά παραλλαγή μιας εξελισσόμενης συζήτησης που υπεισέρχεται στα θολά, ή όχι και τόσο θολά, νερά των πνευματικών δικαιωμάτων των δημιουργών και της λεγόμενης «εύλογης χρήσης» του έργου τους, πίσω από την οποία κρύβονται οι ιδιοκτήτες των Μεγάλων Γλωσσικών Μοντέλων. Την προηγούμενη εβδομάδα, για παράδειγμα, η Καθημερινή είχε ένα εκτενές άρθρο του Μανώλη Ανδριωτάκη με τίτλο «Η μεγάλη κλοπή των βιβλίων» (30/3/25) στο οποίο «Έλληνες συγγραφείς και εκδότες μίλ[ησαν] στην “Κ” για την “εκπαίδευση” της τεχνητής νοημοσύνης που γίνεται και με δικά τους έργα τα οποία διακινούνται παράνομα».

Στο άρθρο μιλάει και η Σώτη Τριανταφύλλου: «[...] η απώλεια εισοδήματος δεν με ενδιαφέρει· με ενδιαφέρει όμως η απώλεια ελέγχου, η παραπληροφόρηση και η αραιωμένη γνώση».

Δεν διαφωνώ με τις αιτιάσεις δημιουργών και εκδοτών. Αυτό που συμβαίνει είναι πρωτοφανές και δεν νομίζω ότι γνωρίζει κανείς πού ακριβώς οδηγεί. Θα προσφέρω μια αιρετική άποψη: 

Θα ήταν ευχής έργον να μπορούσε η Τεχνητή Νοημοσύνη να εκπαιδευτεί από τη λογοτεχνία. Παρατηρήστε την ειρωνεία: πιστεύουμε ότι η λογοτεχνία είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να προσεγγίσει κανείς ποσοτικά και ποιοτικά τον κόσμο πέρα από τον άμεσο κύκλο του, αλλά το να εκπαιδευτούν ένα ή πολλά Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα από τη λογοτεχνία είναι όνειδος. Ναι, προφανώς το πρόβλημα είναι στην κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Να εκπαιδευτούν οι μηχανές αλλά να πληρωθούν οι δημιουργοί και εκδότες. Όταν ακούμε από εκπαιδευτικούς/συγγραφείς/εκδότες για τα οφέλη της λογοτεχνίας και την προτροπή για ανάγνωση, τα πνευματικά δικαιώματα των συγγραφέων συμπεριλαμβάνονται στην προτροπή – είναι υποτίθεται πληρωμένα. Η λογοτεχνία είναι καλή, αρκεί να πληρώνεται ο δημιουργός. Η τέχνη δεν μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο στην καμπούρα των καλλιτεχνών. Μα αν είναι να αναλάβουν οι μηχανές, δεν θα επιθυμούσαμε την καλύτερη δυνατή παιδεία για τους μελλοντικούς διεκπεραιωτές/αντικαταστάτες πληθώρας δεξιοτήτων; Απαντώ για να μην (σας) παραπλανώ. 

Το πρόβλημα, ξανά, είναι ότι ακόμη μιλάμε για Τεχνητή Νοημοσύνη, με γερές δόσεις επιστημονικής φαντασίας. Μπορεί ήδη τα Μεγάλα Γλωσσικά Μοντέλα να ξεπερνούν σε ικανότητες, μέρος των νοητικών δεξιοτήτων μεγάλης μερίδας του ανθρώπινου πληθυσμού αλλά αυτό δεν σημαίνει και πολλά πράγματα. Μια αριθμομηχανή τσέπης ξεπερνά εδώ και δεκαετίες την ανθρώπινη ικανότητα για αριθμητικές πράξεις αλλά κανένας δεν θεώρησε μια αριθμομηχανή έξυπνη ή αισθάνθηκε απειλή από αυτή. Η άμεση πρόσβαση σε αχανείς επικράτειες πληροφοριών και η σχετικά εύστοχη συνάρμοσή τους σε προτάσεις/κείμενα κομιστές νοήματος δεν σημαίνει ότι οι μηχανές καταλαβαίνουν τι διαβάζουν. Οι μηχανές διαθέτουν ταχύτητα, μνήμη και μια δυναμικά μεταλλασσόμενη βάση εγχειριδίων που υπαγορεύει τις “σωστές” απαντήσεις. 

