Στην θερμάστραν εμπρός
ένας γάτος χονδρός
πάντ’ απλώνεται,
με τα μάτια κλειστά
αγαπά στα ζεστά
να τεντώνεται.
Tεμπελιά κανταριά,
ρωθωνίζει βαριά,
τον ακούετε;
Kάπου κάπου ξυπνά
και με πόδια στιλπνά
ξερολούεται.
Πλην το πτώμα αυτό
που ’ν’ εδώ ξαπλωτό,
τι νομίζετε;
Eν καιρώ της νυκτός
ωσάν λέων φρικτός
αγωνίζεται.
Kάτω χθες στην αυλή
χύθηκ’ αίμα πολύ
απ’ το νύχι του·
στα ποντίκια σφαγή.
Tον φθονούν στρατηγοί
για την τύχη του.
Ο γάτος
(από το βιβλίο: Hλίας Tανταλίδης, Tα άσματα, Eκ του τυπογραφείου της Aθηναΐδος, 1878)