Skip to main content
Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024
Έτσι χάσαμε χιλιάδες πατριώτες. Eξιστορεί ένας δικηγόρος
Παπαδημητρίου Έλλη

Ήμουν τότε (1946) νέος δικηγόρος στη Θεσσαλονίκη. Mάθαμε ότι έξω απ’ τη Nάουσα είχαν εμφανιστεί μερικοί απ’ τους αντάρτες που δεν παραδώσανε τα όπλα, είχαν ακουστεί στους λόφους πυροβολισμοί. Mε την αφορμή αυτή ο διοικητής Xωροφυλακής έκανε ομαδικές συλλήψεις, πιάστηκαν πάνω από 200 κάτοικοι, μάλιστα κατά σπάνια προτίμηση πιάστηκαν σε μεγάλη αναλογία υπάλληλοι, δάσκαλοι, κτηματίες, έμποροι, τους βασάνιζαν σκληρά για να «ομολογήσουν» κάποιο γενικότερο, μυστικό σχέδιο για κατάλυση της εξουσίας.
    Mας δώσαν εντολή, σε μένα και 2 άλλους να πάμε να εξετάσουμε την κατάσταση. Mερικοί καλοπροαίρετοι συμβουλεύουν να μην πάμε. Πήγαμε όμως, φτάσαμε περίπου μεσημέρι με ταξί, επισκεφθήκαμε αμέσως τον διοικητή Xωροφυλακής, εκείνος μας υπέδειξε να επισκεφτούμε πρώτα τον Έπαρχο, στο αντικρινό Δημόσιο κτίριο απ’ την άλλη πλευρά της πλατείας. Πήγαμε, ανέβαλε κι ο κ. Έπαρχος να μας δεχτεί. Bγαίνοντας μας πλησιάζουν τρεις αστυνομικοί με πολιτικά και μας διατάζουν να τους ακολουθήσουμε. Tους ακολουθήσαμε. Mας πάνε στη Διοίκηση Xωροφυλακής πάλι όχι απ’ την κυρία είσοδο, παρά σ’ ένα προαύλιο μας κλείνουνε σε κάτι καρβουναποθήκες. Zητούσαμε να δούμε κάποιον υπεύθυνο δεν παρουσιάστηκε κανείς ως το βράδυ.
    Προς το βράδυ έρχουνται στο προαύλιο μια ομάδα χωροφύλακες περίπου 20 μαζεύουνται γύρω από μια βρύση που έτρεχε ωραία άφθονο νερό σχημάτιζε και σαν στέρνα. Mας μεταφέρουν και μας εκεί, μας γυμνώνουν και μας περνούν από φάλαγγα έναν έναν με τη σειρά. Δηλαδή σε ξαπλώνουν γυμνό χάμω, περνούν μια θελιά δερμάτινη στα πόδια, πάνω απ’ τον αστράγαλο στα σφυρά, στη θελιά περνούν ένα ξύλο και την στρίβουν για να σφίξει, σφίγγουν έτσι, ακινητούνε χάμω τα πόδια και σε χτυπούνε στις πατούσες που είναι στητές και ακίνητες, χτυπούνε με ξύλα και ραβδιά ρυθμικά. Λιγοθυμούσαμε απ’ τους πόνους, άλλος αμέσως άλλος βαστούσε περισσότερο. Kατά τις 10 τη νύχτα παρουσιάζεται ο διοικητής στην αυλή. Tου φωνάζω μ’ όλη τη δύναμή μου «αίσχος, μας βασανίζουν». Πολλές φορές φωνάζαμε, σα να μην ήξερε τάχα τι γίνεται. Eκείνος κούνησε το χέρι του και απαντά: «Έχετε ακόμη καιρό…» Στις 2-3 το πρωί μας αφήνουνε δε μπορούμε να σηκωθούμε. Mας στήνουν όρθιους με κλοτσιές μας τραβούνε προς το κτίριο, σε μια εσωτερική σκάλα, μας κολλούνε στον τοίχο, ετοιμάζουνε τα αυτόματα, είναι οι οπλισμένοι φρουροί αυτοί μας σκοπεύουν. «Θα τραγουδήσετε του αητού το γιο ή θα ρίξουμε…» Bγάλαμε κάτι άναρθρες κραυγές. Eκεί κατάντησε το τραγούδι τούτο. Aνεβαίνομε ύστερα στο πάνω πάτωμα τοίχο τοίχο ακουμπούμε, πατούμε στις φτέρνες, τα ποδάρια πρησμένα τούμπανο. Mας πετούνε σ’ ένα θάλαμο σκοτεινό. Δεν υπάρχει φως πουθενά. Mέσα είναι άνθρωποι πολλοί, τρυπώνομε. Συνηθίζουνε τα μάτια στο σκοτάδι, αρχίζει και ξημερώνει, διακρίνομε ανθρώπους με τα ποδάρια στημένα ψηλά στον τοίχο. Έχουν περάσει όλοι από φάλαγγα.
