Στο σκοτάδι μαστορεύουν
πέντε ποντικοί.
Τι σκεπάρνια! Τι πριόνια!
Τι μαστορική!
Σε ντουλάπι νοικοκύρη
βάλθηκαν να μπουν·
κρατς! ο ένας, κριτς! ο άλλος
κόβουν και τρυπούν.
Είναι νύχτα και στο σπίτι
τό ’ριξαν βαριά.
Ετεμπέλιασεν ο γάτος
δίπλα στη φωτιά.
Μόνο η φάκα στο ντουλάπι
κάθεται ξυπνή
κι αφουγκράζεται τον κλέφτη
κι ώρες αγρυπνεί.
Με τα δόντια τους ανοίξαν
τρύπα φοβερή.
Νά τους! μπαίνουν ένας ένας,
βόσκουν στο τυρί
παξιμάδια ροκανίζουν
στο γλυκό βουτούν,
κουβεντιάζουν, σουλατσάρουν,
σιγοπερπατούν.
Κι ο μικρός ο Ποντικούλης,
που όλο τριγυρνά,
μες στη φάκα μπαινοβγαίνει
και τηνε κουνά·
φραπ! εκείνη τον γραπώνει
και τον έχει εκεί.
Για τους πέντε ο Ποντικούλης μπήκε φυλακή.
Ο μικρός ο Ποντικούλης
(από το βιβλίο: Zαχαρίας Λ. Παπαντωνίου, Xελιδόνια, Bιβλιοθήκη Eκπαιδευτικού Oμίλου, 1920)