Αυτό που εντυπωσιάζει στις απαντήσεις των Μεγάλων Γλωσσικών Μοντέλων, στην ευστοχία κάποιων αποκρίσεων, έχει να κάνει περισσότερο με την “αφέλεια” των ερωτήσεων των χρηστών παρά με την “εξυπνάδα” των απαντήσεων των μηχανών. Ο χρήστης μπορεί να πιστεύει ότι ρωτάει κάτι πρωτότυπο, κάτι που δεν έχει ρωτήσει κανένας άλλος, χωρίς να συνειδητοποιεί ότι τέτοιου είδους πρωτοτυπία είναι εξαιρετικά σπάνια. Το γλωσσικό μοντέλο, που δέχεται εκατομμύρια ερωτήσεις καθημερινά γνωρίζει πολύ καλά τον βαθμό αφέλειας. Το εξαιρετικά σπάνιο είθισται να τείνει περισσότερο προς την αφέλεια παρά προς την αυθεντικότητα/εξυπνάδα. Οι μηχανές, επομένως, τείνουν λίγο πολύ να απαντούν στα ίδια ερωτήματα, έτσι όπως η πραγματικότητα τείνει να προσλαμβάνεται και να αφομοιώνεται από τους homo sapiens χρήστες με ομοιόμορφους τρόπους. Αν αναλογιστεί κανείς ότι ουκ ολίγοι συνάνθρωποί μας πλασάρουν τις απαντήσεις των μηχανών ως δικές τους, απαντήσεις που με τη σειρά τους γεννούν νέες ερωτήσεις προς τις μηχανές, εύκολα αντιλαμβάνεται την αφέλεια του βρόχου που περιέγραψα. Οι μηχανές, λίγο πολύ, τείνουν να απαντούν τα ίδια αφελή ερωτήματα που έχουν οι ίδιες παραγάγει ξανά και ξανά. Η γνώση, για την ώρα, εξακολουθεί να παράγεται αλλού και το νόημα παραμένει προνόμιο ενσώματων υποκειμένων εμπειρίας.            

— Θα κλείσω με κάτι ανάλαφρο:

«Να ένα βιβλίο-θαύμα, ένα βιβλίο-κόσμημα. Ένα απολύτως γυναικείο βιβλίο. Και ένα ιδιότυπο κείμενο, που μιλάει για την ανάγνωση, τα βιβλιοπωλεία και την περιπέτεια της μητρότητας. Μάλλον δεν έχει όμοιό του. Κι αυτό κυρίως γιατί δεν είναι μυθοπλασία. Είναι απομνημονεύματα. [...] Υπέροχο υφαντό αναμνήσεων, και μαζί ημερολόγιο για τα τραγούδια, τις τέχνες, τις γειτονιές και τις πόλεις, λυρισμός που σε αγγίζει κατάβαθα χωρίς να καταντά γλυκερός, βαθιές σκέψεις για το γράψιμο (“Δεν είναι πνευματική δραστηριότητα”, σ. 132), τα βιβλία (“Να μιλάς για βιβλία όπως θυμάσαι τη βροχή στο πρόσωπό σου, μια διαφωνία, ένα θαυμάσιο γκολ”, σ. 213) και τη μητρότητα (αυτόν τον “ριζοσπαστικό τρόπο ελπίδας”, σ. 178). Γεμίσαμε υπογραμμίσεις το βιβλίο, που παρά την έκτασή του προσφέρει υλικό για πολλές σκέψεις και συζητήσεις. Πανέμορφη, να σημειωθεί, η μετάφραση και εξαιρετικά χρήσιμες οι σημειώσεις» (Καθημερινή, 6/4/25).

Απόσπασμα από την παρουσίαση του Κυριάκου Αθανασιάδη «Το υφαντό των αναμνήσεων μιας γυναίκας» για το μυθιστόρημα της Πάουλα Βάσκες Σπίτι από βιβλία και πηλό (μτφρ.: Δέσποινα Δρακάκη, Ψυχογιός: 2025).

Στον αστερισμό των παρουσιάσεων βιβλίων τα κείμενα του κ. Αθανασιάδη είναι κάτι σαν την επιλογή «Studio Ghibli» των μηχανών Τεχνητής Νοημοσύνης. 

* Η φωτογραφία εξωφύλλου είναι από το «Iconic ελληνικές στιγμές αν τις είχε φτιάξει το Studio Ghibli» (Oneman, 27/3/25) του Κωνσταντίνου Δέδε.