Πάντοτ’ εύγλωττη η σιωπή δεν είναι, διακριτική όμως συνήθως είναι!
Λευτερώνεις δυνάμεις, περιορίζοντας αδυναμίες.
― Σου είναι και κάτι αυστηροί, που απορείς και εξίστασαι πόθεν αντλούν την τόση αυστηρότητα.
― Εξ ιδίων! Δεν ασκούν την ελάχιστη κατά του εαυτού τους!
Ο λαός είναι παιδί που θέλει ν’ αντρίζει!
Σβήνεις την υποχρέωση όταν την παρατονίζεις, την ευγνωμοσύνη όταν την απαιτείς.
Σε θέλω και να ’χεις Θεό, και να μην προσκυνάς!
Και μόνο αν σκεφτείς πως το ευγενέστατο διακονώ έγινε το αγενέστατο διακονεύω!...
Εύκολα που «ξεπερνάς» ό,τι δεν φτάνεις!
Χέρι να σε ψάχνει στο σκοτάδι, κι ας μη σε βρίσκει!
Οι ίδιοι, εν πολλοίς, κατευθύνουμε τα βήματα των εχθρών μας.
Κάθε νέο πάθος αφαιρεί από το παλαιό· κάθε νέος πόνος προσθέτει εις τον παλαιό!
Με ζωή πήζεις, με χαμοζωή σαπίζεις!
Σε δυσαρεστούν πέρα από το όριο, για να σ’ αχρηστεύουν δώθε από το όριο.
Όσο τ’ άλλο ποθείς, τόσο στο ίδιο από δειλία γυρίζεις!
Μόν’ όποιος σιωπά πολλές ώρες συγχωρείται και να φλυαρεί πού και πού! Μα ούτ’ αυτός, ούτε κανείς, όταν γράφει!
Να μπορείς να πεις: «Την αγάπη μου την έχεις· την εμπιστοσύνη μου όχι!».
Λαοί που δεν αυτοκρίνονται, που κάνουν δυο και τρεις φορές τα ίδια λάθη, που κερδίζουν τους πολέμους και χάνουν τις ειρήνες, είναι ή γίνανε λειψοί!
Και το καλό και το κακό τιμωρούν, σαν τα υποτιμάς!
Και το χοντροειδέστερο σύνεργο το λεπταίνει ο καλός τεχνίτης!
Όλα να τα περιμένεις από κείνον που ό,τι πιο πολύ εθαύμασε πιο πολύ τον απογοήτεψε.
Όσο λιγότερο αμφισβητούν αυτό που λες, τόσο περσότερο αγαναχτούν γιατί το λες!
Το θάμπωμα της θύμησης ωραΐζει το θύμημα.
Τι να ξεχωρίσει κανείς μες στο τεράστιο ηχείο που τον περικλείει και συνηχεί;
Σκοπός του ανθολόγου δεν νομίζουμε πως πρέπει να είναι ο σκοπός του κριτικού, μολονότι κι ο πρώτος κάνει την κριτική του, ούτε κι ο σκοπός του ιστορικού της ποιήσεως, μολονότι και του ανθολόγου το υλικό εν χρόνω τελειούται και του χρόνου τις μαρτυρίες τις έχει. [...] Ό,τι έχει θέση σε μιαν ιστορία της ποιήσεως μπορεί να μην έχει σε μιαν ανθολογία, όσο μεγάλη κι αν είναι.
Το ποίημα που δε γράφτηκε, το μοναδικό κι ασύγκριτο, το ακούει κανείς άμα κλείνει μιαν αξιόλογη συλλογή, ποτέ άμα ανοίγει μιαν ανθολογία, ας είναι κι η άριστη. Γιατί σε κάθε ανθολογία μιλούν πολλοί, κι η κάθε μας στιγμή ανήκει σ’ έναν.
Στην απώτερη σημασία της η ανθολογία [...] έχει την αξία μιας μαρτυρίας για τα αισθητικά κριτήρια των πολλών που ζούσαν ενεργά την εποχή της.