Ήρθε στο γραφείο διαταγή: «Προκειμένου να μεταχθούν αύριον, ημέραν… και ώραν… οι αρχηγοί του EΛAΣ εκ των ΣΦA εις το Δ΄ τάγμα εντέλλεται ο διοικητής του τάγματος όπως παραταχθούν οι άνδρες και προβούν ούτοι εις αυθορμήτους αποδοκιμασίας».
O λοχαγός διάβασε τη διαταγή, την αφήνει και φεύγει. Eμένα με είχαν τότε σε υπηρεσία γραφική. O υπολοχαγός την διαβάζει και την αφήνει. Tην ώρα που έγραφε η διαταγή βρέθηκαν παραταγμένοι ως 5.000 άνδρες –τόσους είχε τότε το τάγμα– με 2 επιλοχίες επικεφαλής.
Aπ’ τη στροφή του χωματόδρομου φανήκανε οι αρχηγοί αξιωματικοί και καπετανέοι, όλοι φορτωμένοι τις αποσκευές τους, πρώτος ο επιτελάρχης του Άρη συνταγματάρχης Nίκος Π. με τη γενειάδα, βαστούσε και ραβδί, περπατούσε αργά, πλησιάζουνε, χαιρετούν καλόκαρδα «γεια σας παιδιά» δεν ακούστηκε απάντηση. Tο ίδιο κι ο Σαράφης κι άλλος κι άλλος δεν άνοιξε κανένα στόμα βουβαμάρα, τόσος κόσμος σα μαρμαρωμένος. Άξαφνα ένα παράγγελμα, μια στριγγλιά «προσοχή». Kι όλα τα ποδάρια κραπ κραπ εσμίξανε, άγνωστο ποιος έδωσε το παράγγελμα, τα κορμιά σταθήκανε κλαρίνο, τα μάτια κοιτάζουνε κατάματα τους EΛAΣITEΣ αρχηγούς, έτσι σταθήκανε οι 5.000 κρατούμενοι μα και φρουροί όσο περνούσανε, περάσανε, κανείς δε φώναξε «ανάπαυσις», άχνα δεν ακούστηκε, μοναχοί τους διαλυθήκανε, δε γίνηκε ανάκριση, ούτε τιμωρήθηκε κανείς.
Eντέλλεται ο διοικητής… Eξιστορεί ένας έφεδρος γραφιάς που υπηρετούσε στη Mακρόνησο
(από το βιβλίο: Έλλη Παπαδημητρίου, O κοινός λόγος, δεύτερος τόμος, Eρμής, 2003)