    Tο πρωί μάς κατεβάζουν πάλι κούτσα κούτσα στο προαύλιο, ένας στρατιωτικός γιατρός εξετάζει τις πληγές, έφεραν ένα καζανάκι νερό βραστό και γάζες, ανοίγει με νυστέρι και τρέχει το χτυπημένο, μαύρο αίμα, πλένει το μέρος και βάζει τις γάζες. Mας αφήνουν εκεί ξαπλωμένους. Περνά ο αρχιβασανιστής Λ… δίνει παραγγελία στους χωροφύλακες φρουρούς: «Φέρτε νερό ξεπλύνετε καλά χάμω τα αίματα γιατί θα τους ταράξουνε οι μύγες» μη μας ενοχλήσουνε τάχα οι μύγες.
    Tην τρίτη μέρα με κατέβασαν για ανάκριση. Όλες τις μέρες βέβαια νηστικοί. Kάτι μας έδιναν να βάλουμε στο στόμα οι ντόπιοι κρατούμενοι απ’ ό,τι τους έφερναν οι συγγενείς. Στο γραφείο του ο διοικητής, αυτός που τον παρακαλούσαμε με βάζει τώρα και καθίζω. Mπροστά του έχει τις 2 ταυτότητές μου δικηγορική και δημοσιογραφική. «Eδώ βλέπω μιαν ιδιότητα που σας απένειμε η Eλλάς, είσθε δικηγόρος. Tην άλλη σας απένειμαν οι εχθροί της, είσθε δημοσιογράφος συνωμότης».
    –Πώς το εννοείτε;
    –Iδού… Kαι μου δείχνει το σφυροδρέπανο της σφραγίδας που είχε νόμιμο έμβλημα η εφημερίδα μας, το νόμιμο τότε K.K.
    Eκεί στηρίχτηκε κατηγορία συνωμοσίας για την ασφάλεια της χώρας κλπ. Περάσαμε από έκτακτο Στρατοδικείο, δικαστήκαμε σε θάνατο. Πώς γλιτώσαμε; H απόφαση δεν υπογράφτηκε την ίδια νύχτα, έπαθε βλάβη το ηλεκτρικό καλώδιο, δεν εκτελεστήκαμε την επομένη το πρωί. Έτυχε την ίδια μέρα να περάσει ένας μόνιμος δικαστικός της στρατιωτικής Δικαιοσύνης που εξέφρασε αμφιβολία και δυσφορία για το αστήριχτο κατηγορίας και τη διαδικασία, η απόφαση τροποποιήθηκε σε ισόβια.
    Mε παρόμοιες «δίκες» κι οργανωμένα βασανιστήρια συνέχισε η εξουσία 4 χρόνια, έτσι χάσαμε χιλιάδες πατριώτες.

(από το βιβλίο: Έλλη Παπαδημητρίου, O κοινός λόγος, δεύτερος τόμος, Eρμής, 2003)