Skip to main content
Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024
O εσωτερικός διχασμός

Ωραία τα λόγια περί εθνικής ενότητας και κοινωνικής συνοχής, αλλά κάθε χρονιά, σχεδόν επετειακά, έρχεται και ξανάρχεται στην χώρα ένας διχασμός. Ανάλογα με την οπτική του ζητήματος, έχει διάφορα ονόματα, πάντως κανένας δεν τον λέει διχασμό. Οι δύο φυλές που τον εξασκούν άλλοτε είναι άνισες ποσοτικά, άλλοτε, όπως το καλοκαίρι έχουν σχετική ισοτιμία αριθμών.

Το καλοκαίρι, περίπου δύο εκατομμύρια Έλληνες, ληστεύουν περίπου τέσσερα εκατομμύρια αδελφών τους. Είναι μαζί στα πανηγύρια, στην Γιουροβίζιον, στην ανησυχία για το ασφαλιστικό και στις συντάξεις, αλλά έτσι και αρχίσουν τα διαβόητα «μπάνια του λαού» στήνονται αναρίθμητα μαγαζάκια και παραμάγαζα που περιμένουν τα μεγάλα κορόιδα. Τα όπλα της ομάδας που επιτίθεται έχει μερικούς χώρους όπου η δήωση και η καταστροφή είναι βέβαιες. Τα ψυγεία με τα νερά, τα τσάγια, τα αναψυκτικά και τους χυμούς, είναι απλώς οι προφυλακές. Βάση της επίθεσης είναι ένα είδος νεοκαταστήματος που λέγεται «προσωρινό σουπερμάρκετ σε περιοχή τουριστική». Το χειμώνα έχει κατεβασμένα τα κεπέγκια. Άλλη βάση επίθεσης είναι τα ακτοπλοϊκά μέσα, εισιτήρια και κυλικεία, αλλά και κάθε μορφής στέκια, μπαράκια, καφετέριες και τέτοια. Τα τέσσερα εκατομμύρια ιθαγενών θυμάτων είναι οι παράπλευρες απώλειες. Ο κύριος στόχος είναι οι τουρίστες, ή τουλάχιστον κάτι που τους μοιάζει. Με στρατηγείο μερικές φάλαγγες ταξιτζήδων στην πρωτεύουσα και αναρίθμητες λεγεώνες συναφών επαγγελμάτων εξυπηρέτησης. Πλάζ, ξαπλώστρες, ομπρέλες, χώροι για παρκάρισμα. Αυτό ξεκινά μέσα Ιουλίου και η μάχη τελειώνει Τρίτη εβδομάδα του Αυγούστου. Εκπνέει η σεζόν όχι επειδή είναι δήθεν μικρή, αλλά επειδή εκπνέουν τα δάνεια, οι κάρτες και τα μετρητά των τουριστών και των επισκεπτών.

Η πλάκα είναι ότι αυτή η «μάχη», ενώ έχει πάντοτε νικητές και ηττημένους, δεν διδάσκει απολύτως τίποτε στους χαμένους. Καμία περιοχή δεν «τιμωρείται» επειδή είναι φαρμακερή. Με την ανόητη κραυγή «και τι θέλετε να κάνουμε, να βράσουμε μέσα στο τσιμέντο;» οι ηττημένοι προτιμούν να βράζουν ολοχρονής αντί να κάνουν έναν μήνα υπομονή. Σαν τους πολέμους που περιγράφει ο Καίσαρας εναντίον των Γαλατών. Βαρυόταν να τους βλέπει να συγκεντώνονται, να βγάζουν ιαχές, να καμαρώνουν και μετά να σφάζονται ομαδικώς. Κι άντε πάλι από την αρχή.

Είναι μιά πολύ συνηθισμένη διαδικασία. Και η δικαιολογία των νικητών είναι πως πρέπει να βγεί σε δέκα μέρες, σε έναν μήνα, η χασούρα μιάς ολόκληρης άκληρης και μίζερης ζωής. Τα Χριστούγεννα, είναι η ιπτάμενη γαλοπούλα και οι ντομάτες, καθώς και τα έλατα που κόβονται για την περίσταση. Το Πάσχα είναι το αρνάκι και οι περιπέτειές του από την γέννα στη σούβλα. Αυτά είναι ζήτημα απλής αριθμητικής. Αν «τιμωρήσεις» τους νικητές κόβοντας την πραμάτεια τους επί μία σεζόν, θα τους έχεις την άλλη σεζόν ευγενείς και φτηνούς. Αλλά φοβάμαι ότι το σπόρ των διακοπών δεν έχει να κάνει με «γέμισμα μπαταριών» και «αχ τα χωριουδάκια». Έχει να κάνει με μιά νοοτροπία ραγιά: δεν θεωρούμε ότι οι διακοπές είναι απαράδεκτα ακριβές, αλλά ότι οι διακοπές είναι ακριβές άρα γι αυτό είναι διακοπές.

Άντε και του χρόνου, με τον ίδιο διχασμό...