Βιβλιοθήκη Παραθέματα Βάρναλης Kώστας
Βάρναλης Kώστας
Γέννηση: Πύργος Aνατολικής Pωμυλίας 1884
Θάνατος: Aθήνα 1974
Έργα
1.

Η τέχνη έχει για κύριο σκοπό της να τέρψει ―να τέρψει αισθητικά. Κοινωνικοποιεί το συναίσθημα, φρονηματίζει, ακόμα και διδάσκει, αλλ’ όταν κουτσαίνει από την άποψη της τεχνικής και της έμπνευσης, όλη της η «διδασκαλία» γίνεται «ασκός ηχών».

Αισθητικά - Κριτικά, Α´. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1958. 37.
2.

Δε θα μας σώσει Ανατολή γιά Δύση
μήδ’ Έλληνες ή βάρβαροι θεοί
Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει,
άμα ξυπνήσουν κάποτε οι λαοί.

Άτταλος ο Τρίτος, Δ´, ιγ´. Κέδρος, 1972. 139.
3.

Δίχως αρχή και δίχως άκρ’ η πλάση!
Απέραντα γη, θάλασσα, ουρανός!
Κλεισμένοι εμείς σε σιδερό καφάσι
κι όξω και μέσα κόσμος αδειανός!
[...]
Ποιος θα μας σώσει; Ανατολή γιά Δύση;
Ποιος Έλληνας ή βάρβαρος θεός;
Μπροστά καινούργιος κόσμος θα βαδίσει,
γιά πίσου θα γυρίζει ο παλαιός;

Άτταλος ο Τρίτος, Πρόλογος. Κέδρος, 1972. 13-14.
4.

Ποτές μου δεν πήγα να ψηφίσω· να διαλέγω μοναχός μου ποιος κλέφτης θα με κλέβει και ποιος τζελάτης θα με κόβει.

Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, 3.18. [1931]. Πεζός λόγος. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1957. 54.
5.

Η ζωή μας μπλέκεται μιας αρχής μέσα στα δίχτυα, που μας είναι στημένα, πριν γεννηθούμε.

Η αληθινή απολογία του Σωκράτη, 4.8. [1931]. Πεζός λόγος. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1957. 61.
6.

Πλήθος μεγάλοι στο Μουσείο της Τέχνης,
αθάνατοι όλοι, λίγοι μόνο ζούνε.

[Με πάθος την αλήθεια φανερώνω], 5-6. Γ.Π. Σαββίδης, «Ένας δάσκαλος βαρβάτος», Εφήμερον σπέρμα. Ερμής, 1978. 124.
7.

Αλλού να γεννηθείς κι αλλού να πας,
παντού θα σε χτυπούν, αν δε χτυπάς!

«Ελευθερίης φάος ιερόν...», 19-20. Γ.Π. Σαββίδης, «Ο δραστικός λόγος του Κ.Π. Καβάφη», Πάνω νερά. Ερμής, 1973. 44.
8.

Τι τα θέλεις φτερά και πλοία κι οδό;
Ο «ελεύθερός σου κόσμος» είν’ εδώ.
Κόσμος θανάτου, απάτης και φαλλού!
Όλα τα ’χεις, γιατί να πας αλλού;
 
(ψιθυριστά)
Αν ζητάς ανθρωπιά και δίκιο νόμο,
δεν είν’ εκεί που πας. Ν’ αλλάξεις δρόμο!

«Ελευθερίης φάος ιερόν...», 25-30. Γ.Π. Σαββίδης, «Ο δραστικός λόγος του Κ.Π. Καβάφη», Πάνω νερά. Ερμής, 1973. 45.
9.

Η χαρά του ενού,
Χάρος τ’ αλλουνού.

«Ζούγκλα», 19-20. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 194.
10.

Από πολλούς κι από καιρούς ολά ηταν ειπωμένα.

«Η Μαγδαληνή» 32. Το φως που καίει, 1933. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 69.
11.

Α! πώς είχα σα μάνα κι εγώ λαχταρήσει
(ήταν όνειρο κι έμεινεν, άχνα και πάει)
σαν και τ’ άλλα σου αδέρφια να σ’ είχα γεννήσει
κι από δόξες αλάργα κι αλάργ’ από μίση!
[...]
Πώς αδύναμη στάθηκε τόσο η καρδιά σου
στα λαμπρά Γεροσόλυμα Καίσαρας νά ’μπεις!
Αν τα πλήθη αλαλάζανε ξώφρενα (αλιά σου!)
δεν ηξέραν ακόμα ούτε ποιΟ τ’ όνομά σου!
[...]
κι όσο ο γήλιος να πέσει και νά ’ρθει το δείλι,
το σταυρό σου καρφώσαν κι οχτροί σου κι οι φίλοι.
 
Μα γιατί να σταθείς να σε πιάσουν! Κι ακόμα,
σα ρωτήσανε: «Ποιος ο Χριστός;», τι ’πες «Νά με»!
Αχ! δεν ξέρει τι λέει το πικρό μου το στόμα!
Τριάντα χρόνια παιδί μου δε σ’ έμαθ’ ακόμα!

