Τίποτα ενδιαφέρον. Βολευτήκαμε ωραία στο κάτω δωμάτιο του σπιτιού. Αρκετή παρέα. Ο Σιτιστής, ο Επιλοχίας και οι βοηθοί. Επάνου οι αξ/κοί. Στο κρύο καμμιά ύφεση. Γνωριστήκαμε με τα παιδιά αρκετά. Ο Σιτιστής λαμπρό παιδί. Με καλό μυαλό και αισθήματα. Ο Επιλοχίας νέος χωρίς κακία. Αλλά μπαφουνισμένος και λίγο κούφιος. Του φαίνεται πως ξέρει πολλά πράγματα και αισθάνεται περισσότερο. Τίποτ’ απ’ αυτά. Δείχνει μαθητής βγαλμένος χθες απ’ το γυμνάσιο. Ο Μορδώχ – βοηθός του Σιτιστού. Ένας καλόκαρδος εβραίος, λίγο κοντός, που μπορεί να κάνει αρκετά θελήματα και γεμίζει και τα παγούρια. Ο Κ. υπόδειγμα ηλιθίου, αποκρουστικού και γελοίου όντος. Δεν τον χώνεψα ακόμη. Και κάνει ό,τι νάναι για να κερδίση τη συμπάθειά μου. Κάνει πως είναι μηχανικός. Μου φαίνεται πως πέρασε απ’ έξω απ’ το Πολυτεχνείο. Ο Μ. Λοχίας χοντροκομμένος, τεμπέλης, ανόητος και λογάς. Κάνει τον έξυπνο και τον κόκκορα. Τύπος βαρετός και μπουνταλάς απ’ τους λίγους. Θα του ταίριαζε ο χαρακτηρισμός Μπούρδας. Εν ανάγκη κολακεύει κι’ όλας. Είναι κι’ ο Διαμ. Με ποιόν να συνενοηθής εξαιρέσει του Διαμ.; Δεν παρουσιάζουν οι άλλοι καμμιά γραμματική ανάπτυξη. Ο Σιτιστής όμως είναι λαμπρός νέος και τον αγάπησα και τον συμπάθησα. Ασφαλώς θα γίνουμε φίλοι, γιατί βλέπω ότι θα συνεννοηθούμε. Αυτοί είναι πάντως. Κατεβαίνω εγώ προς αυτούς. Κάνουμε τα πρόχειρα, παίζουμε και χαρτιά πολλές φορές –τίμια εγώ και σωστά–. Γενικά περνούμε καλά. Μέρα παρ’ ημέρα εγώ στον Εφοδιασμό στο κοντινό χωριό, εδώ στην Πλιάσσα. Βολευτήκαμε και περνάμε όσο παίρνει καλά. Πολύ καιρό πιάνει η Αλληλογραφία. Παίρνουμε πολλά γράμματα. Κι’ άλλα τόσα δέματα. Όλα τα παιδιά προσφέρουν απ’ τα δικά τους. Υπάρχει πάντα εγκαρδιότης και καλωσύνη, την επιβάλουν τα πράματα. Παρά το ετερόκλιτο της παρέας. Μαθαίνομε σήμερα ότι φεύγομε σε λίγες μέρες. Πού θα πάμε, άγνωστον. Κι’ είχε τόσο χιόνι σήμερα. Και θάχη τόσο χιόνι αύριο.
28-12 – 20-1-41
(από το βιβλίο: Στάθης Γκοτσίνας, Από χιόνι… Πολεμώντας στην Αλβανία, Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙV, Βιβλιόραμα, 2006)