Θυμίαμα της ύλης εύοσμον, ανά τα σκοτεινά φυλλώματα του δάσους, ο κατακλυσμός των λάγνων επιθυμιών. Όταν ιερουργή οργώσα η νεότης, τας ηδυπαθείς μυσταγωγίας της σαρκός.
Ο καθρέπτης, από της εποχής που η πρώτη γυναίκα έσκυψεν επάνω από τα κρύσταλλα του ρυακίου και εθαύμασε την μορφήν της, μέχρι σήμερον, ότε το αντικείμενον αυτό της γυναικείας φιλαρεσκείας εσημείωσε θαύματα τελειότητος και χλιδής, είναι το κυριώτερον πράγμα ενός καλλυντηρίου. [...] Μέσα εις την γαλακτώδη ανταύγειαν του αργύρου και του χρυσού παρήλασαν επί αιώνας αυτοκράτειραι και πατρίκιαι, έλαμψαν μειδιάματα θριαμβευτικής καλλονής, και εκεί επάνω απετυπώθη ο πρώτος μορφασμός της απελπισίας κάποιας φιλαρέσκου, που έσπευδε με ένα πτερό χήνας βουτηγμένον εις αφέψημα νωπών καρυδιών ή κλαδίσκων κυπαρίσσου, να εξαφανίση τας πρώτας λευκάς τρίχας της κόμης της.
Οι παλμοί των σκέψεών μου προς τα κυανά πεδία των ονείρων μου κυλινδούνται μετά πικρού προαισθήματος.
Παν σώμα γυμνόν, είναι ναός ελεφάντινος.
Είναι ιερόν του Μίθρα ή της Αστάρτης, όπου η ψυχή τελεί Ελευσίνια.
Πάθη, όνειρα και απολαύσεις· ο μόνος και κύριος σκοπός της ζωής μας, τα οποία εφ’ όσον πλησιάζομεν με ακατάσχετον πόθον, τόσον εκείνα μας εγκαταλείπουν ταχύτερον, και φεύγουν μακράν.