Βιβλιοθήκη Παραθέματα Αποστολίδης Ηρακλής Ν.
Αποστολίδης Ηρακλής Ν.
Γέννηση: Πύργος Ανατολικής Ρωμυλίας 1893
Θάνατος: Αθήνα 1970
Έργα
1.

Πάντοτ’ εύγλωττη η σιωπή δεν είναι, διακριτική όμως συνήθως είναι!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 103.
2.

Λευτερώνεις δυνάμεις, περιορίζοντας αδυναμίες.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 105.
3.

― Σου είναι και κάτι αυστηροί, που απορείς και εξίστασαι πόθεν αντλούν την τόση αυστηρότητα.
― Εξ ιδίων! Δεν ασκούν την ελάχιστη κατά του εαυτού τους!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 12.
4.

Ο λαός είναι παιδί που θέλει ν’ αντρίζει!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 124.
5.

Σβήνεις την υποχρέωση όταν την παρατονίζεις, την ευγνωμοσύνη όταν την απαιτείς.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 13.
6.

Σε θέλω και να ’χεις Θεό, και να μην προσκυνάς!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 14.
7.

Και μόνο αν σκεφτείς πως το ευγενέστατο διακονώ έγινε το αγενέστατο διακονεύω!...

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 16.
8.

Εύκολα που «ξεπερνάς» ό,τι δεν φτάνεις!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 17.
9.

Χέρι να σε ψάχνει στο σκοτάδι, κι ας μη σε βρίσκει!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 23.
10.

Οι ίδιοι, εν πολλοίς, κατευθύνουμε τα βήματα των εχθρών μας.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 37.
11.

Κάθε νέο πάθος αφαιρεί από το παλαιό· κάθε νέος πόνος προσθέτει εις τον παλαιό!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 39.
12.

Με ζωή πήζεις, με χαμοζωή σαπίζεις!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 40.
13.

Σε δυσαρεστούν πέρα από το όριο, για να σ’ αχρηστεύουν δώθε από το όριο.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 47.
14.

Όσο τ’ άλλο ποθείς, τόσο στο ίδιο από δειλία γυρίζεις!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 51.
15.

Μόν’ όποιος σιωπά πολλές ώρες συγχωρείται και να φλυαρεί πού και πού! Μα ούτ’ αυτός, ούτε κανείς, όταν γράφει!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 57.
16.

Να μπορείς να πεις: «Την αγάπη μου την έχεις· την εμπιστοσύνη μου όχι!».
 

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 65.
17.

Λαοί που δεν αυτοκρίνονται, που κάνουν δυο και τρεις φορές τα ίδια λάθη, που κερδίζουν τους πολέμους και χάνουν τις ειρήνες, είναι ή γίνανε λειψοί!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 69.
18.

Και το καλό και το κακό τιμωρούν, σαν τα υποτιμάς!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 81.
19.

Και το χοντροειδέστερο σύνεργο το λεπταίνει ο καλός τεχνίτης!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 81.
20.

Όλα να τα περιμένεις από κείνον που ό,τι πιο πολύ εθαύμασε πιο πολύ τον απογοήτεψε.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 9.
21.

Όσο λιγότερο αμφισβητούν αυτό που λες, τόσο περσότερο αγαναχτούν γιατί το λες!

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 9.
22.

Το θάμπωμα της θύμησης ωραΐζει το θύμημα.

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 9.
23.

Τι να ξεχωρίσει κανείς μες στο τεράστιο ηχείο που τον περικλείει και συνηχεί;

Ενάριθμα, 1. Τα Νέα Ελληνικά, 1967. 99.
24.

Σκοπός του ανθολόγου δεν νομίζουμε πως πρέπει να είναι ο σκοπός του κριτικού, μολονότι κι ο πρώτος κάνει την κριτική του, ούτε κι ο σκοπός του ιστορικού της ποιήσεως, μολονότι και του ανθολόγου το υλικό εν χρόνω τελειούται και του χρόνου τις μαρτυρίες τις έχει. [...] Ό,τι έχει θέση σε μιαν ιστορία της ποιήσεως μπορεί να μην έχει σε μιαν ανθολογία, όσο μεγάλη κι αν είναι.

«Σαν πρόλογος». Ανθολογία 1708-1933. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», χ.χ. 1.
25.

Το ποίημα που δε γράφτηκε, το μοναδικό κι ασύγκριτο, το ακούει κανείς άμα κλείνει μιαν αξιόλογη συλλογή, ποτέ άμα ανοίγει μιαν ανθολογία, ας είναι κι η άριστη. Γιατί σε κάθε ανθολογία μιλούν πολλοί, κι η κάθε μας στιγμή ανήκει σ’ έναν.

«Σαν πρόλογος». Ανθολογία 1708-1933. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», χ.χ. 1.
26.

Στην απώτερη σημασία της η ανθολογία [...] έχει την αξία μιας μαρτυρίας για τα αισθητικά κριτήρια των πολλών που ζούσαν ενεργά την εποχή της.

«Σαν πρόλογος». Ανθολογία 1708-1933. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», χ.χ. 2.