Βιβλιοθήκη Παραθέματα Βασιλειάδης Σπυρίδων
Βασιλειάδης Σπυρίδων
Γέννηση: Πάτρα 1845
Θάνατος: Παρίσι 1874
Έργα
1.

Άλλα έθνη εν τη ειρήνη ηδυνήθησαν να ετοιμασθώσι και ενοπλισθώσιν· η Ελλάς μόνον εν τοις κινδύνοις και τη επιστάση αμέσω ανάγκη γίνεται κολοσσιαία. Είναι τούτο στέρησις βαθέος νοός, νοός τηλεσκόπου, είναι φύσις νωχελής και απρακτούσα μεθ’ όλας του λογικού τας υπαγορεύσεις; Ίσως το δεύτερον μάλλον. Η αληθής ζωή παρ’ ημίν είναι μόνος ο ενθουσιασμός.

Γαλάτεια, 1872. [Εισαγωγή]. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 327-328.
2.

Σήμερον η Μεγάλη Ιδέα κατέστη σεμνός τις περίγελως, παρθενική δειλία του φρονούντος τοιούτόν τι.

Γαλάτεια, 1872. [Εισαγωγή]. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 363.
3.

Ο ναύτης με μόχθους ιθύνων το σκάφος
εν μέσω λαιλάπων κ’ εν μέσω θηρίων,
ο πλάνης περών των ερήμων τα πλάτη,
προς τ’ άστρα το βλέμμα ποσάκις εγείρει
ποθών να εικάση την πάτριον γην!...

Γαλάτεια, Β΄, β΄. Αττικαί νύκτες, 1915. 25.
4.

Όλως ημαρτημένη η πεποίθησις εκείνων και μάταιος ο αγών, όσοι πειρώνται να συνεχίσωσι την αρχαίαν Ελλάδα μετά του Βυζαντίου και τούτο μετά της συγχρόνου ημών πατρίδος, καθόσον ελάχιστα αναγνωρίζεται ο ρυπαρός βυζαντινός χαρακτήρ εις τα γνήσια ήθη του σήμερον έθνους, ιδίως της ελευθερωθείσης μερίδος, όπως το αρχαίον κάλλος αμυδρώς ανεφαίνετο εις την βυζαντινήν σηπεδόνα. Η Ελλάς αναγεννηθείσα, έκοψεν επί Καποδιστρίου νομίσματα φέροντα ετέρωθεν την εικόνα του φοίνικος· αύτη ην και είναι η αλήθεια.

[Κριτική για το βιβλίο: Ν.Γ. Πολίτου, Μελέτη επί του βίου των νεωτέρων Ελλήνων]. Αττικαί νύκτες, ΙV, 1885. 444.
5.

Ερρέτω γερόντων η φιλοσοφία,
ερρέτω μελέτη και πλάτος σπουδής!
Αλήθεια μόνη ―γυνή ευειδής―
    τα άλλα, βλακεία.

«Adieu à la Poésie», Δ΄, 5-8. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 251.
6.

Η εργασία... της ζωής παραμυθία μόνη!
Όταν του κόπου ο ιδρώς το σώμα περιβρέχη,
του βίου άγιον λουτρόν, τον βίον βαλσαμώνει
και λησμονείς οίον η γη μοιραίον δρόμον τρέχει.
 

«Laboremus», ΙΙΙ, 25-28. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 246.
7.

Είναι τυφλή η μοίρα μας, γριά ξεμωραμένη,
χώνει στη γη το σμάραγδο, στη νύχτα άστρα ραίνει,
στον ξηραμένο πλάτανο πλέκει κισσού κλωνάρια,
στολίζει και το θάνατο με νιες και παλληκάρια!

«Αγγελούδι», 7-10. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 222.
8.

