Υιός και ούτος του Μήτσου Κοντογιάννη είνε ο και μακρότερον επιζήσας εκ των μετασχόντων της επαναστάσεως Κοντογιανναίων.
Εξ αυτοβιογραφίας αυτού εξάγεται, ότι εν αρχή της Επαναστάσεως διετέλει μετά του πατρός του εις Φθιώτιδα και μετέσχε νεώτατος έτι δεκαεπταετής των από του 1821 και επέκεινα περί την Υπάτην μαχών. Το 1824 συνεκρούσθη μετ’ άλλων συντρόφων του παρά την Μουσσονίτζαν προς τον Δερβίς Πασάν απειλούντα να προσβάλη το Λοιδωρίκιον, το δε 1825, διοικών ίδιον σώμα μετέβη εις Ναύπλιον παρά τη εκεί εδρευούση Κυβερνήσει και μετέσχε διαταγή αυτής της εν Κρεμμύδι μάχης. Τέλος ότι τω 1825 ετάχθη υπό τον Καραϊσκάκην και μετέσχε των υπό την διεύθυνσίν του συμπλοκών εις Καρπενήσι, Άγραφα, Δραγομέστα, Καρβασαράν προς παρακώλυσιν των εις Μεσολόγγιον αποστελλομένων τουρκικών τροφών και εφοδίων.
Τω 1826 αναφέρεται εις τας γνωστάς Ιστορίας, ότι μετέβη εις Μεσολόγγιον επί του Αρακύνθου, όπως συνδράμη την έξοδον της φρουράς Μεσολογγίου και τον πατέρα αυτού Μήτσον. Η Ηρωίς της Επαναστάσεως λέγει, ότι καθ’ ην στιγμήν προσέβαλε τους Τούρκους εις Αράκυνθον είχε μεθ’ εαυτού μόνον 20 άνδρας, ως ηκούσθη λέγων ίδιος, καθόσον οι λοιποί στρατιώται αυτού ένεκα της προ ολίγου ραγδαίας βροχής είχον μεταβή εις την κορυφήν του Αρακύνθου και εις τα δάση, ίνα παραλάβωσι τας κάπας και τας ζωοτροφίας. Επιστήθιος φίλος και συμπολεμιστής του Καραϊσκάκη εδείχθη λέγει η Ηρωίς, χαρακτήρος σταθερού, γενναίου και εντίμου.
Η κατά το 1825 προσωρινή Διοίκησις τον ετίμησε με τον βαθμόν του αντιστρατήγου. Τω 1828 διετάχθη παρά του αρχηγού της Αν. Ελλάδος Υψηλάντη να τοποθετηθή με 300 άνδρας εις Νέας Πάτρας, όπερ και εγένετο. Κατά την πολιορκίαν της Ναυπάκτου του αυτού έτους διετάχθη υπό του πληρεξουσίου του Καποδιστρίου Αυγουστίνου να μεταβή εις Ναύπακτον, όθεν πάλιν επέστρεψε διαταχθείς εις Νέας Πάτρας. Εκ της πόλεως ταύτης πάλιν εστάλη εις την οροθετικήν γραμμήν προς φύλαξιν και εξασφάλισιν της επαρχίας, όπου και διέμενε μέχρι του διοργανισμού των τακτικών ταγμάτων.
Εν Ναυπλίω την 14/26 Μαρτίου, η αντιβασιλεία, εν ονόματι του Βασιλέως Όθωνος, αποτελουμένη ως γνωστόν εκ του Κόμητος Άρμανσπεργ ως Προέδρου, Μάουερ και Έιδεκ, προσυπογράφοντος του επί των Στρατιωτικών Γραμματέως της Επικρατείας Κ. Ζωγράφου, ο Ευάγγελος Κοντογιάννης διωρίσθη αρχηγός του Η´ Τάγματος των ακροβολιστών, ενός εκ των δέκα το πρώτον ιδρυθέντων μετά του τακτικού στρατού. Οι αρχηγοί και Διοικηταί ελήφθησαν εκ των οπλαρχηγών των ελαφρών στρατευμάτων. Αι τελευταίαι πληροφορίαι αύται αναγράφονται εν τη Συλλογή των εγγράφων της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Η δε Μεσολογγιάς τού κατά το έτος 1876 εκδόσαντος αυτήν Γυμνασιάρχου Αντωνιάδου μνημονεύει τον Βαγγέλη με φράσεις κολακευτικωτάτας ως έπεται (σελ. 244).
Κ’ είδον ενταύθα θαυμασίους πολεμιστάς, ω φίλοι,
ους πείνα δεν εδάμασε εισέτι και αρρωστεία·
τον Αγραφιώτη Κόρακα, πελώριον ως όρος,
τον Πανομάραν, τον βραχύν το σώμα, πλην με μόνον
το βλέμμα του δυνάμενον να θανατώση Τούρκους·
τον Φαρακλήν τον έχοντα το στήθος ως ο λέων·
και τον Καπέλην φέροντα μακρότατον το όπλον·
τον Ευαγγέλην τον υιόν του Μήτσου Κοντογιάννη.
(Και όταν ο αρχηγός της Ρούμελης Κων. Μπότσαρης, παρ’ ω ευρίσκετο ο Βαγγέλης Κοντογιάννης, λέγει εις τον Κανάταν μεταβάντα, ίνα ζητήση βοήθειαν, ότι θα σπεύση, η Μεσολογγιάς επιλέγει):
Ταύτα είπεν ο αρχηγός και ενθουσιώντες πάντες
οι πέριξ τούτου ήκουσαν του Βότσαρη τους λόγους.
Προ πάντων δ’ ο Ευάγγελος, υιός του Κοντογιάννη
ον άπαντες θαυμάζομεν ενταύθα και τιμώμεν
Ιδίους είχεν εκατόν προς τούτο στρατιώτας
να σώση τον πατέρα του εκ του πυρός των Τούρκων.
Και πράγματι ο Βαγγέλης έζησε μέχρι του έτους 1869 τιμώμενος υπό πάντων διά την γλυκύτητα και την ευγένειαν του ήθους του. Μόνον κατά το έτος 1847 επανέστησε μετά του Παπακώστα και άλλων συνεπεία καταδιώξεως του Κωλέττη.
Διά του γάμου του μετά της αδελφής του Μάρκου Βότσαρη ο οίκος Κοντογιάννη συνεδέθη διά συγγενείας μετά του οίκου του εθνικού ημών ήρωος τούτου.
Bαγγέλης Κοντογιάννης
(από το βιβλίο: Στρατηγού Π. Kοντογιάννη, Kοντογιανναίοι. Kλέφτες - Aρματωλοί - Aγωνισταί, Eν Aθήναις, Tυπογραφείον A.Σ. Pαφτάνη, 1924)