[Οι ηγεμόνες] δεν είναι τίποτες άλλο, παρά οι ανώτεροι υπηρέται και οι υπουργοί του λαού, και πρέπει να λαβαίνουν τόσα, ώστε να ζουν με τιμήν, και όσα τούς πρέπει διά τους κόπους των, όχι όμως τίποτες περισσότερον. Εν όσω όμως ένας, όποιος και αν είναι, τίμιος πολίτης πάσχει από πείναν και βάσανα, είναι άδικον, αδικώτατον, οι ηγεμόνες να ημπορούν να μπουκώνουν παρασίτους, υποκριτάς θεάτρου, παλλακίδας, άλογα και σκυλιά, να κάμνουν κυνήγια και πλούσια συμπόσια, και να τρυφούν και να σπαταλούν από τον ίδρον του τόπου.
Οι ιατροί ήσαν αναγκαίοι, και εις αυτούς τους βαρβάρους τους πιστεύοντας εις το τυφλόν πεπρωμένον είχαν υπόληψιν, και απολάμβαναν μερικά προνόμια· ήσαν προσέτι βέβαιοι ότι ποτέ δεν θέλουν πέσει εις δυστυχίαν· όθεν όσοι είχαν τους τρόπους επήγαιναν εις την Ιταλίαν, εσπούδαζαν την ιατρικήν, επίστρεφαν με διαφόρους γνώσεις, και έχοντες είσοδον εις τας πλουσιωτέρας οικογενείας ενεργούσαν κάμποσον εις τα ήθη, εξυπνούσαν τα πνεύματα και έκαμναν αισθητάς μερικάς των μεγάλων μας ελλείψεων.