Αν ρίξετε ένα πήλινο κανάτι στη θάλασσα και το ανασύρετε έπειτα από κάμποσο καιρό, είναι πιθανόν να βρείτε μέσα ένα χταπόδι. Αν όμως αφήσετε σ’ ένα ήσυχο μέρος του βυθού ένα ξύλο ή ένα σίδερο, θα δείτε έπειτα από ένα διάστημα να σχηματίζεται εκεί πάνω μια ολόκληρη αποικία από μύδια. Τέτοιες αποικίες συναντά κανείς σε πολλά μέρη, όταν ο βυθός είναι κατάλληλος και τα νερά ήσυχα. Είναι οι αρχαιότερες αποικίες της υφηλίου, πολύ παλιότερες από τις αποικίες των Φοινίκων και των Ελλήνων.
Το μύδι, προστατευόμενο από το διπλό όστρακό του, που ανοίγει και κλείνει σαν τσιμπίδα, δεν αντιμετωπίζει πολλούς κινδύνους, ούτε έχει πολλούς εχθρούς. Δεν φοβάται σχεδόν κανένα, εκτός από τον αστερία ―τον σταυρό της θάλασσας― και τον τσαγανό, όπως λέγεται ένας μικρός, τετραπέρατος καβουράκος του βυθού.
Ο πρώτος, ο αστερίας, θεωρείται και είναι ο μεγαλύτερος χαλαστής της γενιάς των μυδιών και των στρειδιών. Ζυγώνει το θύμα του, το αγκαλιάζει, το πιέζει, το ανοίγει και το τρώει.
Ο άλλος εχθρός, ο τσαγανός, έχει άλλη τακτική. Αυτός το μύδι το τρώει σιγά-σιγά. Πώς όμως μπορεί και το ανοίγει; Χμ! Έχει τον τρόπο του.
Αλλά, πριν εκθέσομε αυτόν τον τρόπο, θα παρουσιάσομε έναν άλλο φαγά, έναν άλλο περίεργο και απίθανο εχθρό του μυδιού, στεριανής προελεύσεως. Και τώρα πια πρέπει να φέρομε την συζήτηση στον ποντικό, γιατί αυτός είναι ο από ξηράς επιδρομέας.
Ο ποντικός είναι πολυμήχανος. Kαταφέρνει δουλειές που σου έρχεται ζαλάδα. Σκαρφαλώνει στον τοίχο, τρυπά τη σανίδα, κλέβει τ’ αυγά. Τέλος ανάμεσα στ’ άλλα, είναι και δεινός κολυμπητής. Κάνει και μακροβούτια. Λαμπρά, όλα αυτά είναι γνωστά και δεν εκπλήττουν κανένα.
Εκείνο όμως, που δεν περίμενε κανείς, είναι, ότι θα επεξέτεινε τη δράση του και μέχρι βυθού! Και όμως και αυτό γίνεται. Φτάνει και στον βυθό ακόμη και επιτίθεται στα μύδια. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο τριγυρίζει συχνά μυστηριωδώς στο παραθαλάσσιο. Πολλοί τον έβλεπαν και απορούσαν. Μια μέρα όμως το μυστήριο διαλευκάνθηκε. Βρέθηκε ποντικός πιασμένος σε μια περίεργη παγίδα του βυθού: ένα μεγάλο μύδι βαστούσε στην τσιμπίδα του οστράκου του έναν ποντικό από το μουσούδι! Πειστήριο τρομαχτικό! Το πράγμα ήταν ολοφάνερο. Ο ποντικός νοστιμευόταν τα μύδια και κατέβαινε και τα έτρωγε. Όσο που πιάστηκε από ένα! Γεννιόταν όμως μια νέα απορία: Πώς μπορούσε ο ποντικός και έτρωγε τα μύδια; Πώς τα άνοιγε; Και, αν υποτεθεί ότι τα πρόφτανε ανοιχτά, πως δεν πιανόταν τόσον καιρό; Με τι τρόπο ο ποντικός αποφεύγει την τσιμπίδα και γενικά πώς καταφέρνει και τρώει το μύδι; Λοιπόν ιδού το τέχνασμα! Όταν ο ποντικός διακρίνει από ψηλά το μύδι ανοιχτό, παίρνει με το στόμα του μια πέτρα μικρή, πηγαίνει στην άκρη και του την ρίχνει. Μπλουμ! Ενενήντα στα εκατό η πέτρα βρίσκει το στόχο, δηλαδή πέφτει ακριβώς ανάμεσα στις δυο κουτάλες του μυδιού. Εκείνο τρομαγμένο προσπαθεί να κλείσει. Mα είναι αδύνατο. Η πέτρα το εμποδίζει και η θύρα μένει μισάνοιχτη. Τα υπόλοιπα είναι πλέον ζητήματα μιας απλής βουτιάς. Όπως βλέπετε, το τέχνασμα είναι πολύ έξυπνο και πολύ απλό.
Την ίδια λοιπόν μέθοδο μεταχειρίζεται και ο τσαγανός. Κουβαλάει και αυτός μια πέτρα και την ρίχνει στο άνοιγμα της θύρας του στρειδιού ή του μυδιού και η θύρα δεν μπορεί να κλείσει πια. Και τότε εκείνος μπαίνει μέσα άφοβα και στρώνεται στο φαΐ. Μιμείται άραγε τον ποντικό ή ο ποντικός πήρε το σχέδιο από τον τσαγανό; Σε ποιον ανήκει η πατρότης της εφευρέσεως; Ή πρόκειται για απλή σύμπτωση; Μάλλον αυτό θα συμβαίνει. Τα μεγάλα πνεύματα πάντα συναντώνται.
Το μύδι και ο ποντικός
(από το βιβλίο: Aναγνωστικό Δ΄ Δημοτικού, Oργανισμός Eκδόσεως Διδακτικών Bιβλίων, 1974)