Το πρωί 9.6.48 ημέρα Τετάρτη, πήραμε την απόφαση να βγούμε γύρα, μήπως κάνομε συνάντηση με αντάρτες. Μόλις βγήκαμεν στο Βαρκό-Άγιον Νικόλαον Αραχώβης, μοιραστήκαμε, μισοί αριστερά, μισοί δεξιά. Δεν αργήσαμε όμως, όπου μας φώναξαν να πάμε εκεί. Η Γιαννούλα ήρθε τρέχοντας να μου πάρει τα συχαρίκια, συνάντησαν τον ανηψιό μου Γιάννη Καραντζά, είναι και άλλοι αντάρτες. Τρέξαμε, τους ανταμώσαμε γεμάτοι χαρά και κατόπιν ξεκινάμε για να πάμε να συναντήσομεν και άλλο τμήμα. Πήγαμε στην πρώτη γιάφκα και δεν τους βρήκαμε. Ύστερα προχωρήσαμε για την δεύτερη και ανταμώσαμε στο δρόμο τυχαίως τα παιδιά, που πήγαιναν για το νερό. Μας πήραν και μας πήγαν στο τμήμα. Εκεί βρήκαμεν τον Γκούρα, Γεροδήμον και λοιπούς, περί τους εξήκοντα το όλον. Εκεί βρήκαμεν και τον Ηλίαν Τάσιου Πανάγου, όπου προ ημερών μας είχαν πει πως είχε σκοτωθεί στον Ελικώνα μαζί με τον Γιάννη Καραντζά. Το βράδυ πήραμε συσσίτιο, εληές, λάδι, ψωμί. Φάγαμε και κατόπιν, αφού ανάψαμε τις φωτιές μας1 κάτω από τα έλατα, διότι έβρεχεν, κοιμηθήκαμε. Το πρωί θαμπά, μου φώναξαν να ξυπνήσω.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
1. Φοτγέζμας, στο κείμενο.
[9.6.1948]
(από το βιβλίο: Μήτσος Ηλ. Καραντζάς, Το ημερολόγιο ενός Καπαπίτη από τον Εμφύλιο (όσο σώθηκε), Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας, Μαρτυρίες ΙΙΙ, Βιβλιόραμα, 2004)