Γραικοί από Γραικού τινός, ή Γραίκου, το παλαιόν ονομαζόμενοι, οι ύστερον Έλληνες από Έλληνος υιού του Δευκαλίωνος. Οι Λατίνοι άνωθεν, και τα έθνη άπαντα της Ευρώπης την σήμερον, δεν γνωρίζουσι το Γένος με άλλο όνομα. Ημείς δι’ όλης της παρούσης μεταφράσεως το αυτό όνομα μεταχειριζόμεθα, αποφεύγοντες το μεν Έλληνες διά την έμφασιν της ειδωλοθρησκείας, το δε Ρωμαίοι προς αντιδιαστολήν των Ρωμάνων.
Πάσχουσι και οι νόμοι [...] και αι καλαί συνήθειαι, και αι πρέπουσαι τάξεις, εκείνο οπού βλέπομεν, και πάσχουσι σχεδόν όλα του κόσμου τούτου τα πράγματα, όσα ή του πανδαμάτορος χρόνου η ρύσις, ή της ευμετατρέπτου θελήσεως η προαίρεσις τα πολεμεί και τα καταβάλλει.
Ωμοίωσαν τους νόμους με τας αράχνας, και κατά τι καλά τούς ωμοίωσαν· διότι μία αδύνατος πνοή μόνη τούς σαλεύει· τω όντι, αράχνια υφάσματα. Αν περιπλεχθούν εις αυτά μυίαι και κώνωπες, και τα τοιαύτα μικρά και ασθενή ζωύφια, πιάνονται και δεσμεύονται· αν ορμήσουν ζώα μεγαλύτερα και βιαιότερα, τα διασπώσι και τα ξεσχίζουσιν. Είναι όμως ατελής, καθώς εγώ κρίνω, αυτή η ομοίωσις κατά τούτο, ότι αι αράχναι, αφού διασκεδασθώσι και διασπασθώσι, δεν μένει πλέον ούτε ελπίς, ούτε τέχνη να συμπιασθούν και να έλθουν εις την προτέραν κατάστασιν. Αλλ’ οι νόμοι, και αι διατάξεις αρμοδιώτερον ήθελον ομοιωθή με τα δίκτυα, τα οποία πάσχουσι και το των αραχνών, κατά την αναλογίαν των εμπιπτόντων ζώων, και έχουσι και το άλλο ιδίωμα των νομοθεσιών, οπού αφού ξεσχισθώσι, συμπιάνονται, και αφού παλαιωθώσιν, ανακαινίζονται.
Του γαρ σοφού πάσα μεν η γη πατρίς, πόλις δε ο κόσμος.