Βολταίροι οι βωμολόχοι, αισχροί οι Μιραβοί,
Ελβέτιοι οι αχρείοι, και Χόβιοι οι στραβοί.
Εις τρόπον, εξ αιτίας τοιούτων μιαρών,
ο κόσμος κατεστάθη έν θέατρον σκληρόν.
Επλήθυν’ η κακία, εχάθ’ η αρετή,
κι ασέβεια, αθεΐα παντού επικρατεί.
Τι όπως αν γυρίση της Τύχης ο τροχός,
εξεύρει ο σπουδαίος να ζήση νουνεχώς.
Αλόγως δεν υψούται, αν τύχη ευτυχής,
μηδέ ουτιδανούται, αν τύχη ευτυχής,
αλλά με νουν, με λόγον την τύχην κυβερνά,
νικά τον εαυτόν του, νικά και τα δεινά.
Ω συμφορά Ελλήνων! σοφός να δυστυχή
και ιατρός αν γένη, ιατρός να ευτυχή!
[Για την γυναίκα του Καταρτζή:]
Κ’ εις ό,τι ωμιλούσε, φρονούσε φυσικά,
ως ήτον φωτισμένη από τα γαλλικά.
Ο Καταρτσής ο άρχων εφώτισε κι αυτήν
να στοχασθή ως λέξεις Θεόν και αρετήν.
Τι άρχων Γιαννακίτσας! ―να έχη την ευχήν!―
παρθένον απ’ τας δούλας δεν άφηνε ψυχήν!
Προτέρημα και τούτο τρανόν, αρχοντικόν,
και ίδιον αρχόντων πολλά ευγενικών!
Η Κωνσταντίνου πόλις με άρεσε πολλά!
Εκεί ανθούν αι χάρεις και όλα τα καλά!
Αυτή δεν είναι πόλις μια μεγαλοπρεπής,
πολυανθρωποτάτη, ως πόλιν να ειπής,
αλλ’ είν’ αυτού του Κόσμου Μητρόπολις κοινή,
κ’ εις θαύμα τον καθένα κ’ εις έκπληξιν κινεί.
[...]
Ω Πόλις! όντως πόλις, πόλις κατεξοχήν!
να ήσαι πάντα πόλις με κάθ’ υπεροχήν!
Εκεί κ’ εγώ ό,τ’ είδα μ’ εφάνη νέον τι,
σχεδόν και η κακία μ’ εφάνη αρετή.
[...]
Εκεί ησθάνθην μόνον τι είναι η τρυφή,
κι ο Κόσμος τι αξίζει και η συναναστροφή.
Αυτά τ’ άσπρα της στήθη και κρυσταλλοειδή
ο Ζευς λιποθυμούσεν, αν είχε τα ιδεί.
Ω πώς, επ’ αληθείας, καθένα συγκινούν!
να τ’ ασπασθή με σέβας, αν μόλις και φανούν!
Κι ως ην το πάθος μέγα, ως ην φθοροποιόν,
μ’ εφαίνετο κ’ η ώρα ολόκληρος αιών.
Η μάθησις χωρίς θρησκείαν σύρει τον ανθρώπινον νουν εις αθεΐαν... Βλασφημούν και οι αγγουρο-λογιώτατοι, όσοι φλυαρούν ότι οι πεπαιδευμένοι δεν πρέπει να είναι χριστιανοί, διά να μη γίνωνται δεισιδαίμονες...
Ο Έλλην, καθώς υπερέχει κάθε άλλο γένος κατά την μνησικακίαν, υπερέχει ομοίως και κατά την φιλαυτίαν. Κάθ’ Έλλην, και ο πλέον ευηθέστερος και ουτιδανώτερος, φαντάζεται τον εαυτόν του κατά πάντ’ αξιώτερον του άλλου και φρονιμώτερον. Διό και θέλει, ει δυνατόν, αυτός να προηγήται απ’ όλους, αυτός να τιμάται, αυτός να ερωτάται, αυτός να προστάζη, αυτός ν’ αποφασίζη. Διότι, κατά την φαντασίαν του, αυτός εννοεί, αυτός εξεύρει, αυτός είναι από γένος λαμπρόν, αυτός έχει τα δίκαια, αυτός είναι εις όλον τούτο το παν, αυτός μόνος και όχι άλλος· επειδή ο άλλος, όσον και αν είναι, είναι άλλος και αυτός είναι αυτός!