Αν είν’ ο βίος αίνιγμα και λύσις του το μνήμα,
πλην είν’ ο κόσμος είς βωμός κι η αρετή το θύμα.
Εις την πνοήν του πνέοντος βορρά το άνθος πίπτει,
ενώ βοτάνη ακανθών κλονείται μόνον, κύπτει.
Βορράς η ατυχία,
περά, και πίπτ’ η αρετή κι εγείρετ’ η κακία.

«Εικόνες», VΙΙ, 175-180. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 181.
9.

Η νηπιότης... δέλεαρ γλυκύ και πλάνον είναι,
μέλι προσχρίον άνωθεν του βίου τον κρατήρα,
όθεν αντλούνται έπειτα ψεύδη, κλαυθμοί, οδύναι.

«Εις κοιμώμενον παιδίον», 30-32. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 184.
10.

Τον άγγελον κοιμώμενον, ω μήτερ, μη εγγίζης,
αλλ’ άφες το να κοιμηθή στιγμάς χρυσής γαλήνης.
Αχ! πόσον ανεκτίμητος η ώρα, δεν γνωρίζεις,
όταν κοιμάται το μικρόν εις ύπνον ευφροσύνης!

«Εις κοιμώμενον παιδίον», 37-40. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 184.
11.

Η μνήμη, μνήμα ανοικτόν, τον νουν οπίσω τρέπει,
η λήθη είναι η ζωή· εμπρός η λήθη βλέπει.

«Εις λεύκωμα», Ι, 5-6. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 248.
12.

Έν λεύκωμα είν’ αληθές και λέγεται Καρδία·
ω, ευτυχής ον έγραψεν εκεί αγνή φιλία.

«Εις λεύκωμα», ΙΙΙ, 5-6. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 248.
13.

Το φίλημα είναι ανάμνησις και τεκμήριον, είναι συνήθεια δειλιώσα και εκλείπουσα, είναι τέλος το τελευταίον λείψανον της πάλαι ποτέ ανθρωποφαγίας.

«Εκπνοαί Μαρτίου». Αττικαί νύκτες, ΙV, 1885. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 274.
14.

Ομοιάζουσιν οι ποιηταί πρώτοι την κηρίνην λαμπάδα, ήτις, απαλώς τους άλλους φωτίζουσα, αυτή σκληρώς καίεται και αναλίσκεται...

«Επιτάφιος εις Παναγιώτην Σούτσον», 1868. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 288.
15.

Ναι, είναι τάφος της ψυχής το έγκλειστον βιβλίον,
ιδέας, πόθους, ψάλματα του γράψαντος εκάστου
    ως κόκκαλα εγκλείον·
[...]
Βιβλιοθήκη! τέμενος χρυσούν Αθανασίας,
απλούται εις τα στήθη σου ο νους νεκρών αιώνων,
    αυγάζων Γαλαξίας·
ανθών με άνθη άφθιτα και ξένων και προγόνων,
    ομήγυρις ηρώων,
Στοά Ποικίλη ίστασαι ανδρών μεγαλονόων.

«Η μελέτη», 31-33, 37-42. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 189.
16.

Τρέχει ο χρόνος· άτεγκτος το παν καταδαμάζει,
και ρίπτει Ναπολέοντας, και έθνη κατατρώγει,
    και φθείρει, θάπτει, σφάζει·
πλην γόνυ κλίνει ευσεβές ένθα γραπτοί οι λόγοι.
    Δεν φθείρεται, δεν σβήνει
ό,τ’ η ψυχή αθάνατος επί του χάρτου χύνει!

«Η μελέτη», 43-48. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 189.
17.

Είναι ώραι, στιγμή Παραδείσου,
ότε φάσματα παύουν θολά,
και τα πάντα θεάται καλά
    η ψυχή σου.
[...]
Η χαρά μας εδώ η βραχεία
αντανάκλασις είναι αυτής,
ην συ άνω, Θεέ μου, κρατείς;
    Φαντασία.

«Η χαρά», 1-4, 28-31. Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 198-199.
18.