«Η μάνα του Χριστού», 9-12, 41-44, 47-52. Το φως που καίει, 1933. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 64-66.
12.

― Δε βαστάω! Θα πέσω κάπου!
― Ντράπου! Τις προγόνοι ντράπου!
― Αντραλίζομαι!... Πεινώ!...
― Σουτ! Θα φας στον ουρανό!

«Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου», 45-48. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 205-206.
13.

Χάιντε θύμα, χάιντε ψώνιο,
χάιντε Σύμβολον αιώνιο!
Αν ξυπνήσεις, μονομιάς
θά ’ρτει ανάποδα ο ντουνιάς.

«Η μπαλάντα του κυρ-Μέντιου», 97-100. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 207-208.
14.

Το καλό για τους πολλούς δε συφέρει στους λίγους.

«Ιστορία του αγίου Παχωμίου», ΙΙ. Ο Λαός των Μουνούχων. «Γράμματα», 1923. 48.
15.

Δεν είμ’ εγώ σπορά της Τύχης,
ο πλαστουργός της νιας ζωής.
Εγώ ’μαι τέκνο της Ανάγκης
κι ώριμο τέκνο της Οργής.

«Ο Οδηγητής», 1-4. Το φως που καίει, 1933. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 86.
16.

Δεν το ’ξερα τόσο πολλοί κι αργοί οι θανάτοι να ’ναι!
Οι πεθαμένοι αποβραδίς για νέα θανή ξυπνάνε!

«Ο πόλεμος: Η Γυναίκα», Ι, 13-14. Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 126.
17.

Είχα γυναίκα, είχα και ζα,
είχα μια Βάσω με βυζά,
μα προκοπή δεν είχα.
Σε ποιό χαρέμι να παχαίνει
στα μαξιλάρια ξαπλωμένη
μασώντας τη μαστίχα.
 

«Ο τρελός», 1-6. Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 134.
18.

Όλα εδώ χάμου ψεύτικα.
Δε σ’ έζησα, ονειρεύτηκα,
μαύρη ζωή, όλη πίκρα.
Μα θα χαρώ σε, Λευτεριά,
αιώνια Αλήθεια κι Ομορφιά,
σαν θα περάσω Αντίκρα.

«Ο τρελός», 71-76. Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 136.
19.

Μες στην υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισές,
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ’ η παρέα πίναμ’ εψές·
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.
 
Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο
και κάπου εφτυούσε καταγής.
Ω! πόσο βάσανο μεγάλο
το βάσανο είναι της ζωής!
Όσο κι ο νους αν τυραννιέται
άσπρην ημέρα δε θυμιέται.

«Οι μοιραίοι», 1-12. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 179.
20.

― Φταίει το ζαβό το ριζικό μας!
― Φταίει ο Θεός που μας μισεί!
― Φταίει το κεφάλι το κακό μας!
― Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί!
Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Κανένα στόμα
δεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα.
 
Έτσι στη σκότεινη ταβέρνα
πίνουμε πάντα μας σκυφτοί.
Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα
όπου μας έβρει, μας πατεί.
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα,
προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα!

«Οι μοιραίοι», 25-36. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 180.
21.

Θεριά οι ανθρώποι, δε μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είν’ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

«Οι πόνοι της Παναγιάς», 53-56. Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 104.
22.

Να σ’ αγναντεύω θάλασσα, να μη χορταίνω,
απ’ το βουνό ψηλά
στρωτήν και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά.

«Πρόλογος», 1-4. Το φως που καίει/em>, 1933. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 9.
23.

Χτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά...
Η ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.
Τάχα η θέλησή σου λίγη, τάχα ο πόνος σου μεγάλος;
 
Αχ, πού ’σαι, νιότη, που ’δειχνες πως θα γινόμουν άλλος!
 

«Πρόλογος», 9-12. Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 97.
24.

Στη ζήση αυτή που τη μισούμε,
στη γης αυτή που μας μισεί,
κι όσο να πιούμε δε σε σβηούμε,
πόνε πικρέ και πόνε αψύ,
που μας κρατάς και σε κρατούμε.

«Το πέρασμά σου», 1-5. Ποιητικά. Εκδόσεις «Ο Κέδρος», 1956. 181.
25.

― Ποιο είδος γυναίκας παρουσιάζει τα περισσότερα θέλγητρα;
― Τ’ αλλουνού...

Αφήγηση Αιμίλιου Καλιότσου. Έλλη Αλεξίου, Υπό εχεμύθειαν. Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1976. 181.
26.

Ο Σικελιανός με το έργο του θέλει να κοροϊδέψει τον εαυτό του. Ο Καζαντζάκης με το έργο του θέλει να κοροϊδέψει τους άλλους.
 

Αφήγηση Κώστα Θρακιώτη. Έλλη Αλεξίου, Υπό εχεμύθειαν. Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 1976. 84.