Το Ναδίρ, η απόλυτη εκμηδένιση, δεν είναι μύθος. [...] Βρίσκεται όταν ξεπεράσεις τη ντροπή.
Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι ολόψυχα δοσμένος σε μια ιδέα, ευγενικιά και δίκια, να ζει και ν’ ανασαίνει για κείνη και μόνο για κείνη, κι ωστόσο να ξεγελάει τον εαυτό του. Κάπου μέσα του, ένας άλλος, δε σταματάει ποτέ να ονειρεύεται και να υπολογίζει, να χαίρεται ή να πονάει, ανεξάρτητα, σχεδόν κρυφά από κείνο, τον ιδεολόγο.
Κλαρίνο πάλι οι κοκκινοσκούφηδες:
Ως κι η Βικτώωωρια
είχε βλενόοοροια...
Μα ποια ζωή αξίζει και πώς μπορείς να τήνε πεις ωραία, δίχως έναν άξιο θάνατο;
Ο αγώνας [...] είναι σαν τη μάνα που αποκόβει το μωρό της απ’ το βυζί. Για χατίρι του κόψαμε κάθε σκέση με την ευαιστησία, δε θέλουμε να σκεφτούμε τις ομορφιές του κόσμου, γιατί φοβούμαστε μη λάχει και μαλακώσει η καρδιά μας και λυγίσουμε. Λάθος! Εγώ σ’ έχω παλικάρι να πολεμάς και να μην ξεχνάς τίποτα. Να ’σαι ακέραιος.