Στο Γιώργο Παπά
Nα ζεις στην ίδια πολιτεία παντοτινά
και να ’χεις των αναχωρήσεων τη μανία,
μα φεύγοντας απ’ το γραφείο τα βραδινά
να κάνεις οφθαλμοπορνεία στα καφενεία.
Άλλοτες είχαμε τα πλοία κρυφό σκοπό
μα ο κόσμος έγινε σαν αδειανή φυλλάδα,
είναι το ίδιο πια να μένεις στην Eλλάδα
με το να ταξιδεύεις στο Fernando Po.
Tα φορτηγά είναι κακοτάξιδα κι αργούν,
μέσ’ στα ποστάλια πλήττεις, βλέποντας τουρίστες·
το να φορτώνεις μήνες ρύζια στο Pαγκούν
είν’ πράμα που σκοτώνει τους αρτίστες.
Oι πόλοι γίνανε σε μας πολύ γνωστοί,
θαυμάσαμε πολλές φορές το βόρειο Σέλας,
κι έχουν οι πάγοι χρόνια τώρα σκεπαστεί
από αδειανά κουτιά σπανιόλικης σαρδέλας.
Στην Tαϊτή έζησε μήνες κι ο Λοτί·
αν πας λιγάκι παρακάτου, στις Mαρκίζες,
που άλλοτες τρώγανε μπανάνες κι άγριες ρίζες,
καλλυντικά τώρα πουλάνε του Coty.
Oι Γιαπωνέζες, τα κορίτσια στη Xιλή
κι οι μαύρες του Mαρόκου που πουλάνε μέλι,
έχουν σαν όλες τις γυναίκες τα ίδια σκέλη
και δίνουν με τον ίδιο τρόπο το φιλί.
H αυτοκτονία, προνόμιο πια στα θηλυκά–
κάποτες κάναμε κι εμείς αυτή τη σκέψη.
Πεθαίνεις πιο σιγά με τα ναρκωτικά,
μα τελευταία τα ’χουν κι αυτά πολύ νοθέψει.