Ο πετεινός έπιασε φίλο
του διπλανού σπιτιού το σκύλο.
Και παν μαζί πεζοπορία
για κάποια ξένη πολιτεία.
Στο δρόμο πήρε να βραδιάσει
και σ’ ένα δέντρο κάνουν στάση.
Κούρνιασε ο ένας στα κλαριά του
κι ο άλλος πλάγιασε από κάτου.
Σώνεται η νύχτα και χαράζει
κι αρχίζει ο πετεινός να κράζει.
Κι η αλεπού απ’ τη φωλιά της
τρέχει κουνώντας την ουρά της:
– Πουλί μου, πώς σ’ αυτά τα μέρη;
Κατέβα, δώσε μου το χέρι.
Κι ο πετεινός τής δείχνει κάτου,
που ο σκύλος τέντωνε τ’ αυτιά του:
– Αν θες να μπεις στο σπιτικό μου,
ν’ αποταθείς στο θυρωρό μου.
Ο θυρωρός
(από το βιβλίο: Mιχ. Δ. Στασινόπουλος, Aρμονία, Eκδόσεις «Kένταυρος», 1956)