Βιβλιοθήκη Παραθέματα Πανάς Παναγιώτης
Πανάς Παναγιώτης
Γέννηση: Σπαρτιά Κεφαλονιάς 1832
Θάνατος: Πειραιάς 1896
Έργα
1.

Έλαμπε την νύκτα ταύτην ήλιος ακτινοβόλος
και εχύνετο το μαύρον πέριξ φως των κεραυνών.
Εν σιγή βρονταί εβόων. Ήστραπτε της γης ο θόλος,
και το έδαφος εν λύπη έχαιρε των ουρανών.
 
Όρθιος εν εγρηγόρσει εκοιμώμην εν τη κλίνη,
ότε αίφνης έμπροσθέν μου έστη γέρων νεαρός,
κι εν ευγλώττω σιγή λέγει: τι ανήσυχος γαλήνη,
τι ακτινοβόλον σκότος, τι τερψίλυπος καιρός!

«Νεοελληνική ποίησις: Ρωμαντική σχολή», 1-8. Έργα αργίας, 1883. Κ.Θ. Δημαράς (επιμ.), Ποιηταί του ΙΘ΄ αιώνα. Βασική Βιβλιοθήκη, 12. «Αετός» Α.Ε., 1954. λζ΄.
2.

Πάρε δυο σύγνεφα· μια λίτρ’ αγέρα·
δροσιάς δυο γράνα και μια φλογέρα·
τρεις τόνους Πίνδο· τέσσαρους χιόνι·
μια λίτρ’ ανάσαση και ένα αηδόνι,
δεμάτια τέσσερα δάφνες, μυρτούλες·
ράσα· ξεσκλίδια· γύφτους· αυγούλες·
πέντ’ έξι σήμαντρα· γλαν γλαν καμπόσα·
χιλιάδες κύματα· Όλυμπο και Όσσα·
κρεβάτια· γαίματα· σάπια κουφάρια·
αστροπελέκια· σκύλους και ψάρια
[...]
και νεκρολούλουδα χορτάτη δόση.
Αχτίδες· σάβανα και έρμα πλάγια·
ένα βρικόλακα· μια κουκουβάγια·
έναν Αλήπασα· καντάρι τρέλα...
Σε μια θεόχτιστη ρίξ’ τα παδέλα·
ύστερα κρούσταλλο ρίξε νεράκι
βρυσούλας γέννημα, ή και απ’ αυλάκι.
Πέσε τ’ ανάσκελα και πίθωσέ τα
στα έρμα στήθια σου και βάσταέ τα.
Φύσησε, φύσησε στα σωθικά σου,
καμίνι άναψε μες στην καρδιά σου.
[...]
Ας πάρει μπούρμπουλα μονάχα τρία,
και είναι έτοιμο μ’ επιτυχία
γιαχνί αθάνατο, ποιητικό...
Κένωσ’ το, κένωσ’ το ζεστό-ζεστό
σε αλαβάστρινο σκουτέλι ή πιάτο...
και πες του κόσμου: Κόπιασε, φά’ το.

«Ποιητική συνταγή», 1-10, 22-32, 35-40. 1868. Έργα αργίας, 1883. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, Ε΄. Ο Σολωμός και οι Εφτανησιώτες. «Δωδώνη», χ.χ. 154-155.
3.

Του γκιόνη όποιος λέει πως η φωνή
στης φύσης τη μεγάλη αρμονία
δεν είναι αναγκαία, ―με συγχωρεί―
μα λέει μια μεγάλη ανοησία...
Μονότονο θα ήτανε το αηδόνι,
εάν δεν ήταν κι η φωνή του γκιόνη.

«Πρόλογος», 1-6. Έργα αργίας, 1883. Λίνος Πολίτης, Ποιητική Ανθολογία, Ε΄. Ο Σολωμός και οι Εφτανησιώτες. «Δωδώνη», χ.χ. 154.