Βιβλιοθήκη Παραθέματα Νιρβάνας Παύλος
Νιρβάνας Παύλος
(Αποστολίδης Πέτρος)
Γέννηση: Mαριούπολη 1866
Θάνατος: Aθήνα 1937
Έργα
1.

Παράδεισος απάνω μου των Άλπεων τα χιόνια
κι η λίμνη κάτω μου έρωτας με τα γλαυκά νερά της.
Κι εγώ, παιδί της Αττικής, της ξενιτιάς διαβάτης,
κλαίω για τα ρόδα του Υμηττού, του Κολωνού τ’ αηδόνια.

«Άλπεις». Παγά λαλέουσα, 1907. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, ΣΤ΄. Ο Παλαμάς και οι σύγχρονοί του. «Δωδώνη», χ.χ. 134.
2.

Η μεγαλυτέρα σοφία είναι το να κατορθώση κανείς να διορθώνη την Μοίραν του.

«Αποκριά». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 144.
3.

Αητέ, κάποτε ζήλεψα τ’ απότολμα φτερά σου,
ταξιδευτής κι απαρνητής στα ουράνια πλάτη απάνω.
Μα, ω δέντρο, τώρα η ασάλευτη πώς με τραβάει χαρά σου!
Στο χώμα, που ριζώθηκα, να ζήσω ή να πεθάνω.

«Ασάλευτη ζωή». Εκλεκταί σελίδες, 1922. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 151.
4.

Ωσάν γαλάζιος θάνατος απλώθηκε η γαλήνη,
τοι μέγα φως θείο σάβανο στον ύπνο των κυμάτων,
και απ’ τον ακίνητο ουρανό, σιωπηλή η σελήνη
σταλάζει φίλτρα μυστικά στη γη των Αθανάτων.

«Γαλήνη». Εκλεκταί σελίδες, 1922. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 150.
5.

Η γλώσσα στην Ελλάδα είναι λίγο απ’ όλα: θεότης, έρως, ζήλεια, δεισιδαιμονία, είδωλο, εικόνα, φάντασμα, θαύμα, εξωτικό. Χύνονται γι’ αυτήν αίματα, μελάνια και σπλάχνα ανθρώπων. Υψώνονται γροθιές και κλοτσιές, πέφτουν μπάτσοι και καλαμάρια, φλυτζάνια του καφέ πετούν στον αέρα, εφημερίδες καίονται γι’ αυτήν, σαν καταραμένα σώματα αιρετικών, και εφημερίδες πλουτίζουν. Παλιοί φίλοι για το χατήρι της γίνονται από δυο χωριά, αντρόγυνα χωρίζουν, η μητέρα χάνει το παιδί της, το παιδί απαρνιέται τη μητέρα του. Κυβερνήσεις πέφτουν και κυβερνήσεις σηκώνονται για την αγάπη της. Η μια Ακρόπολις τρέμει για τις κολόνες της και η άλλη Ακρόπολις χάνει τα πιεστήριά της. Ο κόσμος γέμισε Τορκουεμάδες, από μάρτυρες κι από προφήτες.

Γλωσσική αυτοβιογραφία, 1905. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 154.
6.

Ο μπακάλης, όταν θέλει να μάθει το παιδί του γράμματα, τ’ όνειρό του είναι να το ακούει μιαν ημέρα και να μην το καταλαβαίνει.

Γλωσσική αυτοβιογραφία, 1905. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 166.
7.

Στην Ελλάδα η γλώσσα είναι και ρούχο. Ο [Αλέξανδρος] Σούτσος είχε δίκιο. Πρέπει να ’χει κανένας και το φράκο του, για κάθε ενδεχόμενο. Έτσι συμμάζεψα κι εγώ πάλι την κυριακάτικη γλώσσα μου, την ξεσκόνισα και την έκρυψα μαζί με το φράκο μου. Σκοροφαγωμένα και τα δυο, μα δεν πειράζει. Μου κάνουν τη δουλειά μου. Με το σακκάκι μου ζω, αναπνέω, ξεκουράζομαι, τρέχω στο βουνό, στο περιγιάλι. Με το επίσημο ρούχο μου όμως έχω τιμές, οι θυρωροί σκύβουν μπροστά μου, ο κόσμος μού κάνει τόπο να περάσω. Το ίδιο έκαναν στο Νασρεδίν-Χότζα, όταν φορούσε την καινούργια του γούνα. Κι ο Νασρεδίν, που ήτανε σοφός άνθρωπος, έπιανε το φαρδομάνικό του και του έλεγε:
    ― Ορίστε γούνα μου, ορίστε.
    Έτσι κι εγώ. Μπροστά στις τιμές και στις υποκλίσεις που μου κάνουν, όταν παρουσιάζομαι με την κυριακάτικη γλώσσα μου, πιάνω το φαρδομάνικό μου, το χαιρετώ ταπεινά και του λέω:
    ― Ορίστε, γλώσσα μου, ορίστε...

Γλωσσική αυτοβιογραφία, 1905. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 167.
8.

Όταν θέλετε να κάμετε ένα δώρον, μη συμβουλεύεσθε την τσέπη σας. Συμβουλευθείτε την αγάπην σας. Δεν υπάρχουν πλούσια και φτωχά δώρα. Ένας ζητιάνος μπορεί να κάμει ένα πλουσιότερον δώρον από ένα βασιλέα. Διότι η αγάπη ομορφαίνει όλα τα δώρα. Κάθε παραμονή, λοιπόν, της Πρωτοχρονιάς, ζητήστε της τις συμβουλές της. Θα σας δώσει τις καλύτερες.

«Η αισθητική των δώρων», 1929. Σταύρος Σκοπετέας (επιμ.), Ο Κονδυλάκης και το χρονογράφημα, Β΄. Βασική Βιβλιοθήκη, 34. Εκδοτ. οίκος Ιωάννου Ν. Ζαχαροπούλου, 1956. 121.
9.

Αυτό που ονομάζετε ζωήν δεν είναι παρά ένας αντικατοπτρισμός ζωής. Μόνον οι θεοί είναι αθάνατοι και όταν αποθνήσκουν ακόμη. Διότι οι θεοί δεν γερνούν. Λέγουν ότι η Αφροδίτη και η Άρτεμις απέθαναν. Αλλά ποίος ημπορεί να μας αποδείξη ότι, διά ν’ αποθάνουν, εγήρασαν πρώτα; Είδατε ποτέ καμμίαν εικόνα της Αφροδίτης να ομοιάζη με την μάμμην σας; Ακόμη και οι νέοι ζωγράφοι την ζωγραφίζουν απαράλλακτα όπως οι παλαιοί. Είμαι βέβαιος ότι οι θεοί δεν αποθνήσκουν. Χάνονται απλώς από τας αισθήσεις μας, διά να ξαναέλθουν, ποίος ηξεύρει πότε, όπως οι κομήται.

«Η θεία Σάρρα». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 138.
10.

Ο μαθητής: ― Ώστε γερνά λοιπόν και η Τέχνη; Τίποτε λοιπόν δεν είναι αθάνατον εις τον κόσμον;
Ο κ. Άσοφος: ― Ιδίως η τέχνη των ηθοποιών. Δι’ αυτό πρέπει να τους αγαπώμεν περισσότερον και να τους περιβάλωμεν με την θερμοτέραν στοργήν μας. Η τέχνη των σβήνει μαζί με την ζωή των. Και αυτό είναι τραγικόν. Η ζωή των άλλων καλλιτεχνών έχει τον αντικατοπτρισμόν της εις την απόστασιν του χρόνου, την οποίαν ονομάζομεν αθανασίαν [...]. Αι μεγάλαι ηθοποιοί δικαιούνται, περισσότερον από όλους τους ζωγράφους, εις την λατρείαν που απαιτούν τα ρόδα, τα οποία ζουν από το ένα πρωί έως το άλλο. Είναι το τιμαλφέστερον είδος της τέχνης, διότι είναι το παροδικώτερον. Και οι άνθρωποι, διά να είναι συνεπείς προς την φύσιν των, πρέπει να θαυμάζουν μόνον τα παροδικά πράγματα. Τα αθάνατα είναι φροντίς των θεών.

«Η θεία Σάρρα». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 139.
11.

Οι καλλιτέχναι δεν εξυπνούν ποτέ. Ζουν πάντα μέσα εις το όνειρον. Το λάθος είναι ιδικόν μας, που πηγαίνομεν να ιδούμεν την εσωτερικήν τους ζωήν με τα μάτια μας ανοικτά.

«Η θεία Σάρρα». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 140.
12.

Όλοι μας είμεθα ηθοποιοί, αλλά ηθοποιοί μ’ ένα άσημον και μικρόν τάλαντον. Και δι’ αυτό όλοι μας πρέπει να φοβούμεθα το γήρας περισσότερον από τον θάνατον. Νεκρός δεν είναι εκείνος που απέθανε νέος. Νεκρός είναι μόνον εκείνος που γερνά. Διότι αυτός μόνος έχει την αίσθησιν του θανάτου του. Χωρίς το γήρας, κανένας δεν θα ήξευρε να μας πληροφορήση τι είναι ο θάνατος.

«Η θεία Σάρρα». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 140.
13.

Κι ύστερα λησμόνα το που αλησμονήθη!
Κι η ζωή μας και η αγάπη παραμύθι.

