στροφή πρώτη.
Tρέξατε αδέλφια, τρέξατε
ψυχαί θερμαί, γενναίαι·
εις τον βωμόν τριγύρω
της πατρίδος αστράπτοντα
τρέξατε πάντες.
β΄.
Ας παύσωσ’ η διχόνοιαι
που ρίχνουσι τα έθνη
τυφλά, υπό τα σκληρότατα
ονύχια των αγρύπνων
δολίων τυράννων.
γ΄.
Tρέξατ’ εδώ· συμφώνως
τους χορούς ας συμπλέξωμεν,
προσφέρων ο καθένας
λαμπράν θυσίαν, πολύτιμον,
εις την πατρίδα.
δ΄.
Eδώ ας καθιερώσωμεν
τα πάθη μας προθύμως·
τ’ άρματα ημείς αδράξαμεν
μόνον δια ’να πληγώσωμεν
του Oσμάν τα στήθη.
ε΄.
Eδώ πάντα τα πλούτη μας
ας χύσωμεν· εν όσω
γυμνόν σπαθί βαστούμεν
μας φθάνουσι τα φύλλα
τίμια της δάφνης.
ς΄.
K’ ύστερ’, αφ’ ου συντρίψωμεν
τον έχθιστον ζυγόν,
άλλα όχι αβέβαια πλούτη
θέλει μας δώσει πάλιν
η ελευθερία.
ζ΄.
Eδώ ηδονάς και ανάπαυσιν
ω φίλοι ας παραιτήσωμεν·
ξηρή πέτρα το στρώμα,
φαρμάκι το ψωμί
της δουλείας είναι.
η΄.
Eδώ, σαν αναθήματα,
εις τον βωμόν πλησίον,
τους συγγενείς, τα τέκνα μας
αγαπητά, τους γέροντας
τώρα ας αφήσωμεν.
θ΄.
Πάντα όσα εις την καρδίαν μας
είναι ακριβή, δεν πρέπουσιν
εις άνδρας που τρομάζουν
έμπροσθεν εις ανόητον
βάρβαρον σκήπτρον.
ι΄.
Oύτε η ζωή δεν πρέπει.
Tρέξατε αδέλφια, τρέξατε·
συμμέτρως εχορεύσαμεν,
σύμμετρα ας αποθάνωμεν
δια την πατρίδα.