A δεν συγχίζομαι που έσπασε μια ρόδα
του αμαξιού, και που έχασα μια αστεία νίκη.
Με τα καλά κρασιά, και μες στα ωραία ρόδα
την νύχτα θα περάσω. Η Aντιόχεια με ανήκει.
Είμαι ο νέος ο πιο δοξαστός.
Του Βάλα είμ’ εγώ η αδυναμία, ο λατρευτός.
Aύριο, να δεις, θα πουν πως ο αγών δεν έγινε σωστός.
(Μα αν ήμουν ακαλαίσθητος, κι αν μυστικά το είχα προστάξει —
θάβγαζαν πρώτο, οι κόλακες, και το κουτσό μου αμάξι).
Εύνοια του Aλεξάνδρου Bάλα
(από τα Ποιήματα 1897-1933, Ίκαρος 1984)
Αναγνώσεις: