Στο περιβόλι, κάθε καλοκαίρι,
μια φλύαρη χρυσόμυγα γυρίζει.
Κάνει πως είν’ σοφή κι όλα τα ξέρει,
μα είναι χρυσή μονάχα και βουίζει…
Στα ταπεινά λουλούδια που γυρνά,
για κοσμογυρισμένη τους περνά·
κι αλήθεια, έχει γυρίσει όλη τη σφαίρα
και έχει κάνει ταξίδια μακρινά:
επήγε ώς τη γωνιά του κήπου πέρα!
Εδιάβηκε χωρίς καραβοκύρη
ωκεανούς και λίμνες και ποτάμια
–τη στέρνα, τον κουβά, το ποτιστήρι–
πέρασε κι απ’ του κήπου τα καλάμια!
Έκανε και το γύρο μιας βεράντας!
Εγνώρισε και κάποιαν ακακία!
Κι εδιάβασε Παγκόσμια Ιστορία
στα φύλλα μιας λεβάντας!
Τι βουητό! Όλο τον κήπο φοβερίζει…
Μα το ήσυχο τ’ αγέρι μόνο ξέρει
πως είν’ χρυσή μονάχα και βουίζει,
κι όταν φυσάει μες στο καλοκαίρι
και φτερώνει,
τη συνεπαίρνει ξαφνικά και τη σαρώνει.
Η χρυσόμυγα
(από το βιβλίο: Aνθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού, μέρος δεύτερο, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1975)