Σύννεφο άυλης ποιότητας άχρονης,
μπαίνει στο σπίτι των θυρών κεκλεισμένων,
αλλάζοντας τη νύχτα σε παράδεισο,
φως, η γλυκειά ελπίδα του κόσμου.
Εκεί που δεν την περιμένεις, αναπάντεχα,
από τις άκρες στο σώμα των δαχτύλων εισορμά,
ακμή ζωής και θάνατος ταυτόχρονα,
ανάσα, η γλυκειά ελπίδα του κόσμου.
Μες στην απόγνωση της κάθε μέρας ερωτώ,
το δέντρο που με την απουσία της σαραβάλιασε,
πώς διψασμένο να χορτάσει μπορεί
ψωμί, τη γλυκειά ελπίδα του κόσμου;
Δεν είναι ψέμα ο μύθος,
αρκεί να κοιμήσουμε το φίδι
προπατορικό εχτρό του ανθρώπου,
όσα επαγγέλλεται περί ουρανού.
Οι σκέψεις μας είναι ζώντες ιχθείς
επάργυροι σελαγισμοί στα υγρά κέλευθα
τα μητρικά νερά της οικουμενικής θαλάσσης
στα γκρίφια της βύθιας εγκατακρημνίσεως μαζεύονται
τα ψάρια κατ’ οριζόντιον έννοια σιωπηλές εκφράσεις.
Ερευνητής: Η λέξη διαμέρισμα με άγει στη συσχέτιση των ιδιοκατοικιών με κομμάτια του υπάτου των θεών του Ολύμπου.
Η ζωή είναι μέγα καλό και πρώτο, όταν κανείς νιώθει ότι μετέχουν αυτής και οι νεκροί.
«Ποιον μπορεί να ’χω να με χαϊδεύει, άμα σε χάσω». «Αλλά τα χέρια όλων των ανθρώπων» προσθέτει, «μπορεί να γίνουν τρυφερά και να τα πιστέψει κανείς περισσότερο, έστω και χωρίς να προφέρεται η λέξη αγάπη. Φτάνει μόνο να προσφέρουν εκ παραλλήλου τα χέρια, υποστηρίγματα ικανά ν’ αλαφρώσουν το βάρος τής από Θεού δωρεάς».
Κείμενο όπου το κομπολόγι χαρακτηρίζεται ως μηχανικό υποκατάστατο των δακρύων, που αποτελούν έκφραση της τάξης του εγώ, προκειμένου να επιτευχθεί η ελπιδοφόρα συγκόλληση του χρόνου της μνήμης με τα μέλλοντα.
Λέγεται ότι αποτελεί βέβαιο όπλο αποκατάστασης της συγκινησιακής αστάθειας των γερόντων, πολύ ολιγότερο επικίνδυνο από τα περισσότερα των ψυχοτρόπων φαρμάκων.
Τονίζεται ότι τα παιδιά καθώς και οι καλόγεροι, μπορούν να αντιλαμβάνονται κάθε σύμβαση και κανόνα, σαν πραγματικότητα, ανώτερη από τα δρώμενα. Η δυνατότητα αυτή στηρίζεται στην αντίληψη ότι ο πατέρας που τους έφερε στη ζωή, ο γήινος και ο εν Ουρανοίς, αυτός μόνο ξέρει τη σωστή αλήθεια κι ότι επόμενα, όλα όσα κάνουν δεν είναι παρά απλές αναφορές στην πατρική γνώση. Λοιπόν οι εκ των προτέρων τιθέμενοι, σαν διδασκαλία πατρικοί κανόνες, είναι αληθινότεροι απ’ όλα όσα κάνουν ή μπορούν να κατορθώσουν τα παιδιά.
Πολλά πράγματα που υπάρχουν δεν τα βλέπουμε
γνωρίζουμε μονάχα όσα σχετιζόμαστε
γι’ αυτό δεν πρέπει μ’ αμφιβολίες ν’ αρνιόμαστε
τις μαρτυρίες που μας παρέδωσαν ήρωες και ποιητές.
Και στα σκοτεινά αγαπιέται ο ήλιος.
Ανάμεσα σ’ όχθες πολύανθες, δοξάρι τ’ ουρανού στη βλάστηση, τα ώριμα μήλα των εσπερίδων, τους καρπούς π’ αφήνουν τον σπόρο, γυμνώνοντας απ’ τα χώματα, δεσμούς τις ρίζες με τα έγκατα, ξαπλωμένο στην κοίτη κορμί, έως πέρα στα ρηχά που βόσκουν, στην εκβολή αγριόπαπιες, υποτονθορίζοντας ρέει το ποτάμι.
Ακούει ο μοναχός το τραγούδι... «Από το ρύπο της αμαρτίας», προσεύχεται, «νερό όπου βαπτίζω το χέρι μου, καθάρισέ με απ’ όσα φιλοξενεί η σάρκα ατομικά, ώστε αγνός να είμαι αμέριμνος, μέσα στον βίο το πολύπλαγκτο, κατά το παράδειγμα των Πατέρων, καθαροί που επέστρεψαν στον Πλάστη».
«Μέσ’ απ’ το μάτι μου, φρέαρ ανόρυκτο, αντλείται η μνήμη τους, οστά που μοσκοβολούν, ιερά και τίμια λείψανα, λουλούδια ανθρώπινα».
Ακούστε, στο κάθε χτύπημα πρέπει ν’ ανοίγουμε την πόρτα.
Στοιχειώνει και μένει ακατοίκητο το σπίτι αλλιώς.
Συναναστρεφόμαστε τους νεκρούς συνεχώς.