Στη θύρα την ολόχρυση της Παντοδυναμίας,
πνεύματα μύρια παλαιά, πνεύματα μύρια νέα
σ’ ακαρτερούν για να σου πουν πως άργησες να φθάσεις
«Στ’ όνομα» της ημέρας
π’ ο τρίτος άνθιζε σ’ εσέ θεοτικός Aπρίλης
(αχ, σ’ έστενα βασίλισσα στης γης τες ευτυχίες,
εν’ όλες τες δοκίμαζα κοιτώντας τη θωριά σου),
στην πλάκα πέφτω και θαρρώ πως δε θα σου βαρύνει,
Παρθέν’, από τα χείλη μου κι από τα γόνατά μου.
Για το θάνατο της Aιμιλίας Pοδόσταμο
(από τα Ποιήματα και Πεζά, Στιγμή 1994)