«Λησμονημένο παραμύθι», 34-35. Εκλεκταί σελίδες, 1922. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 154.
14.

Κι ο πιο έρημος ακόμα, και στου βουνού την κορφή και στη μέση του πελάγου να τον βάλεις, κάθε ψυχή, κάθε αγρίμι στου λόγγου τα βαθιά, και το καψαλισμένο δέντρο καταμεσής του κάμπου βρίσκει το σύντροφό του. […] Μοναχά μέσα στους ανθρώπους μπορεί να βρεθεί κανένας αληθινά έρημος [...]. Τέτοια μοναξιά μπορεί να σου φέρει τρέλλα! Μακρυά απ’ τους ανθρώπους, βρίσκει πάντα κανένας το σύντροφό του. Και τάχα μοναχά οι ανθρώποι είναι σύντροφοί μας; Ένα ζωντανό, ένα σκυλί, ένα γατί, ένα πετούμενο είναι, κάποιες φορές, καλύτεροι συντρόφοι απ’ τους ανθρώπους. Και μοναχά τούτα; Ένα δέντρο, ένας βράχος, ένα κούτσουρο ακόμα. Τους μιλάς και σου μιλούνε. Τ’ αγαπάς και σ’ αγαπούνε. Τύφλα να ’χουνε οι ανθρώποι και τα καλά τους.

«Νυν απολύοις...». Το Συναξάρι του παπα-Παρθένη κι άλλες νησιώτικες ιστορίες, 1915. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 85.
15.

Ο Πολιτισμός είναι ένας μωρόσοφος σκηνοθέτης, ο οποίος επιμένει να τοποθετή διαρκώς κρυστάλλινα βάζα, νεόδρεπτα άνθη, επάνω εις μίαν σκηνήν, όπου πρόκειται μετ’ ολίγον να χορεύσουν αι Μαινάδες.

«Ο πόλεμος των Εθνών». Το βιβλίον του κυρίου Ασόφου, 1916. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 145.
16.

Πίσω απ’ τον λόφο έγειρεν ερωτικά η Σελήνη,
έσβησε η πούλια στον γλαυκό της Λέσβος ελαιώνα,
και τα γλυκά μεσάνυχτα στρώνουνε γάμου κλίνη...
Ω σαπφικό παράπονον: «Εγώ καθεύδω μόνα».

«Σαπφικό παράπονο». Παγά λαλέουσα, 1907. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, ΣΤ΄. Ο Παλαμάς και οι σύγχρονοί του. «Δωδώνη», χ.χ. 134.
17.

Και η ωραία γυναίκα είναι για ένα τόπον ό,τι είναι η ωραία του φύσις, τα ωραία του αγάλματα, οι ωραίες του εικόνες, η μουσική του και τα έργα του λόγου. Ένας τόπος διακαιούται, δηλαδή, να είναι εξ ίσου υπερήφανος για την ωραιότητα των γυναικών του, όπως για κάθε του άλλην ωραιότητα. Επομένως· για να επανέλθωμεν στο συμπέρασμά μας, η γυναικεία ωραιότης δεν είναι ιδιωτική υπόθεσις. Είναι δημοσία υπόθεσις.

«Τα καλλιστεία», 1929. Σταύρος Σκοπετέας (επιμ.), Ο Κονδυλάκης και το χρονογράφημα, Β΄. Βασική Βιβλιοθήκη, 34. Εκδοτ. οίκος Ιωάννου Ν. Ζαχαροπούλου, 1956. 123.
18.

Ο Σάτυρος χαμογελά
και σκύβει Νύφη ντροπιασμένη;
―Κάθε μου αγάπη μια νυχτιά
και την αυγήν―αυγή πεθαίνει.
 
Κι εσύ δακρύζεις κι ένα αηδόνι
σου λέει: ―Μικρούλα μου, μην κλαις!
Αιώνια ζουν μόνο οι αγάπες
οπού πεθαίνουνε μικρές.

«Τι λέει το αηδόνι», 9-16. Εκλεκταί σελίδες, 1922. Στέλιος Ξεφλούδας (επιμ.), Νιρβάνας, Χρηστομάνος, Ροδοκανάκης και άλλοι. Βασική Βιβλιοθήκη, 30. «Αετός» Α.Ε., 1953. 152.
19.

Παλαμίδα σού μυρίζει,
ντεϊμεντέ να φας κολοιό.

«Το τραγούδι του Γιάννη», 11-12. Εκλεκταί σελίδες. Εκδοτικός οίκος «Ελευθερουδάκης», 1922. 30.
20.

Της αγάπης τις λαχτάρες
σουτ, και μήτε του παπά!

«Το τραγούδι του Γιάννη», 31-32. Εκλεκταί σελίδες. Εκδοτικός οίκος «Ελευθερουδάκης», 1922. 30.