24.7.48, Σάββατο. Ησυχία επικρατεί κατά ώρας. Ένας μεγάλος αγέρας φυσάγει, που μας πήρε τα αυτιά. Οι γυναίκες πάνε να φκιάσουν κατσιαμάκι. Ο Αργύρης για νερό. Εγώ και ο Γιώργος καραούλι. Και γράφομεν. Έπειτα, όταν φάμε, εγώ θα πάγω πάλι στο τμήμα. Οι άλλοι θα πάνε να βγάλουν πάλι φακή, και να προσέχουν για κινήσεις εχθρού. Παντού ησυχία μέχρι το βράδυ, που κοιμηθήκαμεν.
[24.7.1948]
(από το βιβλίο: Μήτσος Ηλ. Καραντζάς, Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε), Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙΙΙ, Βιβλιόραμα, 2004)