Σκηνή απάτης, γόητρον ο κόσμος και η φύσις·
αλλ’ η μαγεία λύεται τον κόσμον αν εγγίσης.
Είναι οι πόθοι του θνητού χρυσά του μύθου μήλα·
τα θίγεις; Καταρρέουσιν ως φθινοπώρου φύλλα.

«Ίδε ο άνθρωπος», Ι, 1-4. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 235.
19.

Ο άνθρωπος, οιοσδήποτ’ αν η, μετέχει του βορβόρου αφ’ ου το πρώτον επλάσθη.

«Κογχύλαι». Αττικαί νύκτες, ΙV, 1885. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 267.
20.

Από της Ανατολής εχύθησαν επί του κόσμου τούτου δύο μέγιστοι χείμαρροι φωτός: ο Ήλιος και η Ελλάς. Ο είς έδωκε και φέρει το φως εις την γην, εις την ψυχήν ο άλλος.

«Κογχύλαι». Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 270.
21.

Ως θερμός εραστής ερωμένην
μετά χρόνον πολύ απαντά,
την Ακρόπολιν εγειρομένην
αναβλέπει καθείς και σκιρτά.
 
Χιονώδης αυτή και μεγάλη
μειδιά εις τον Φοίβον χυτόν
και φιλούνται ενάμιλλα κάλλη
δύο έργων, Θεού και θνητών.

«Ο Παρθενών», ΙV, 13-20. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 234.
22.

Μετά τον κόρον, εν ημίν το νέφος ο γεννάται,
ίρις γλυκεία, τ’ ουρανού τον βίον εγγυάται.
 

«Πιστεύω», ΙΙΙ, 17-18. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 221.
23.

Ο ποιητής αποκαλύπτει νέον και άγνωστον κόσμον· διά τούτο, αν δεν εννοήται, δίκαιον και ευγενές είναι να μην υβρίζηται. Μη· οι στίχοι της ποιήσεως είναι βόμβαι πυριστεφείς, φερόμεναι εις τοσούτον απώτατα του μέλλοντος σημεία, ώστε πολλάκις μετά αιώνας φθάνει εκεί, οιονεί υποσκάζουσα, η δειλή ανθρωπότης...

«Πρόλογος». Εικόνες και κύματα, 1866. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 161.
24.

Ό,τι η ψυχή αισθάνεται και βλέπει η καρδία
δεν λέγει η ανθρώπινος και μικρολόγος γλώσσα·
ουδέποτε η γλώσσα μας θα εναρθρώση όσα
καλύπτει η απέραντος του στήθους μας σκοτία.
Είν’ η ψυχή ωκεανός, και εις αυτής τα βάθη
ω! πόσα, πόσ’ ανώνυμα περιδινούνται πάθη!

«Το άρρητον», Α΄, 1-6. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 239.
25.

Είν’ η καρδία ήλιος, κρυπτός ως εν νεφέλη,
κ’ επί τα χείλη μας ακτίς ο λόγος ανατέλλει.

«Το άρρητον», Β΄, 5-6. Αττικαί νύκτες, ΙΙ, 1875. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 240.
26.

Δάκρυ σεμνόν και τεκμήριον άμα Θεού υπερτάτου,
όστις τα στέμματα όλα ως άγχη λεπτά θρυμματίζει,
πόσον συ είσαι βαρύ, αληθές και επώδυνον δάκρυ!
Όλ’ οι αιώνες το δάκρυ αυτό ως αράν των αφήκαν,
τούτο το δάκρυ η μήτηρ επάνω του τέκνου της χύνει,
τούτο και μόνον το δάκρυ ο θάνατος έχει ως νέκταρ.

«Το δάκρυ του Ξέρξου», 31-36. Αττικαί νύκτες, ΙΙΙ, 1882. Γιάννης Χατζίνης (επιμ.), Δ. Παπαρρηγόπουλος, Σ. Βασιλειάδης. Βασική Βιβλιοθήκη, 13. «Αετός» Α.Ε., 1954. 210.